Μια φορά κι έναν καιρό στο βασίλειο τ’ ουρανού ξέσπασε μεγάλος καβγάς ανάμεσα σε δυο ξεχωριστά πτηνά. Τον βασιλιά των πουλιών, τον αετό, και τον ταξιδευτή της θάλασσας, τον γλάρο. Κανείς αλήθεια ποτέ δεν έμαθε τι ήταν αυτό που οδήγησε τα πράγματα σ’ αυτό το σημείο. Δεν είχαν και πολλά να μοιράσουν τα δυο πουλιά. Το ένα ζει στα βουνά και φτιάχνει τη φωλιά του ψηλά εκεί, ενώ το άλλο ζει κοντά στη θάλασσα και φυλάει τ’ αυγά του κοντά στο γιαλό. Είναι και οι δυο δεινοί κολυμβητές του στερεώματος. Μόνο που ο αετός βουτά στην ξηρά για να αρπάξει τη λεία του, ενώ ο γλάρος βουτά στα βαθυγάλανα νερά.
Βέβαια, από αρχαιοτάτων χρόνων ο αετός είχε μια ξεχωριστή αίγλη γύρω από τη φύση του. Ως βασιλικό πτηνό η εικόνα του στόλιζε πάντα τα λάβαρα των στρατών και κοσμούσε τους θυρεούς των βασιλιάδων με το αγέρωχο και επιβλητικό παρουσιαστικό του. Πάντα όλοι σταματούσαν να θαυμάσουν το άνοιγμα των φτερών του όταν διέσχιζε τον ουρανό, αλλά και βιάζονταν να προλάβουν τη βουτιά του στη γη λίγο πριν αρπάξει τη λεία του.
Όλα τα παραπάνω προφανώς έκαναν κάπως σκληρό και αυταρχικό τον αετό. Σπάνια άκουγε και συμμεριζόταν τις απόψεις των άλλων πουλιών ακόμα και των ομοίων του. Έτσι σε μια συγκέντρωση των πτηνών του ουρανού ο σκληρός αετός προσέβαλε τον ταπεινό γλάρο.
Ταπεινό βέβαια κατά τη δική του αετίσια άποψη γιατί ο γλάρος όρθωσε το ανάστημά του και ανταπάντησε στον αετό. Το ένα έφερε το άλλο και σύντομα τα δυο πουλιά βρέθηκαν να παλεύουν σαν εχθροί στον αέρα. Φτερό με φτερό και ράμφος με ράμφος μπλέχτηκαν σ’ ένα καβγά άνευ προηγουμένου. Η ορμή τους και το πείσμα τους δεν καταλάγιαζαν με τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να παρέμβει για να σταματήσει όλο αυτό καθώς και οι δυο είχαν απαγορεύσει στους ομοίους τους να παρέμβουν. Και κάποια στιγμή έπεσαν. Τα δυνατά τους χτυπήματα και οι πληγές στα φτερά τους από τα ράμφη τους, τα ανάγκασαν να χαμηλώσουν σιγά σιγά και σύντομα έπεσαν στη γη.
Τότε λοιπόν κάτι αξιοθαύμαστο συνέβη και αυτό είναι που μένει τελικά από αυτήν την ιστορία. Ενώ ήταν κάτω λοιπόν τα δυο πουλιά, και ο αετός σαν πιο δυνατό και πολεμικό πουλί σηκώθηκε πρώτος κι ετοιμάστηκε για νέα επίθεση, ένας γλάρος ήρθε και στάθηκε μπροστά στον πληγωμένο αρχηγό του. Και μετά άλλος ένας και άλλος ένας κι άλλος κι άλλος μέχρι που ολόκληρο το σμήνος των γλάρων κύκλωσε τον πληγωμένο αρχηγό τους και σηκώνοντας τα φτερά τους ψηλά είπαν στον αετό, «Ως εδώ! Αν θες να τον πλησιάσεις κι άλλο θα πρέπει πρώτα να περάσεις από εμάς.»
Ο αετός κοίταξε ψηλά περιμένοντας κάτι ανάλογο και από τους δικούς του πράγμα που βέβαια δε συνέβη γιατί οι αετοί είναι πουλιά μοναχικά ενώ οι γλάροι δημιουργούν οικογένειες μέσα στο σμήνος που ζουν και όλοι μαζί συμπορεύονται στους καιρούς που ακολουθούν την ύπαρξή τους.
Οι γλάροι έμεναν εκεί ακίνητοι με τα φτερά τους ανοιχτά και σηκωμένα φτιάχνοντας ένα πανέμορφο αλλά αδιάρρηκτο λευκό τείχος γύρω από τον αρχηγό τους και ο αετός χωρίς να έχει άλλα περιθώρια υποχώρησε και αποσύρθηκε στη βουνοκορφή που είχε τη φωλιά του.
Οι γλάροι έμεναν εκεί ακίνητοι με τα φτερά τους ανοιχτά και σηκωμένα φτιάχνοντας ένα πανέμορφο αλλά αδιάρρηκτο λευκό τείχος γύρω από τον αρχηγό τους και ο αετός χωρίς να έχει άλλα περιθώρια υποχώρησε και αποσύρθηκε στη βουνοκορφή που είχε τη φωλιά του.
Ποιος νίκησε σε αυτή τη διαμάχη; Κανείς δε νοιάστηκε ποτέ να βγάλει αποτέλεσμα, αλλά αν το καλοσκεφτεί κανείς σίγουρα δεν έχασαν οι γλάροι.
Πολλές φορές στη ζωή η μάχη με κάποιον αντίπαλο μοιάζει άνιση ή αμφίρροπη. Άλλες φορές χάνεις κι άλλες νικάς. Αυτό όμως που έχει πάντα σημασία είναι ποιος, όταν πέσεις, θα σου απλώσει το χέρι να σηκωθείς. Γιατί αν βρεθεί έστω κι ένας τότε σίγουρα ο ηττημένος δεν είσαι εσύ.