Να 'μαι, λοιπόν, ξανά με ένα ιστορικό μυθιστόρημα ανά χείρας να περιπλανιέμαι σε χώρες και κοινωνίες προηγούμενων αιώνων, κι αυτή τη φορά, η Ευρυδίκη Λειβαδά-Ντούκα κρατάει το «μαγικό ραβδί». Το παρεξηγημένο αυτό είδος -πολλοί αναγνώστες φοβούνται ότι θα βαρεθούν ή θα κουραστούν- συναντά σε αυτό το βιβλίο, όχι απλά έναν άξιο εκπρόσωπο αλλά μια ιστορία σταθμό. Ας πάρουμε τα δεδομένα με τη σειρά.
Το λογοτεχνικό ταξίδι στον χρόνο και τα μέρη ξεκινά με μια ποιητική φράση: Οι μέρες χάνουν το μέτρημά τους. Η συγγραφέας σκαρώνει μια μυθογραφία με επίκεντρο την μεγάλη -και σε μέγεθος και σε σημασία- Ναυμαχία της Ναυπάκτου, μεταφέρει την ατμόσφαιρα, τις συνθήκες, τα χρώματα της εποχής, σκιαγραφεί τους ανθρώπους και τις κοινωνίες, αναγκαστικά φιλτράρει συγκρίνοντας ενώ κυρίαρχο ρόλο, όπως θα ήταν αναμενόμενο, έχουν και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, ο ρόλος των εκκλησιών των λαών, η γενικότερη λατρευτική ματιά.
Έψαξε και βρήκε ανάμεσα στις δυο θρησκείες αυτά που τις ένωναν, κι όχι αυτά που τις χώριζαν, θα γράψει για έναν χαρακτήρα της. Και η αλήθεια είναι πως χρειάζεται διαύγεια καθαρού κι ανοιχτού μυαλού ώστε να παραμείνει ο συγγραφέας-καταγραφέας ουδέτερος σε τέτοια καυτά θέματα, να μην υποπέσει στην παγίδα της πρόσαψης σε μία ή σε κάποιες πλευρές και να μην γίνει καυστικός προς μία κατεύθυνση. Σε αυτό το βιβλίο, η Ευρυδίκη Λειβαδά-Ντούκα, προβάλει, χωρίς σκοπιμότητα, όλες τις εμπλεκόμενες θρησκείες και κάθε πίστη, με σοφία. Αναδεικνύει το καλό σε κάθε περίσταση παρά τα μίση, τις διαφορές, τα λάθη... κι ο αναγνώστης θα προσέξει πόσο γόνιμος είναι ο εμβόλιμος σχολιασμός της, όπως λόγου χάρη στο τρίτο κεφάλαιο με αφορμή τη δύναμη του Πάπα.
Ταξιδεύοντας στις σελίδες και την ιστορία, που διαρκεί από τον Μάρτιο ως τον Οκτώβριο του 1571, συνεχώς βλέπουμε ομοιότητες με την εποχή μας, κυρίως τα βασικότερα και διαχρονικά δίπολα των κοινωνιών: πλούτος-φτώχεια, ακμή-παρακμή, πολιτική-θρησκεία, εξουσία-πολίτης, κ.ο.κ. και παράλληλα εμπλουτίζουμε τις γνώσεις μας ποικιλοτρόπως μαθαίνοντας λέξεις, κοινωνικά χαρακτηριστικά, συνήθειες, ιστορικά πρόσωπα, χρονολόγιο ενεργειών... Ενδεικτικά αναφέρω την σωκρατική διδασκαλία που απαντάται στις σελίδες, την θαυματουργή λήμνεια λάσπη ή όταν θα γράψει για ένα μικρό κρινάκι, που σαν μυρίσει δηλητήριο, γέρνει σχεδόν επί τόπου και πεθαίνει.
Τα βασανιστήρια εύκολα μεταμορφώνουν αθώους σε ένοχους.
Στο εισαγωγικό σημείωμα της ίδιας διαβάζω ότι ήθελε να δημοσιεύσει αυτό το έργο ως μνημόσυνο κι οφειλή -προφανώς ιστορική- ενώ κάπου αλλού θα αναφέρει ότι η φιλολογία θα κατορθώσει να συναντήσει την ιστοριογραφία. Αυτά τα δύο σημεία, νομίζω, χαρακτηρίζουν όλο το πόνημα και τη συγγραφέα. Πώς το κατάφερε; Στο συναισθηματικό κομμάτι, προφανώς άνοιξε τις «κεραίες της ενσυναίσθησης» για να αφουγκραστεί τις καταστάσεις· για το πολιτικό πλαίσιο γράφει χαρακτηριστικά: Έκρινα πως καλύτερη λύση για να μπορέσω να αποκρυσταλλώσω «ακριβή» εικόνα τού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο θα τοποθετούσα τους ήρωές μου, πραγματικούς και φανταστικούς, ήταν η επιτόπια μελέτη όσων περισσότερων αρχείων μπορούσα. Αυτό το «ταξίδι» άρχισε στις 30 Ιανουαρίου 2010 και κατέληξε το 2018. Κι εδώ αξίζει να σημειωθεί, εν συντομία, πόσο λαθεμένη είναι η βιάση με την οποία διακατέχονται πολλοί νεότεροι ομότεχνοι.
Το λογοτεχνικό ταξίδι στον χρόνο και τα μέρη ξεκινά με μια ποιητική φράση: Οι μέρες χάνουν το μέτρημά τους. Η συγγραφέας σκαρώνει μια μυθογραφία με επίκεντρο την μεγάλη -και σε μέγεθος και σε σημασία- Ναυμαχία της Ναυπάκτου, μεταφέρει την ατμόσφαιρα, τις συνθήκες, τα χρώματα της εποχής, σκιαγραφεί τους ανθρώπους και τις κοινωνίες, αναγκαστικά φιλτράρει συγκρίνοντας ενώ κυρίαρχο ρόλο, όπως θα ήταν αναμενόμενο, έχουν και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, ο ρόλος των εκκλησιών των λαών, η γενικότερη λατρευτική ματιά.
Έψαξε και βρήκε ανάμεσα στις δυο θρησκείες αυτά που τις ένωναν, κι όχι αυτά που τις χώριζαν, θα γράψει για έναν χαρακτήρα της. Και η αλήθεια είναι πως χρειάζεται διαύγεια καθαρού κι ανοιχτού μυαλού ώστε να παραμείνει ο συγγραφέας-καταγραφέας ουδέτερος σε τέτοια καυτά θέματα, να μην υποπέσει στην παγίδα της πρόσαψης σε μία ή σε κάποιες πλευρές και να μην γίνει καυστικός προς μία κατεύθυνση. Σε αυτό το βιβλίο, η Ευρυδίκη Λειβαδά-Ντούκα, προβάλει, χωρίς σκοπιμότητα, όλες τις εμπλεκόμενες θρησκείες και κάθε πίστη, με σοφία. Αναδεικνύει το καλό σε κάθε περίσταση παρά τα μίση, τις διαφορές, τα λάθη... κι ο αναγνώστης θα προσέξει πόσο γόνιμος είναι ο εμβόλιμος σχολιασμός της, όπως λόγου χάρη στο τρίτο κεφάλαιο με αφορμή τη δύναμη του Πάπα.
Ταξιδεύοντας στις σελίδες και την ιστορία, που διαρκεί από τον Μάρτιο ως τον Οκτώβριο του 1571, συνεχώς βλέπουμε ομοιότητες με την εποχή μας, κυρίως τα βασικότερα και διαχρονικά δίπολα των κοινωνιών: πλούτος-φτώχεια, ακμή-παρακμή, πολιτική-θρησκεία, εξουσία-πολίτης, κ.ο.κ. και παράλληλα εμπλουτίζουμε τις γνώσεις μας ποικιλοτρόπως μαθαίνοντας λέξεις, κοινωνικά χαρακτηριστικά, συνήθειες, ιστορικά πρόσωπα, χρονολόγιο ενεργειών... Ενδεικτικά αναφέρω την σωκρατική διδασκαλία που απαντάται στις σελίδες, την θαυματουργή λήμνεια λάσπη ή όταν θα γράψει για ένα μικρό κρινάκι, που σαν μυρίσει δηλητήριο, γέρνει σχεδόν επί τόπου και πεθαίνει.
Κεντρίζει συνεχώς το ενδιαφέρον και σε ταξιδεύει με παραστατικότητα και όλη την απαραίτητη επεξηγηματικότητα ώστε να μη μείνει τίποτα μετέωρο, αδιευκρίνιστο, θολό, ασαφές. Εντέλει, ψυχαγωγεί με την κυριολεκτική σημασία του όρου -αγωγή της ψυχής.
Παραμένει δίπλα στον άνθρωπο, συμπαραστέκεται στους ήρωες -ακόμα και στις ιστορικές προσωπικότητες, δηλαδή τα πραγματικά πρόσωπα- και εξερευνά την ανθρώπινη διάσταση.Τα βασανιστήρια εύκολα μεταμορφώνουν αθώους σε ένοχους.
Στο εισαγωγικό σημείωμα της ίδιας διαβάζω ότι ήθελε να δημοσιεύσει αυτό το έργο ως μνημόσυνο κι οφειλή -προφανώς ιστορική- ενώ κάπου αλλού θα αναφέρει ότι η φιλολογία θα κατορθώσει να συναντήσει την ιστοριογραφία. Αυτά τα δύο σημεία, νομίζω, χαρακτηρίζουν όλο το πόνημα και τη συγγραφέα. Πώς το κατάφερε; Στο συναισθηματικό κομμάτι, προφανώς άνοιξε τις «κεραίες της ενσυναίσθησης» για να αφουγκραστεί τις καταστάσεις· για το πολιτικό πλαίσιο γράφει χαρακτηριστικά: Έκρινα πως καλύτερη λύση για να μπορέσω να αποκρυσταλλώσω «ακριβή» εικόνα τού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο θα τοποθετούσα τους ήρωές μου, πραγματικούς και φανταστικούς, ήταν η επιτόπια μελέτη όσων περισσότερων αρχείων μπορούσα. Αυτό το «ταξίδι» άρχισε στις 30 Ιανουαρίου 2010 και κατέληξε το 2018. Κι εδώ αξίζει να σημειωθεί, εν συντομία, πόσο λαθεμένη είναι η βιάση με την οποία διακατέχονται πολλοί νεότεροι ομότεχνοι.
Στο ίδιο σημείωμα κάνει λόγο και για πολλά θέματα που αντιμετώπισε· κάνει και τις παρατηρήσεις της ενώ ορίζει το διαδραστικό πλαίσιο του έργου. Ενδεικτικά υπογράμμισα τα εξής: Η έννοια του «άπιστου» που κατά κόρον χρησιμοποιείτο τότε και από τις δυο πλευρές, μου προκαλεί εντύπωση. [...] Σπαθί κι Αίμα. Σταυρός κι Ημισέληνος: τα τέσσερα πρωταρχικά στοιχεία που κυριάρχησαν στην αναμέτρηση αυτή που δίκαια χαρακτηρίζεται Αρμαγεδών και είναι η 13η σταυροφορία, η οποία με ιερότητα και θυσία κλείνει τον μεγάλο ιπποτικό κύκλο. [...] ...η μεγαλύτερη πολεμική επιχείρηση, με τις περισσότερες -αριθμητικά- δυνάμεις, στον μικρότερο δυνατόν χρόνο (περίπου 4 ώρες), με την εμπλοκή σχεδόν όλων τότε των λαών Ευρώπης, Β. Αφρικής και Ανατολίας και με τις περισσότερες απώλειες ψυχών.
Δύο προτάσεις της έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα και σκοπό. Στην πρώτη λέει, καθώς το 2021 συμπληρώνονται 450 χρόνια από την ναυμαχία, ότι θα ήταν πολύτιμο όλες οι εκκλησίες, Ρωμαιοκαθολική, Μουσουλμανική και Ορθόδοξη, να συνδιοργανώσουν τελετή-μνημόσυνο σε ανάμνηση των χιλιάδων νεκρών και στη δεύτερη, όλα τα κράτη (Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία, Ελλάδα, Αλβανία, Β. Αφρική, Κροατία, Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κύπρος κ.ά.) να υψώσουν από κοινού Μνημείο Αιώνιας Συγνώμης για τους νεκρούς, είτε τους ναυτικούς, είτε τους πολεμιστές, είτε τους κωπηλάτες. Για άπαντες.Όπως ήταν λογικό, τα πρόσωπα που έχουν ρόλο στην Ναυμαχία είναι πολλά, όμως περιέχεται ένας συγκεντρωτικός πίνακας, για να μη «χανόμαστε», και σε κάθε ένα κεφάλαιο αναφέρονται οι εμπλεκόμενοι πριν από οτιδήποτε άλλο· μια πρακτική που σε αυτό το βιβλίο λειτουργεί υπέροχα, όπως και οι επεξηγήσεις στο τέλος κάθε κεφαλαίου, και όχι στο τέλος της μυθιστορίας, που προσφέρουν τις κατάλληλες πληροφορίες τη στιγμή που τις χρειαζόμαστε. Ένα επιπλέον παράρτημα-μέρος του βιβλίου στο τέλος προσφέρει πλούσιες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις. Αισθάνεσαι πως ό,τι και όποιος έχει σχετιστεί με κάποιο τρόπο με την Ναυμαχία βρίσκεται μέσα σε αυτόν τον τόμο.
Με τόσα στοιχεία και εικόνες γνωρίζουμε έναν ολόκληρο κόσμο με τρόπο ευχάριστο, ενδιαφέρον και ενωτικό προς τους λαούς και τις θρησκείες. Αισθάνεσαι ότι λύνει τις διαφορές τους προσφέροντας μια άρτια αναπαράσταση του τραγικά θαυμαστού αυτού πολέμου.
Κι αν κάπου «παραδεχτεί» κι εκείνη ότι πρόκειται για όργιο οδύνης και φρίκης, εμείς νιώθουμε την συγκίνηση και την ανθρωπιά. Βλέπουμε ανάγλυφα τις συνθήκες. Βιώνουμε το ταξίδι εποχής και αγωνιούμε για εκείνους τους χαρακτήρες που συμπαθήσαμε. Παίρνουμε ένα μάθημα ιστορίας που θα κρατήσουμε από εδώ και στο εξής στην μνήμη -ως ένα μεγάλο βαθμό, οφείλουμε να το κρατήσουμε!
-Πες μου, γιατί το έκανες αυτό;
-Μη με ρωτάς, Η ζωή μου αξίζει όσο η δική σου τώρα.
Κοινό κισμέτ.
Δεν έχει σημασία ποιος είπε τι σε ποιον. Κι οι δυο μπορεί να τα είπαν όλα.
Το μυθιστόρημα της Ευρυδίκης Λειβαδά-Ντούκα, Στους θρόνους της Αποκάλυψης, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδύσσεια.
Ευχαριστώ τη συγγραφέα για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.
Επίσης:
Στα σκαλοπάτια τ' ουρανού