Εσύ κι Εγώ
Γαλλία. Παρίσι. Και ποίηση! Πόσο ταιριάζουν κάποιες έννοιες μεταξύ τους! Το ατμοσφαιρικό, καλλιτεχνικό κι ερωτικό Παρίσι δε θα μπορούσε να μην υπάρξει ως τόπος συγγραφής, ως σημείο αναφοράς... Και η αλήθεια είναι ότι ακόμα κι εκείνος που δεν έχει βρεθεί ποτέ στους δρόμους του, ένα «Παρίσι» έχει συνδυάσει με τους έρωτές του.
Δεν είναι τυχαίο που μια λογοτέχνις, η Γιόλα Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου, μετέφρασε τη συλλογή του Paul Geraldy, κι ευτυχώς, από την άλλη, που μια τέτοια ευαίσθητη πένα «έπεσε» στα χέρια μιας άλλης πολύ διαισθαντικής· ακόμα κι αν δε γνωρίζει κανείς την γαλλική γλώσσα μένει ήσυχος ότι θα εισπράξει αυτό που τοποθέτησε εκεί ο ποιητής.
Η ίδια, στον πρόλογό της, γράφει για τον δημιουργό: Ο ποιητικός λόγος του Paul Geraldy είναι απλός, γλαφυρός, τρυφερός, στοχαστικός και, παρόλο που σήμερα φαίνεται να είναι ξεπερασμένος, στην εποχή του υπήρξε εντυπωσιακός και ιδιαίτερα ελκυστικός, κυρίως στο γυναικείο αναγνωστικό κοινό. Κάθε έργο πρέπει να συνδέεται, να εξετάζεται και να αναλύεται σε σχέση με την εποχή του, όμως ένα θέμα όπως ο έρωτας είναι διαχρονικό και αμετακίνητο στους αιώνες κι επιπλέον, τα συναισθήματα των ανθρώπων είναι παγκόσμια, πανανθρώπινα, κοινά, σε κάθε εποχή και σε όλα τα μέρη.
Από τα προλογικά σημειώματα λαμβάνουμε μια σειρά πολύ χρήσιμων πληροφοριών για την ποίηση του Geraldy και τον ίδιο, σε βαθμό που μπορεί να φαίνεται πολυλογία μία ακόμα προσέγγιση. Η κυρία Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου λέει: Ο έρωτας και όλα τα συναισθήματα που πηγάζουν απ' αυτόν, όπως η ζήλια, το πάθος και η τρυφερότητα, η αναμονή και η νοσταλγία, η θλίψη, η ελπίδα και η απογοήτευση, η χαρά, η λύπη, η ηδονή και ο πόνος, η ανυπομονησία... και ήδη καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν και θα συναντήσουμε τα πάντα. Αναλύοντας ακόμα περισσότερο το σύνολο, αναφέρει ότι θα διαβάσουμε έργα σε δεύτερο πρόσωπο, αφού απευθύνεται συνεχώς στη γυναίκα που αγαπά [...] πρώτο πρόσωπο, εκφράζοντας έτσι, με τρόπο άμεσο και γλαφυρό, ό,τι αισθάνεται και ό,τι σκέπτεται... ενώ χρησιμοποιεί σχήματα όπως η επανάληψη λέξεων, έναν προσφιλή εκφραστικό τρόπο στους ποιητές... και έντονη την παρουσία φυσιολατρικού στοιχείου. Μετά από όλα αυτά τα χρήσιμα στοιχεία, το βιογραφικό του ποιητή και την ανάλυση των στίχων, θα καταλήξει στη δική της, προσωπική σχέση με το Παρίσι και τα έργα· και τότε θα μονολογήσει σε απολογητικό ύφος: Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς, το σίγουρο είναι πως πάντα και για πολλούς λόγους το πρωτότυπο κείμενο υπερτερεί... Διαπίστωση που φαντάζει σωστή, όμως στο προκείμενο έχουμε μία άξια λογοτέχνιδα, με ενσυναίσθηση, έτοιμη να αφουγκραστεί τις λεπτές αποχρώσεις των λέξεων, το δεύτερο και τρίτο επίπεδο των στίχων και καθόλα έτοιμη να αναλάβει το έργο της απόδοσης στην ελληνική παρά τα όποια θέματα, στα οποία αναφέρεται και ο κύριος Νικ. Π. Μπεζαντάκος στο δικό του σημείωμα. Συγκεκριμένα λέει: Ο μεταφραστής έχει να αναμετρηθεί με την ποιητική ουσία, μια υποκειμενική σύλληψη του νου, που πρέπει να την αποδώσει σε μια άλλη γλώσσα. [...] ...δεν αφορά μόνο τη μορφή, το γλωσσικό ένδυμα, αλλά και το νόημα, χωρίς να λησμονούμε βέβαια ότι μορφή και περιεχόμενο σε οποιοδήποτε έργο τέχνης αποτελούν ένα αδιάσπαστο σύνολο. [...] ...ο μεταφραστής πρέπει να διαθέτει γνώσεις, ικανότητες, ταλέντο και ευσυνειδησία. Σε αυτό το εγχείρημα, εύκολα «βλέπει» ο αναγνώστης την πιστότητα σε όλα τα ανωτέρω· ως επακόλουθο έχουμε στα χέρια μας ένα άξιο αποτέλεσμα.
Δεν είναι τυχαίο που μια λογοτέχνις, η Γιόλα Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου, μετέφρασε τη συλλογή του Paul Geraldy, κι ευτυχώς, από την άλλη, που μια τέτοια ευαίσθητη πένα «έπεσε» στα χέρια μιας άλλης πολύ διαισθαντικής· ακόμα κι αν δε γνωρίζει κανείς την γαλλική γλώσσα μένει ήσυχος ότι θα εισπράξει αυτό που τοποθέτησε εκεί ο ποιητής.
Η ίδια, στον πρόλογό της, γράφει για τον δημιουργό: Ο ποιητικός λόγος του Paul Geraldy είναι απλός, γλαφυρός, τρυφερός, στοχαστικός και, παρόλο που σήμερα φαίνεται να είναι ξεπερασμένος, στην εποχή του υπήρξε εντυπωσιακός και ιδιαίτερα ελκυστικός, κυρίως στο γυναικείο αναγνωστικό κοινό. Κάθε έργο πρέπει να συνδέεται, να εξετάζεται και να αναλύεται σε σχέση με την εποχή του, όμως ένα θέμα όπως ο έρωτας είναι διαχρονικό και αμετακίνητο στους αιώνες κι επιπλέον, τα συναισθήματα των ανθρώπων είναι παγκόσμια, πανανθρώπινα, κοινά, σε κάθε εποχή και σε όλα τα μέρη.
Από τα προλογικά σημειώματα λαμβάνουμε μια σειρά πολύ χρήσιμων πληροφοριών για την ποίηση του Geraldy και τον ίδιο, σε βαθμό που μπορεί να φαίνεται πολυλογία μία ακόμα προσέγγιση. Η κυρία Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου λέει: Ο έρωτας και όλα τα συναισθήματα που πηγάζουν απ' αυτόν, όπως η ζήλια, το πάθος και η τρυφερότητα, η αναμονή και η νοσταλγία, η θλίψη, η ελπίδα και η απογοήτευση, η χαρά, η λύπη, η ηδονή και ο πόνος, η ανυπομονησία... και ήδη καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν και θα συναντήσουμε τα πάντα. Αναλύοντας ακόμα περισσότερο το σύνολο, αναφέρει ότι θα διαβάσουμε έργα σε δεύτερο πρόσωπο, αφού απευθύνεται συνεχώς στη γυναίκα που αγαπά [...] πρώτο πρόσωπο, εκφράζοντας έτσι, με τρόπο άμεσο και γλαφυρό, ό,τι αισθάνεται και ό,τι σκέπτεται... ενώ χρησιμοποιεί σχήματα όπως η επανάληψη λέξεων, έναν προσφιλή εκφραστικό τρόπο στους ποιητές... και έντονη την παρουσία φυσιολατρικού στοιχείου. Μετά από όλα αυτά τα χρήσιμα στοιχεία, το βιογραφικό του ποιητή και την ανάλυση των στίχων, θα καταλήξει στη δική της, προσωπική σχέση με το Παρίσι και τα έργα· και τότε θα μονολογήσει σε απολογητικό ύφος: Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς, το σίγουρο είναι πως πάντα και για πολλούς λόγους το πρωτότυπο κείμενο υπερτερεί... Διαπίστωση που φαντάζει σωστή, όμως στο προκείμενο έχουμε μία άξια λογοτέχνιδα, με ενσυναίσθηση, έτοιμη να αφουγκραστεί τις λεπτές αποχρώσεις των λέξεων, το δεύτερο και τρίτο επίπεδο των στίχων και καθόλα έτοιμη να αναλάβει το έργο της απόδοσης στην ελληνική παρά τα όποια θέματα, στα οποία αναφέρεται και ο κύριος Νικ. Π. Μπεζαντάκος στο δικό του σημείωμα. Συγκεκριμένα λέει: Ο μεταφραστής έχει να αναμετρηθεί με την ποιητική ουσία, μια υποκειμενική σύλληψη του νου, που πρέπει να την αποδώσει σε μια άλλη γλώσσα. [...] ...δεν αφορά μόνο τη μορφή, το γλωσσικό ένδυμα, αλλά και το νόημα, χωρίς να λησμονούμε βέβαια ότι μορφή και περιεχόμενο σε οποιοδήποτε έργο τέχνης αποτελούν ένα αδιάσπαστο σύνολο. [...] ...ο μεταφραστής πρέπει να διαθέτει γνώσεις, ικανότητες, ταλέντο και ευσυνειδησία. Σε αυτό το εγχείρημα, εύκολα «βλέπει» ο αναγνώστης την πιστότητα σε όλα τα ανωτέρω· ως επακόλουθο έχουμε στα χέρια μας ένα άξιο αποτέλεσμα.
Διαβάζοντας τη συλλογή... από το πρώτο έργο, ο ίδιος ο δημιουργός θα μας ανοίξει την καρδιά του δείχνοντας την ξεκάθαρη πρόθεσή του. Αυτό που θα ακολουθήσει είναι κατάθεση ψυχής σε βάθος και ειλικρίνεια, όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια.
Έχω ανάγκη να εκφράσω, να εξηγήσω, να ερμηνεύσω.
Κάτι με πνίγει, εδώ, σαν λυγμός.
Στο δεύτερο κιόλας ποίημα φαίνεται με σαφήνεια πως τίποτα άλλο δεν έχει/είχε αξία (στη ζωή), όλα έγιναν για να τη συναντήσει, ορίζοντας έτσι το σημαίνον.
Να τη κάμαρα [...] όπου ζούσα περιμένοντας εσένα
Κι αργότερα, θα δούμε πως δεν έχει (πια) καμία σημασία το παρελθόν, μα η δική τους κοινή πορεία:
Παραμέρισε αυτές τις φωτογραφίες.
Σε ένα λάγνο κρεσέντο αγάπης κι έρωτα.
Αυτό που μισώ σε σένα / είναι το κακό που σου κάνω.
Αλλού, μια παιχνιδιάρικη πρόθεση, λες και περιπαίζει ή ξεγελάει τους φόβους του κι αλλού, αποδέχεται τη μόνη -τελικά- σταθερά του έρωτα, εκείνη που σε εξυψώνει ως Θεό τη μια, για να σου δείξει πόσο θνητός, μικρός, είσαι την άλλη. Και είναι αυτές ακριβώς οι αδυναμίες του που προβάλλονται, ακόμα και στους τίτλους των έργων. Ζήλια, αμφιβολία, απουσία, ανησυχία κ.ο.κ.
Θα 'θελα να με νοσταλγήσεις / τόσο που να μισήσεις αυτήν την άνοιξη...
Παρότι φουλ ερωτευμένος είναι ειλικρινής και γήινος. Βλέπει τις δυστοπίες του έρωτα, παραδέχεται αυτό που συμβαίνει σε όλα τα επίπεδα: σε εκείνον πρωταρχικά, μα και σε εκείνη, όπως και σε εκείνους, στο «μαζί», στο σύνολό τους.
Θα πρέπει να φαίνεται μέσα στα μάτια μου / πως σου πρόσφερα ολόκληρο τον εαυτό μου!
Θα ήσουν πιο ευτυχισμένη [...] αν δεν ήσουν για μένα ό,τι υπάρχει στον κόσμο αυτό
Οι αναμνήσεις μου είναι πολύ πιο όμορφες μέσα στη μνήμη μου.
Παραμένει καλλιτέχνης, ευαίσθητος... και σε αυτό το επίπεδο δέχεται την ήττα του ενώ το ερώτημα που θέτει χωρίς να το προσφωνεί είναι: χωρίς έρωτα, τι μένει;
Η ανάμνηση είναι ένας ποιητής· / Μη την κάνεις έναν ιστορικό.
Βιώνει όλο το δρόμο, από το πρώτο βλέμμα ως το τελευταίο σκίρτημα... ως το «Θάνατος του φιλιού», ως το τέλος του έρωτα. Ως το πικρό «Φινάλε».
...η λησμονιά, το μοναδικό πράγμα που συγχωρεί. / Και θα υπάρχεις εσύ, και θα υπάρχω εγώ, / και θα 'μαστε δυο πρόσωπα ανάμεσα στους άλλους.
Και μετά τι; Μπορεί το τίποτα, μπορεί ένας συμβιβασμός, μπορεί η αγάπη(;)... άρα τα πάντα. Ενδέχεται όλα τα πράγματα, ακόμα και τα υπέρτατα συναισθήματα, να έχουν μια λήξη, ένα τέλος. Όμως ενδέχεται τα μεγάλα πράγματα, όπως οι μεγάλοι έρωτες, να μη σβήνουν ποτέ. Κι άμα χαθούν είναι επειδή μεταμορφώνονται σε κάτι νέο, πιο σπουδαίο.
Με τούτες τις σκέψεις έζησα το ταξίδι του Geraldy. Με κέρδισε το άγγιγμά του, η ταύτιση με τις συνθήκες, το άνοιγμα. Ο ρομαντισμός του και η παραδοχές του. Η τρυφερότητα, το εσωτερικό σκάψιμο. Κι ενώ θα παραδεχτεί τους περιορισμούς της πένας: Αυτά που έχω κάθε μέρα να σου πω / είναι από 'κείνα, βλέπεις, που δεν λέγονται / χωρίς τη φωνή, τα βλέμματα, τις κινήσεις, τα χαμόγελα... θα αναγνωρίσει -στο ίδιο έργο- πως μέσα σ' αυτά τα λόγια των επιστολών, / θα μπορέσουμε να βάλουμε ένα κομματάκι από τα βάθη τού εαυτού μας.
Αυτό είναι το σημείο που κερδίζεται/κερδίσαμε.
Η ποιητική συλλογή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φίλντισι.
Ευχαριστώ τον εκδότη για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.