Ως φοιτητές δεν είχαμε λεφτά για να μείνουμε σε ξενοδοχείο. Μείναμε μέσα στο Θέατρο, στη σκηνή. Εμείς στήναμε τα σκηνικά, εμείς κάναμε τα πάντα. Ήταν σαν μία φοιτητική εκδρομή με μεγάλη πλάκα. Όταν είσαι δεκαοχτώ χρόνων δεν υπολογίζεις και ιδιαίτερα τις ανέσεις.
Πηγαίνοντας να παίξουμε το βράδυ που στήσαμε σκηνικό και κάναμε μία γενική πρόβα μείναμε στο Βόλο. Πίσω από τη σκηνή είχε μία βρύση από την οποία πίναμε όλη τη νύχτα νερό και φτιάχναμε καφέδες. Την άλλη μέρα το πρωί, την ώρα που στήναμε το σκηνικό, ήρθε ο φύλακας, μας καλημέρισε και κρέμασε στη βρύση μία ταμπέλα που έλεγε «Το νερό δεν πίνεται».
Πρώτη φορά συνάντησα το Στέλιο Μάινα πέρυσι στο «Δείπνο». Κάθε φορά που μιλάμε του λέω πόσο αγαπώ την ταπεινότητα που τον ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια της επιτυχημένης πορείας του.
Τι λέει ο Στέλιος για το Στέλιο;
Στέλιος Μάινας: Συνήθως δε μ' αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου. Όταν μιλάς για τον εαυτό σου ασχολείσαι με κάτι που δεν είναι εποικοδομητικό. Γιατί ό,τι κάνουμε το κάνουμε για να προσφέρουμε κάτι. Οπότε συνήθως δεν μιλάω για τον εαυτό μου. Μιλάω για όλα τα υπόλοιπα εκτός από μένα.
Κύριε Μάινα, σπουδασάτε πρώτα Διοίκηση επιχειρήσεων (Τμήμα τουριστικών επαγγελμάτων) και μετά πήγατε στη Δραματική Σχολή Βεάκη. Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε στον κόσμο της υποκριτικής;
Σ.Μ.: Η τύχη. Ήμουν στο τμήμα τουριστικών επαγγελμάτων, στα τότε ΚΑΤΕ, σημερινά ΤΕΙ. Εκείνη την εποχή, που το φοιτητικό κίνημα ήταν φουντωμένο, οι φοιτητές κάθε άλλο παρά μάθημα έκαναν. Έκαναν μάθημα μα και συγχρόνως πολλά άλλα πράγματα μεταξύ των οποίων ήταν και το θέατρο. Είχαμε φτιάξει στη σχολή μία θεατρική ομάδα όπου συμμετείχε πολύ μεγάλος αριθμός ατόμων. Είχαμε πάνω από εξήντα με εβδομήντα συμμετέχοντες. Έτσι ανεβάσαμε μία παράσταση τον Δράκο του Σβαρτς. Από εκεί λοιπόν ξεκίνησε η ενασχόλησή μου με το θέατρο, στην αρχή ερασιτεχνικά. Μετά ακολούθησα το Θεσσαλικό θέατρο σε κάποιες περιοδείες του σαν μέλος του Θεσσαλικού θεάτρου και αργότερα πήγα στη δραματική σχολή. Πριν πάω στη σχολή είχα μία μικρή εμπειρία του τι ακριβώς σημαίνει θέατρο. Είχα μαγευτεί από αυτόν τον περίεργο κόσμο. Μου φαινόταν πολύ χαλαρός, πολύ άνετος, πολύ φιλόξενος. Ήταν μέσα στα ενδιαφέροντά μου κι έτσι δεν εξάσκησα το επάγγελμα του διευθυντή ξενοδοχείου.
Θέλω να σου αναφέρω και ένα ενσταντανέ που έχει πλάκα και το βίωσα με την ερασιτεχνική ομάδα όταν κάναμε τη μεγάλη περιοδεία στη Θεσσαλία με το Δράκο του Σβαρτς που ήταν μία μεγάλη παράσταση με είκοσι δύο άτομα. Ως φοιτητές δεν είχαμε λεφτά για να μείνουμε σε ξενοδοχείο, μέναμε μέσα στο Θέατρο. Εμείς στήναμε τα σκηνικά, εμείς κάναμε τα πάντα. Ήταν σαν μία φοιτητική εκδρομή με μεγάλη πλάκα. Όταν είσαι δεκαοχτώ χρόνων δεν υπολογίζεις και ιδιαίτερα τις ανέσεις. Πηγαίνοντας να παίξουμε το βράδυ που στήσαμε σκηνικό και κάναμε μία γενική πρόβα μείναμε στο Βόλο. Μείναμε μέσα στο Θέατρο στη σκηνή. Πίσω από αυτήν την σκηνή είχε μία βρύση από την οποία πίναμε όλη τη νύχτα νερό ή φτιάχναμε καφέδες. Την άλλη μέρα το πρωί ήρθε ο φύλακας, την ώρα που στήναμε το σκηνικό, μας καλημέρισε και κρέμασε στη βρύση μία ταμπέλα που έλεγε «Το νερό δεν πίνεται». Παρόλα αυτά οι φοιτητές από την όρεξή τους να συμμετέχουν στα καινούργια πράγματα δεν καταλάβαιναν ούτε από αυτό.
Κύριε Μάινα το 2010 κάνατε την πρώτη σας συγγραφική απόπειρα με το «Τα φαινόμενα απατούν», μία σειρά διηγημάτων.
Σ.Μ.: Αυτό ξεκίνησε από τη ραδιοφωνική εκπομπή που είχα στον Μελωδία για τρία χρόνια που λεγόταν «Εμείς του '60 οι εκδρομείς». Εκεί άρχισε η ενασχόλησή μου με τη γραφή. Μετά έγραφα για περίπου δύο χρόνια στο μηνιαίο περιοδικό Homme διηγήματα τα οποία αποφάσισα να ενώσω για το βιβλίο. Αυτή ήταν η μικρή περιπέτεια της συγγραφικής μου δράσης.
Γιατί δώσατε το συγκεκριμένο τίτλο;
Σ.Μ.: Ο αρχικός τίτλος ήταν «Το άρωμα του lux που αγάπησα», τίτλος ενός από τα διηγήματά μου, αλλά τελικά ο εκδότης το βάφτισε «Τα φαινόμενα απατούν».
Ωστόσο, την τελευταία φορά που μιλήσαμε μου είπατε πως γράφετε κάτι ακόμα, το οποίο πλησιάζει στο τέλος του.
Σ.Μ.: Κι εξακολουθώ να το γράφω. Είναι ένα μυθιστόρημα. Το γράφω πάνω από εφτά χρόνια.
Οπότε το περιμένουμε;
Σ.Μ.: Λογικά ναι. Όλα γίνονται με διαλείμματα. Όταν κάνεις πολλά πράγματα μαζί είναι επόμενο να καθυστερείς κάποια από αυτά.
Πώς ορίζετε το χιούμορ;
Σ.Μ.: Το χιούμορ προϋποθέτει την αίσθηση ματαιότητας του πράγματος, τη στρέβλωση. Γιατί χιούμορ έχουν αυτοί που βλέπουν τα πράγματα από μία τεθλασμένη γωνία, όχι ευθέως. Αν δεις ένα δραματικό γεγονός υπό γωνία μπορεί να είναι και αστείο.
Το χιούμορ είναι η ικανότητα της στρέβλωσης των πραγμάτων. Να δεις τα πράγματα στραβά και να τα αποστασιοποιήσεις. Να βγάλεις το ρούχο της σοβαρότητας. (Σοβαρότητα δεν σημαίνει σοβαροφάνεια.) Το χιούμορ είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Είναι ένας τρόπος να εκφράζεσαι και πολλές φορές να διαμαρτύρεσαι. Κρύβει διαμαρτυρία η οποία γίνεται με χαριτωμένο τρόπο, δεν γίνεται επιθετικά ή η επιθετικότητά του γίνεται πλάγια. Το χιούμορ είναι πολύ σημαντικό στη ζωής μας και ένα βασικό του στοιχείο είναι η καλή του πρόθεση.
Είδαμε το Mega να ρίχνει μαύρο και πρόσφατα να είναι και πάλι στους δέκτες μας τόσο με τις σειρές που αγαπήσαμε όσο και με τη συμμετοχή του στην ενημέρωση. Πώς αισθάνεστε για αυτό;
Σ.Μ.: Το να κλείνει, να σιωπά, ένα μέσο ενημέρωσης θεωρώ ότι είναι ήττα. Ήττα για τη δημοκρατία. Η πολυφωνία είναι απαραίτητος παράγοντάς της. Όταν λοιπόν για τον οποιοδήποτε λόγο κλείνει ένα μέσο και μάλιστα ένα τόσο πετυχημένο μέσο όσο το Mega, και πετυχημένο όχι μόνο για το ψυχαγωγικό του πρόγραμμα αλλά και για την ενημέρωσή του, είναι ένα δυστυχές φαινόμενο. Το να βλέπεις ότι ανοίγει πάλι είναι σαν να αποκαθίσταται η τάξη των πραγμάτων.
Κύριε Μάινα φέτος μέχρι και το Γενάρη ήσασταν για δεύτερη χρονιά στην παράσταση «Το Δείπνο» αλλά και στην «Οδύσσεια» που κατέβηκε λόγω του κορωνοϊού. Πώς αισθάνεστε τώρα που έχει συμβεί όλο αυτό με τον κορωνοϊό;
Σ.Μ.: Λογικά η Οδύσσεια θα ανέβει πάλι του χρόνου. Όλο αυτό που έχει συμβεί είναι πρωτοφανές. Πρώτη φορά το βιώνουμε. Είναι ένας πόλεμος. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι η ανθρωπότητα θα πατήσει pause, γιατί αυτή τη στιγμή δεν είμαστε με stop, είμαστε με pause κι ελπίζουμε να τελειώσει σύντομα.
Νομίζω ότι αυτή την περίοδο οι καλλιτέχνες βασανίζονται οικονομικά περισσότερο από όλους.
Σ.Μ.: Οι καλλιτέχνες είναι στη χειρότερη μοίρα γιατί το επάγγελμά τους από μόνο του είναι προβληματικό και στον αέρα, πόσο μάλλον τώρα που βιώνουμε μία ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση. Οι πρώτοι, οι πιο ευάλωτοι είναι οι καλλιτέχνες αλλά δεν είναι οι μόνοι. Υπάρχουν πολλά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που είναι απίστευτα ευάλωτα, μεταξύ των οποίων και οι καλλιτέχνες. Ο κλάδος μας είναι βιομηχανικοί εργάτες. Ας μην κοιτάμε ότι υπάρχει αυτό το επικάλυμμα της γνωριμίας με τον κόσμο. Είμαστε εργατικό δυναμικό και μάλιστα βαρέων βαρών.
Από τις δουλειές σας στην τηλεόραση υπάρχει κάποια που να την ξεχωρίζετε;
Σ.Μ.: Η κάθε περίοδος της ζωής σου είναι πολύ διαφορετική. Όταν είσαι πιτσιρικάς σου κάνει πάντα εντύπωση η πρώτη σου δουλειά γιατί εκεί είσαι νέος, κάνεις πλάκες, έχεις πολλά να θυμάσαι. Για παράδειγμα, η δουλειά που είχα κάνει, μία κωμωδία «Οι μεν και οι δεν» ήταν μία σειρά ξεγνοιασιάς, του απόλυτου χαβαλέ. Όσο μεγαλώνεις αρχίζεις να ωριμάζεις και να βλέπεις άλλα πράγματα. Έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι από τότε. Κάθε μου δουλειά είναι κάτι διαφορετικό. Κι ελπίζω να είναι κάτι διαφορετικό! Δεν μου αρέσει να βαλτώνω σε κάτι. Μου αρέσει να πηγαίνω παρακάτω.
Μου αρέσετε τόσο σε κωμικό ρόλο όσο και σε δραματικό. Όπως ας πούμε ρόλους που έχετε κάνει κατά καιρούς στις σειρές του Πάνου Κοκκινόπουλου που είναι πιο δραματικοί.
Σ.Μ.: Τον Πανό Κοκκινόπουλο τον αγαπώ πολύ. Θεωρώ ότι είναι ένας πολύ ταλαντούχος σκηνοθέτης που σέβεται τη δουλειά του γιατί οι δουλειές δεν γίνονται μόνες τους. Θέλουν κόπο και χρήμα. Επειδή λοιπόν ο Κοκκινόπουλος είναι ο ίδιος παραγωγός του εαυτού του ξοδεύει τα χρήματα που παίρνει στην παραγωγή. Φαίνεται η δουλειά του.
Θέατρο ή τηλεόραση;
Σ.Μ.: Θέατρο. Έχει αμεσότητα, έχει επαφή με τον κόσμο. Βλέπεις τα μάτια του άλλου Καταλαβαίνεις τον κόσμο. Καταλαβαίνεις την ανάσα. Πάντα το θέατρο ξεχωρίζει.
Κύριε Μάινα έχετε έναν γιο, τον Ιωσήφ, ο οποίος ακολουθεί τόσο τα χνάρια τα δικά σας όσο και της συζύγου σας. Του έχετε πει ποτέ ότι κάνει λάθος, ο χώρος είναι δύσκολος, δεν έχει λεφτά κ.ο.κ.; Πράγματα που μπορεί να πει ένας γονιός...
Σ.Μ.: Όχι. Δεν πρέπει να λες κάτι στα παιδιά. Τα παιδιά βλέπουν, καταλαβαίνουν. Όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον κανονικότητας αντιλαμβάνονται τις συνθήκες οπότε παίρνουν τα μέτρα τους.
Υπάρχει κάτι αστείο που σας έχει συμβεί επί σκηνής;
Σ.Μ.: Αστεία συμβαίνουν πολλά. Δεν θα σου πω κάτι πολύ αστείο, αλλά για μένα ήταν έκπληξη. Γυρίζαμε «Το νησί» τότε στην Κρήτη. Ήταν χειμώνας και είχε φουρτούνα. Είχαμε σηκωθεί από τις πέντε το πρωί και έπρπε να περάσουμε απέναντι στη Σπιναλόγκα με το καραβάκι για να πάμε στο γύρισμα ενώ περιμέναμε να έρθει αεροπλάνο για να φέρει τα δύο παιδιά που έκαναν στη σειρά τα παιδιά μου. Μιλάμε για δύο κορίτσια που τότε ήταν στην ηλικία των οκτώ. Είχε πάει εφτά το πρωί, χειμώνας, και έρχονται δύο νυσταγμένα παιδάκια κατευθείαν από το αεροπλάνο. Μόλις όμως φτάσαμε στην προκυμαία, μας λέει ο καραβοκύρης που είχε το καΐκι «Παιδιά, δεν μπορώ να πάω απέναντι έχει πολλή φουρτούνα. Οπότε θα το κάνουμε την άλλη βδομάδα». Τα παιδάκια έβαλαν τα κλάματα διότι γύρισαν με τους γονείς τους πίσω για Αθήνα, άπρακτα.
Κύριε Μάινα, με τι ματιά παρακολουθείτε την πολιτική;
Σ.Μ.: Με τη ματιά του μέσου ανθρώπου. Προσπαθώ να είμαι αντικειμενικός κρατώντας αποστάσεις. Πιστεύω ότι ο πολίτης πρέπει να αποστασιοποιείται -γενικότερα ο μέσος άνθρωπος- παίρνοντας τη μέση οδό, δηλαδή βγάζοντας έξω τον εαυτό του, προσπαθώντας να δει ποιο είναι το κοινό καλό. Τι είναι δηλαδή αυτό που όσο ωφελεί τον ίδιο ωφελεί και όλους τους ανθρώπους. Έτσι πιστεύω ότι θα κρατήσει μία απόσταση από τα πολιτικά γεγονότα και θα τα δει με την πραγματική τους διάσταση, χωρίς φανατισμούς. Ούτε θετικούς ούτε αρνητικούς φανατισμούς.
Τρία πράγματα στα οποία ο Στέλιος λέει ναι και τρία πράγματα στα οποία ο Στέλιος λέει όχι;
Σ.Μ.: Λέω όχι στην αγένεια, λέω όχι στην εκμετάλλευση και λέω όχι στη φτώχεια. Λέω ναι στην αλληλεγγύη, λέω ναι στην ηρεμία και λέω ναι και στο διάβασμα. Το διάβασμα είναι πράξη αυτογνωσίας και εξερεύνησης έξω και έσω.