Λένας Μαυρουδή-Μούλιου
Δεν ξέρω γιατί, όταν αναφερόμαστε σε μια γιαγιά, όποια γιαγιά, στο νου μας έρχεται μια πολύ ηλικιωμένη γυναίκα καθισμένη σε αναπαυτική πολυθρόνα να πλέκει περίτεχνες νταντέλες με το βελονάκι. Τα εγγόνια της καθισμένα στα πόδια της ακούνε μαγεμένα τα παραμύθια που τους λέει και που τα έχουν ακούσει ξανά και ξανά, μα έχει την τέχνη να τα κάνει πρωτόφαντα, χωρίς τα μικρά να δυσανασχετούν από τις μύριες όσες επαναλήψεις.
Η εικόνα αυτή ανήκει πια στο παρελθόν. Με το προσδόκιμο της ζωής να έχει αυξηθεί εντυπωσιακά, παρόμοια εικόνα ναι μεν υπάρχει αλλά δεν πρόκειται για γιαγιά αλλά για προ γιαγιά, νενέ την λέγανε οι παλιοί.
Έχω φίλη που είναι προ γιαγιά που αν ζήσει ακόμη 10 χρόνια, που σίγουρα θα το κάνει γιατί είναι γερή σαν ταύρος, θα έχει και τρισέγγονα, αν αυτά ακολουθήσουν το ρητό που πρέσβευαν οι γονείς τους: ή μικρός μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου. Ίσως τότε να μοιάζει με την ηλικιωμένη που στην κουνιστή της πολυθρόνα πλέκει νταντέλες λέγοντας στα τρισέγγονα της ιστορίες από τη ζωή της, που μοιάζουν με παραμύθια, μα που πια, αποτελούν μουσειακό είδος αφήγησης.
Η γιαγιά του σήμερα παίζει ακόμα πιάνο, συνθέτει τραγούδια και γράφει βιβλία που μοιάζουν γραμμένα από νεανικό χέρι και τούτο γιατί κι εκείνη νέα αισθάνεται όταν χορεύει ή όταν χαρτοπαίζει με τις παρέες της που κατά κανόνα αποτελούνται από αληθινά νέους ανθρώπους. Το μόνο που στερείται είναι το τσιγάρο, για να μην έχει προβλήματα όταν… γεράσει. Μπορεί ακόμη -και είναι σημαντικό- να ερωτεύεται και να νιώθει την αναζωογόνηση τής λίμπιτο και μέχρι τα εκατό της. Ευλογημένη από τη φύση γι' αυτό το "αγαθό" όταν ο άρρενας συνομήλικός μόλις που θυμάται τις επιδόσεις του και αθυμώντας τις κλαίει!
Η νενέ λοιπόν, η μόνη παραχώρηση που έκανε στον Χρόνο για να τον υπολογίζει, είναι κάτι ποναλάκια στα γόνατα, στη μέση της, άντε και σε πολλές άλλες αρθρώσεις της. Μεθερμηνευόμενον εστί, τίποτα το ανησυχητικό! Είναι ενεργή και παρούσα τόσο στο πνευματικό και καλλιτεχνικό γίγνεσθαι του τόπου της, μα και στον αισθηματικό τομέα. Η ζωή της, τηρουμένων κάποιων αναλογιών, είναι ωραία, μπορεί να μην εμπνέει η φιγούρα της πια τους ποιητές και τους ζωγράφους· ε, και λοιπόν;
Μια τέτοια προγιαγιά λοιπόν, λίγο πριν μείνει χήρα, ερωτεύτηκε σφόδρα έναν κοτσονάτο κύριο περί τα δέκα χρόνια μικρότερό της. Όχι, δεν απάτησε τον υπερήλικα σύζυγό της, το κούτελο του οποίου παρέμεινε μέχρι που απεβίωσε, (έχετε δει εσείς πολλούς παππούδες με δισέγγονα;) χωρίς τα γνωστά διακοσμητικά των ταράνδων, αυτά ντε που αποτελούν σήμα κατατεθέν των απανταχού απατημένων της γης. Να δεις, πώς τα λένε, πώς τα λένε!
Η κυρία δεν χάρηκε καθόλου μα καθόλου για το άντρα της που έφυγε ευγενώς, για να την αφήσει ελεύθερη να ζήσει τον έρωτά της. Ειρήσθω εν παρόδω, ο εραστής, να τον πούμε έτσι για να ξεχωρίζουμε την ήρα από το στάρι, δεν είχε απολύτως κανέναν ενδοιασμό να κερα…, να απατήσει την νόμιμη σύζυγό του, με την ίδια πάντα δικαιολογία που έχουν οι τύποι αυτοί, ότι και καλά δεν της άρεσε το σεξ που γι’ αυτόν ήταν το οξυγόνο του. Σημειώσατε δε ότι η απατημένη ήταν 10 χρόνια μικρότερη του συζύγου και φυσικά 20 χρόνια μικρότερη από την ερωμένη. Για να επαληθευτεί το ρητό ότι ο έρως χρόνια δεν κοιτά και το παν είναι η χημεία που ποτέ κανείς δεν έδωσε λογική εξήγηση για την λογική της. Π.χ. πώς ο Κάρολος προτιμούσε την Καμίλα από την νεράιδα Νταϊάνα που είχε τα μισά της, ίσως και λιγότερα, χρόνια και οσονούπω θα την κάνει και βασίλισσα -όχι σχήμα λόγου ενός ερωτευμένου ανθρώπου, αλλά κυριολεκτικά- αψηφώντας νόμους, συνήθειες και status quο ενός βασιλείου ισχυρού, υπερπολιτισμένου και όχι τριτοκοσμικού;
Ο μόνος φόβος πραγματικός στ’ αλήθεια, του περί ού ο λόγος άπιστου ανδρός, ήταν να μην μαθευτεί ο δεσμός. Γιατί άραγε; Κρυφά ραντεβού, φευγαλέο σεξ. Ίσως να παλιμπαίδιζε ενθυμούμενος τους ερωτικούς δεσμούς της νιότης του, που ήταν απαγορευμένοι, ίσως πάλι αυτό το κρυφτό να ερέθιζε το ερωτικό του ενδιαφέρον.
Και ξαφνικά πεθαίνει η σύζυγος, με τον άπιστο πραγματικά απαρηγόρητο, να πέσει του θανατά που λένε. Και τι θα περίμενε ένας λογικός άνθρωπος τότε να συμβεί; Ασφαλώς ότι τώρα ΕΙΧΕ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ακόμη και να νομιμοποιήσει το δεσμό με την ερωμένη (και συγνώμη φίλη μου, αλλά αυτό είσαι τι άλλο;) που κρατούσε τέσσερα συναπτά και ανέφελα έτη, ΤΥΛΙΓΜΕΝΑ ΜΕ ΧΡΥΣΟΣΚΟΝΗ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΡΚΟΥΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΑΓΑΠΗΣ.
Και ξαφνικά ο χήρος κατακλύστηκε από βαρύτατης μορφής τύψεις ίσως γιατί δεν πρόλαβε να της ζητήσει μια τόσο δα μικρή αντρίκια συγνώμη για το ρεζίλεμα τουλάχιστον που της έκανε τόσο με τις ευκαιριακές πολυαγαπημένες όσο και με τους σοβαρότερους δεσμούς του κατηγορώντας την για ανυπαρξία έρωτα, αυτήν τη μάνα των κοριτσιών του. Με τι μέτρα και σταθμά μετράει κανείς τις τύψεις του, δεν μπορούμε να ξέρουμε βέβαια. Αραίωσε τις συναντήσεις του με την κυρία και η σχέση κρατάει σε επίπεδο τηλεφωνημάτων, στα οποία αυτός και μόνον καλεί. Να τιμωρεί έτσι τον εαυτό του ή και την ερωμένη, ερωτευμένη νενέ, που υπήρξε η τελευταία συνένοχος αυτής της περίεργης μοιχείας; Πολύ πιθανόν. Οι συμπεριφορές του προς τα εκεί συγκλίνουν. Τύψεις κατόπιν εορτής και πλήρης εξαφάνισης ερωτικού ενδιαφέροντος προς την αγαπημένη του μιας και έπαψε να υπάρχει ο "σάκος του μποξ" πάνω στον οποίο έβγαζε τον περίεργο ψυχισμό του.
Και ο καιρός κυλάει και ενώ τα χρονικά περιθώρια στενεύουν συσσωρευόμενα στις ράχες τους με το βιολογικό ρολόι να τείνει οσονούπω να μείνει ξεκούρδιστο, τίποτα στη σχέση αυτή δεν αλλάζει. Προσπαθήσαμε εμείς οι στενοί φίλοι, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, να την πείσουμε να βγει από τον ασφυκτικό κλοιό που της αφαιρεί ζωντάνια, μα η απάντησή της αφοπλιστική για γυναίκα ναι μεν καλοστεκούμενη όπως προείπαμε αλλά που το καλαντάρι δείχνει φευ τις τελευταίες αναλαμπές της 8ης δεκαετίας της.
«Παιδιά (τρόπος του λέγειν, παιδιά, μη μας στρίψει κιόλας), την μονοτονία της άδειας μου μέρας σπάζουν αυτά τα λατρεμένα τηλεφωνήματα που με κάνουν να σκέπτομαι ότι υπάρχω σαν γυναίκα, που όσο κι αν μεγάλωσα δεν θα πω ποτέ γέρασα και ας κουνάτε το κεφάλι σας με οίκτο. Λέτε να μη βλέπω τα αδύνατα σημεία της σχέσης μου; Μα άτιμο πράγμα η μοναξιά και τα τηλεφωνήματα αυτά σχίζουν την απραξία της μέρας μου, κοντολογίς μου δίνουν ζωή και τα αγαπάω και τα περιμένω, ω, πόσο τα περιμένω να ξέρατε! Μου είναι αρκετά. Η μη επαφή μας, αφήνει και περιθώρια φαντασίας, αν γίνομαι κατανοητή».
Πιθανόν ο πολύπειρος ερωτικά κύριος, νιώθει αυτήν την ανάγκη της και δεν φοβάται μην του φύγει και ουσιαστικά και μεταφορικά. Μα, ερώτημα ρητορικό, δεν φοβάται μήπως επαναληφθεί το θέμα των τύψεων του; Ή μήπως συνήθισε να ζει μ’ αυτές, να παριστάνει το άτυχο θύμα μιας κοινωνίας που άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους κατεβάζει;
Και τώρα που λέμε κατεβάζει... Λες ΤΕΛΙΚΑ ΑΥΤΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΕΞΗΓΗΣΗ; Μα πώς ένα ακαταμάχητο αρσενικό να παραδεχτεί τέτοιον παροπλισμό, τέτοιο ρεζιλίκι; Κι ας είναι και δέκα χρόνια μικρότερος. Και λοιπόν;
Είδαμε τα χαΐρια του με την θανούσα, που ήταν εκείνη τα ίδια χρόνια μικρότερη!
🍁
Copyright © Λένα Μαυρουδή-Μούλιου All rights reserved, 2020
Πρώτη δημοσίευση
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα της Angela Moulton (λάδι)
Επίσης: