Μια φορά κι έναν καιρό στην άκρη ενός λιβαδιού φύτρωσε ένα λουλουδάκι. Ένα λουλουδάκι σαν τα χιλιάδες άλλα με λεπτό πράσινο μίσχο, μυτερά καλοσχηματισμένα φύλλα και όμορφα κόκκινα πέταλα. Γεννήθηκε μια ημέρα της άνοιξης και ενώ ήταν τόσο ίδιο με όλα τα άλλα λουλούδια του λιβαδιού, ήταν παράλληλα και τόσο διαφορετικό. Λίγο πιο λεπτό, λίγο πιο ψηλό, λίγο πιο κόκκινο. Ένα σωστό ρουμπίνι στην άκρη ενός σμαραγδένιου λιβαδιού. Τα άλλα λουλούδια το έβλεπαν και το ζήλευαν. Και όσο περνούσε ο καιρός τόσο η ζήλια τους μεγάλωνε. Μέχρι που έφτασαν σε σημείο να το μισούν. Εκείνο το κακόμοιρο ιδέα δεν είχε για όλο αυτό. Εξάλλου ποιος ευθύνεται αλήθεια για την εμφάνισή του; Ο καθένας γεννιέται όπως όρισε η τύχη ή μια ανώτερη δύναμη που κάνει τη γη να κινείται και που σίγουρα δεν απολογείται. Η ζήλια όμως είναι πολύ κακός σύμβουλος. Θολώνει το μυαλό και γεννά ιδέες και καταστάσεις που μόνο ένας άρρωστος νους θα μπορούσε να γεννήσει. Φτάνει κάθε πλάσμα στα άκρα και το κάνει κακό και μίζερο και ικανό για τις πιο μεγάλες σκευωρίες. Έτσι έγινε κι εδώ.
Τα άλλα άνθη του λιβαδιού μην μπορώντας να αντέξουν την αδιόρατη υπεροχή του κόκκινου λουλουδιού καθώς και ότι οι πεταλούδες το επισκέπτονταν πολύ συχνότερα από εκείνα, έβαλαν σε εφαρμογή ένα καταχθόνιο σχέδιο. Φώναξαν τα μυρμήγκια της γης και παρακάλεσαν να πάνε να του μασουλήσουν τα πέταλα μέχρι να πέσουν. Έτσι το μικρό λουλούδι θα έχανε την ομορφιά του.
Τα άλλα άνθη του λιβαδιού μην μπορώντας να αντέξουν την αδιόρατη υπεροχή του κόκκινου λουλουδιού καθώς και ότι οι πεταλούδες το επισκέπτονταν πολύ συχνότερα από εκείνα, έβαλαν σε εφαρμογή ένα καταχθόνιο σχέδιο. Φώναξαν τα μυρμήγκια της γης και παρακάλεσαν να πάνε να του μασουλήσουν τα πέταλα μέχρι να πέσουν. Έτσι το μικρό λουλούδι θα έχανε την ομορφιά του.
Την επόμενη κιόλας μέρα τα μυρμήγκια πήγαν και αφού φτάσανε στο μικρό λουλούδι και ανέβηκαν πάνω στον ανθό του άρχισαν να του μασουλάνε τα πέταλα και να τα τραβούν να πέσουν. Το ένα μετά το άλλο τα πέταλα του μικρού λουλουδιού βρέθηκαν στο έδαφος κι εκείνο απέμεινε γυμνό να το περιγελούν τα υπόλοιπα λουλούδια του λιβαδιού. Ό,τι συνέβη διαδόθηκε σε όλο το λιβάδι και πραγματικά κανείς δε χάρηκε γι’ αυτό καθώς το λουλουδάκι ήταν αρεστό και αγαπητό σε όλους και ποτέ δεν είχε προσβάλει ή προκαλέσει κανέναν.
Κάποτε τα νέα φτάσανε και στα αυτιά της Κυράς τους δάσους που πάρα πολύ στενοχωρήθηκε, αλλά και θύμωσε. Με μιας βρέθηκε κοντά στο λουλούδι και απέμεινε να το κοιτάζει που στεκόταν εκεί κορδωτό, χωρίς πέταλα και με λιγοστά πια φύλλα.
Κάποτε τα νέα φτάσανε και στα αυτιά της Κυράς τους δάσους που πάρα πολύ στενοχωρήθηκε, αλλά και θύμωσε. Με μιας βρέθηκε κοντά στο λουλούδι και απέμεινε να το κοιτάζει που στεκόταν εκεί κορδωτό, χωρίς πέταλα και με λιγοστά πια φύλλα.
«Μη στενοχωριέσαι του είπε γλυκά. Σύντομα θα διορθώσω όλο το κακό που σου έκαναν.» Μάζεψε λοιπόν όλες τις αράχνες και τους είπε, «Θέλω να πάτε και να υφάνετε τον πιο όμορφο ιστό σας. Τον πιο δυνατό και τον πιο γυαλιστερό και να φτιάξετε για το λουλουδάκι πέταλα που να μοιάζουν με υπέροχο πέπλο. Θέλω να γυαλίζει στον ήλιο και όλοι να στέκουν να το κοιτούν.» Χωρίς δεύτερη σκέψη οι πιο διάσημες υφάντρες της φύσης άρχισαν το περίπλοκο έργο τους και πριν καλά καλά νυχτώσει το λουλούδι είχε ένα υπέροχο αδιόρατο άνθος που φώτιζε ακόμα και τη νύχτα. Στην καρδιά του η καλή Κυρά άφησε ένα μαγικό φιλί και αυτή βάφτηκε χρυσοκίτρινη. Όταν το είδαν τα άλλα λουλούδια ζήλεψαν τόσο πολύ που από την κακία τους έπεσαν τα δικά τους πέταλα και άρχισαν τα ίδια να μοιάζουν πια με ξερόχορτα.
Τι κι αν τα πέταλά σου πέσουν; Τι κι αν στα ρίξουν και χαθούνq Όσο έχεις τις ρίζες σου βαθιά στη γη και όσο ζεις, την τύχη σου την ορίζεις εσύ. Και από κει που νομίζεις ότι γονάτισες μπορεί να βρεθείς με ένα ολοκαίνουριο φόρεμα και ένα χρυσό φιλί να σε θαυμάζει όλο το σύμπαν.