Για το καθήκον αυτό, καλούνται η αγγλίδα νοσηλεύτρια Ελίζαμπεθ Ράιτ, εκπαιδευμένη σε γνωστότατο νοσηλευτικό τάγμα στον πόλεμο της Κριμαίας, και η αδερφή Μιχαήλ, μια μοναχή επίσης εκπαιδευμένη στη νοσηλευτική. Αποστολή τους, να μην αφήσουν ούτε λεπτό το παιδί από τα μάτια τους και φυσικά ν’ αποκαλύψουν την απάτη, εφόσον αυτή υφίσταται.
Η Ελίζαμπεθ Ράιτ, καταφθάνει στο φτωχικό σπίτι σαν αρπακτικό, ούσα σίγουρη πως θα ξεσκεπάσει το ψέμα που καλύπτεται από το πέπλο του μυστηρίου. Για να το κάνει ακόμα πιο εύκολο, απαγορεύει τις επισκέψεις στις ορδές κόσμου που συρρέουν ακόμα και από μακρινά μέρη, για να συναντήσουν το παιδί-θαύμα, το κορίτσι που επιβιώνει χωρίς τροφή. Ο μόνος που δεν μπορεί (και στη συνέχεια δε θέλει) να διώξει, είναι ένας δημοσιογράφος από το Δουβλίνο, ο οποίος ψάχνει επίσης να μάθει την αλήθεια.
Η Ελίζαμπεθ απογοητεύεται πολύ γρήγορα, μη βρίσκοντας κάτι που να δείχνει πως η μικρή είναι μια έξυπνη απατεώνισσα. Αντιθέτως, όσο περνούν οι μέρες, έρχεται πιο κοντά με την Άννα και προσπαθεί να την πείσει να φάει μιας και η εμπειρία της της λέει πως το παιδί δε θα μπορέσει να επιζήσει για πολύ ακόμα. Και πράγματι, όταν ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για το κορίτσι, θα κάνει τ’ αδύνατα δυνατά για να τη σώσει. Ο πόλεμος είναι μεγάλος και άνισος. Η Ελίζαμπεθ έρχεται αντιμέτωπη με το θρησκευτικό ζήλο ενός ολόκληρου χωριού, αλλά και αρχέγονες δεισιδαιμονίες. Αποφασισμένη να μην το βάλει κάτω και έχοντας στο πλευρό της τον δημοσιογράφο, θα ξεπεράσει εαυτόν για να μη χάσει αυτή τη μάχη, από την οποία κρίνεται η ζωή του παιδιού.
Το τρομερό μυστικό βγαίνει στη φόρα και η πιστή νοσοκόμα κινδυνεύει να γίνει βορρά στα νύχια μιας κοινωνίας που βαδίζει με κλειστά μάτια στο μονόδρομο της θρησκείας. Ο χρόνος τελειώνει και τα περιθώρια στενεύουν εις βάρος του παιδιού. Δύο μέρες πριν το τέλος της παρακολούθησης, το μικρό κορίτσι ετοιμάζεται για τη ζωή κοντά στο θεό, που τόσο λάτρεψε στην επίγεια ζωή του. Η πιστή νοσοκόμα, αρνείται να εγκαταλείψει την προσπάθεια αν και η ματαιότητα είναι πια προ των πυλών.
Η Ελίζαμπεθ Ράιτ, άθεη εκ πεποιθήσεως, έχει μπει σ’ ένα λαβύρινθο άθελά της και προσπαθεί να βρει την έξοδο –δίχως τη βοήθεια της Αριάδνης– προτού ο Μινώταυρος, που στην προκειμένη περίπτωση είναι ο θεός, κατασπαράξει την Άννα, η οποία είναι αποφασισμένη ν’ αφεθεί στα χέρια του, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να βρεθεί κοντά στον λίγο μεγαλύτερο αδερφό της που η οικογένεια έχασε πρόωρα. Η νοσοκόμα όμως δε θ’ αφήσει τίποτα στην τύχη. Όσο άνιση κι αν μοιάζει η μάχη, εκείνη πολεμά σκληρά. Εναντιώνεται σε κάθε θεό, ακόμα και στην ίδια την επιτροπή, χάρη στην οποία έγινε η πρόσληψή της.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου είναι άρτια πλασμένοι και τοποθετημένοι στις σωστές θέσεις, από τα στενά μέλη της οικογένειας, ως την υπάλληλο στο πανδοχείο. Ρόλοι που θα μπορούσαν να είναι αδιάφοροι, κι όμως η ίδια ύπαρξή τους, αρκεί για να σου δημιουργήσει ο καθένας χωριστά το αίσθημα του φόβου, που συνοδεύει την άρνηση σε οτιδήποτε είναι έξω από τα πιστεύω τους. Ο κυρίαρχος, πέρα από το άγρυπνο μάτι της μάνας, ίσως θα μπορούσε να θεωρηθεί του δημοσιογράφου, ο οποίος μπαίνει δυναμικά στο ρόλο του και καταλήγει να είναι και ο καταλύτης του δράματος. Ο έρωτας που υποβόσκει ανάμεσα σε αυτόν και την Ελίζαμπεθ θα κορυφωθεί την ακριβώς κατάλληλη στιγμή. Η παθητική στάση της Ελίζαμπεθ αρχικά, ίσως να δικαιολογείται εν μέρει από τα τοπικά ταμπού, δεν παύει όμως να υπάρχει ένα μικρό κενό σε αυτό το σημείο. Ας μην ξεχνάμε πως βρισκόμαστε στα μέσα του 19ου αιώνα και οι μάγισσες έχουν πάψει προ πολλού να καίγονται στην πυρά. Δεν είναι όμως η μόνη παθητική. Ο πατέρας της οικογένειας δείχνει να δέχεται στωικά την αυτοκτονία της κόρης του, αλλά και το ρόλο της μάνας σε όλο αυτό.
Ο χρόνος μοιάζει να πηγαίνει προς τα πίσω, σχεδόν στα πάντα. Στα μεταφορικά μέσα, στη νοοτροπία, στην ποιότητα ζωής, στη νοσηλεία, το πλέον απαραίτητο αγαθό. Οι περιγραφές της συγγραφέα είναι πειστικές, αρκεί να ζεις αρκετά χρόνια πίσω ή σε μια, ξεκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, κοινωνία. Σε όλη την έκταση του βιβλίου συναντάμε λεπτομερή καταγραφή στο κάθε τι, κάτι που σε τοποθετεί νοερά μέσα στις σελίδες και σε κάνει να ζεις την κάθε στιγμή. Το σπίτι της οικογένειας γίνεται τρομερά οικείο, αν και οι συνθήκες ζωής, είναι σχεδόν άθλιες. Η φτώχεια βασιλεύει και δεν είναι δύσκολο να πιστέψεις πως, αυτός ο θεός που τόσο πολύ πιστεύουν, τους έχει ξεχασμένους. Η γραφή, στρωτή και καθαρή, αλλά σε πολλά σημεία επαναλαμβανόμενη και ίσως κουραστική.
Η εκκλησία και η θρησκεία κυρίαρχες, όσο και προβληματικές. Μυστικά καλά κρυμμένα, αλλά και απάθεια από άτομα σε καίριες θέσεις, όπως ο γιατρός και ο ιερέας και ένα μικρό κορίτσι εξιλαστήριο θύμα, για χάρη της πίστης. Δεν είναι απίθανο να οργιστεί κάποιος ανοιχτόμυαλος, διαβάζοντάς το. Η αγάπη είναι έκδηλη προς το τέλος του βιβλίου, αφού αυτή είναι που τελικά επιστρατεύεται. Η ειλικρινή αφοσίωση της Άννας, που διαφαίνεται μέσα στα μάτια της, ακόμα κι αν δεν τα βλέπεις, την κάνει ν’ αποτελεί τον πιο σκιαγραφημένο χαρακτήρα της περίπλοκης αυτής ιστορίας. Η εκμετάλλευση, είναι ένα από τα τραγικά στοιχεία του βιβλίου, κυρίως επειδή τρέφεται από την άδολη αγάπη ενός παιδιού και φυσικά το πιο αποτρόπαιο, είναι η θυσία του ίδιου του παιδιού για χάρη της θρησκοληψίας, την οποία συναντάμε καθ’ όλη την ανάγνωση.
Οι προσευχές αρχικά δείχνουν περισσότερες από όσο χρειάζεται, αλλά και οι ρόλοι της παρακολούθησης πιο απαθείς από όσο πρέπει. Ένα ετοιμοθάνατο παιδί θα έπρεπε να φτάσει απευθείας στα χέρια κάποιων αρχών, ειδικά κατόπιν επαγγελματικής σύστασης και όχι να γίνεται πειραματόζωο στον αιώνιο πόλεμο επιστήμης και θρησκείας. Αν όμως αναλογιστούμε τη σημασία που φαίνεται να έχει η θρησκεία στη ζωή των κατοίκων του χωριού, καταλήγουμε σ’ ένα ανησυχητικό συμπέρασμα ως προς την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Το ερώτημα εδώ είναι, πόσο επικίνδυνος μπορεί να γίνει ο φανατισμός;
Όπως και να ‘χει, δεν παύει να είναι ενδιαφέρουσα η ανάγνωσή του, μιας και η συγγραφέας έχει μπει βαθιά στο πετσί του θέματος. Ίσως σε μικρότερη έκταση να είχε μεγαλύτερη δύναμη, λόγω της υποχρεωτικής περιεκτικότητας. Η ίδια η συγγραφέας, υποστηρίζει πως έμπνευση αποτέλεσαν και οι ιστορίες των “50 νηστευτριών”, κάτι που θα πρέπει να μας απασχολήσει όσον αφορά τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Γιατί θαύμα δεν μπορεί ποτέ ν’ αποτελέσει ο θάνατος ενός παιδιού, παρά η ίδια η ζωή και αυτό είναι κάτι που η Emma Donaghue καταφέρνει να περάσει ως μήνυμα.
Το μυθιστόρημα της Emma Donoghue, Το θαύμα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος