Μία ιστορία του Brian Friel, με δύο τσεχωφικούς ήρωες ζωντανεύει στη σκηνή του Αγγέλων Βήμα. Το Afterplay ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε σκηνοθεσία Θοδωρή Βουρνά. Ήμουν εκεί. Το είδα, με κέρδισε, έκανε τη φαντασία μου και την περιέργειά μου να εκτοξευθούν και αποφάσισα να ρωτήσω μερικά πράγματα.
Θοδωρή, το Afterplay ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Πώς αποφάσισες λοιπόν να ανεβάσεις το Afterplay;
Θοδωρής Βουρνάς: Η ιδέα του Afterplay ήρθε όταν το είδα πριν από κάποια χρόνια στο Λονδίνο και πραγματικά ήταν ένα έργο που με κέρδισε. Ήταν άμεσο, ειλικρινές κι ανθρώπινο. Είναι η ιστορία δύο ηρώων από δύο κλασσικά έργα του Τσέχωφ που συναντιούνται. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να έχεις γνώση των δύο έργων για να το παρακολουθήσεις. Είναι μία ιστορία με την οποία όλοι μας μπορούμε να ταυτιστούμε. Ο λόγος που αποφάσισα να ανεβάσω το Afterplay ήταν η ανάγκη μου να φέρω στην Ελλάδα ένα έργο που νομίζω ότι αξίζει να ανέβει θεατρικά και αξίζει να το γνωρίσει και ο κόσμος.
Χρύσα και Θοδωρή θέλω να μου πείτε πώς ήρθε η ιδέα να εντάξετε μέσα στο Afterplay το Preplay; Ποια ήταν η εσωτερική ανάγκη που οδήγησε σε αυτό;
Θ.Β.: Το κείμενο του Preplay είναι δημιουργία της Χρύσας Λαγού. Η εσωτερική ανάγκη που με έκανε να θέλω να δημιουργήσω το Preplay ήταν ότι ήθελα να κάνω μία αναφορά στους νέους εκείνης της εποχής, ώστε να δούμε ως επέκταση τον Αντρέι και τη Σόνια· ως κόντρα φιγούρες σε μία νέα γενιά εκείνης της εποχής που είχε προοπτικές. Είναι και κάτι που αντικατοπτρίζει τα έργα του Τσέχωφ, γιατί οι ήρωες ήταν οι νέοι της εποχής οι οποίοι ερχόντουσαν σε κόντρα με μία μεγαλύτερη γενιά. Με το Preplay παίρνουμε μία γεύση από την κοινωνία της εποχής και τις προοπτικές της.
Χρύσα Λαγού: Αυτό ξεκίνησε ως επιθυμία του σκηνοθέτη, οπότε κλήθηκα να χτίσω πάνω σε δύο ρόλους που προϋπήρχαν. Η γενικότερη ιδέα ήταν να βλέπουμε το έργο σε ενιαία μορφή και όχι ως Preplay. Είμαστε στη Ρωσία, κάπου στο 1920. Η χώρα έχει περάσει έναν εμφύλιο και οι άνθρωποι είναι κατακερματισμένοι. Θέλαμε να δείξουμε λίγο το κενό στις σχέσεις των ανθρώπων, τόσο των νεότερων που δεν το είχαν βιώσει, όσο και των παλαιότερων.
Ακούγοντας τα λόγια των δύο νέων, ένιωσα ότι υπάρχουν και πολλά στοιχεία του σήμερα μέσα σε όλο αυτό. Δηλαδή οι άνθρωποι δεν κάνουν πάντα τα πράγματα που θέλουν λόγω οικονομικής κρίσης. Για παράδειγμα, είδαμε ότι η Γιούλα δεν μπόρεσε να σπουδάσει λόγω κακής οικονομικής κατάστασης. Είναι προσαρμοσμένο στο σήμερα.
Χ.Λ.: Ισχύει. Αυτή ήταν η πρόθεση και χαίρομαι που πέτυχε. Οντολογική και βαθύτερη αναζήτηση θα έλεγα, πολιτική αναζήτηση, η θέση του ανθρώπου μες στην κοινωνία... Αυτά είναι διαχρονικά ζητήματα και ερωτήματα. Υπήρχαν και τότε και σήμερα. Εντάχθηκαν στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση του τότε.
Νίκο, πες μου λίγα λόγια για το ρόλο σου.
Νίκος Μέλλος: Ο ρόλος μου γράφτηκε από τη Χρύσα Λαγού. Προσπαθήσαμε να καταλάβουμε όλοι πώς θα ήταν ένα νέο παιδί από το Καζακστάν ή το Ουζμπεκιστάν. Ο Brian Friel πήρε ήρωες του Τσέχωφ, πράγμα που καθιστά το έργο διαχρονικό. Τι πιο διαχρονικό από τον Τσέχωφ;
Νίκο, κράτησα την εξής φράση: «Όλοι δεν είμαστε έτοιμοι να κρίνουμε με βάση τα στερεότυπά μας». Δεδομένου ότι είναι ένα κείμενο που καθρεφτίζει το σήμερα, θέλω να μου πεις, είμαστε πάντα τόσο στερεοτυπικοί;
Ν.Μ.: Είμαστε μόνο στερεοτυπικοί. Προκαταβάλουμε ανθρώπους, καταστάσεις και περιστάσεις. Για παράδειγμα, σου λέει κάποιος για ένα μαγαζί ότι είναι χάλια και χωρίς να το έχεις δει, χωρίς να έχεις πάει, υιοθετείς αυτή την αντίληψη. Το στερεότυπο δεν χρειάζεται να είναι κάτι συνολικό, κάτι που γνωρίζουμε όλοι, υπάρχει και σε πολύ μικρά πράγματα στη ζωή μας. Θεωρώ ότι δεν περιμένουμε πρώτα να βιώσουμε κάτι, να το δούμε από μόνοι μας, μα πιστεύουμε ότι αφού το λένε πολλοί τότε είναι σωστό.
Το έργο εντάσσεται στη θεματική «Ζούμε στις φαντασιώσεις μας;». Εσύ τι λες; Ζούμε στις φαντασιώσεις μας;
Ν.Μ.: Οι συγκεκριμένοι χαρακτήρες αναγκάζονται να ζήσουν. Κυρίως η Σόνια και ο Αντρέι. Αναγκάζονται να ζήσουν τις φαντασιώσεις τους για να μπορέσουν να έρθουν σε επαφή, να μιλήσουν για πράγματα, για να μπορεί να βγει η αλήθεια τους. Εγώ ως άνθρωπος δεν ζω στη φαντασίωσή μου. Δεν μπορώ να πω ότι το έχω αυτό το πράγμα. Φαντασιώνομαι πράγματα αλλά αναγκαστικά η ζωή σου ρίχνει και κάποιες φάπες. Έρχεται η στιγμή που λες ότι ΟΚ καλά το φαντασιώθηκα στον ύπνο μου, αλλά απέχει λίγο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι και η Σόνια και ο Αντρέι είναι δύο τραγικές φιγούρες. Στην αρχή ο Αντρέι παρουσιάζει στη Σόνια μια άλλη εικόνα, θέλει να φανεί ως κάποιος άλλος.
Πασχάλης Τσαρούχας: Παρακολουθώντας τον Αντρέι θα έλεγα ότι δεν προσπαθεί να κοροϊδέψει τη Σόνια. Της λέει την αλήθεια που έχει φτιάξει για τον εαυτό του για να μπορέσει να υπάρξει. Νομίζω ότι κάπου εκεί βρίσκεται η ισορροπία. Και βέβαια, πάντα, ό,τι και να πούμε, όποιο τοίχο και να βάλουμε, όποιο πέπλο κι αν φορέσουμε, πάντα εμείς ξέρουμε την αλήθεια. Γι' αυτό αισθάνεται και την ανάγκη να της αποκαλυφθεί. Ο τρόπος που διάλεξε να το κάνει είναι και λίγο αστείος, γιατί θα μπορούσε να είναι πολύ τραγικός, να κλαίει από την αρχή μέχρι το τέλος αλλά δεν θα είχε ενδιαφέρον.
Άρα ο Αντρέι ζει στη φαντασίωσή του;
Π.Τ.: Στις πρόβες έλεγα στο Θοδωρή κάτι που του άρεσε πολύ. Ότι και η Σόνια και ο Αντρέι είναι δύο ηττημένοι άνθρωποι -είναι μία συζήτηση μεταξύ δύο ηττημένων ανθρώπων. Έχουν χάσει στη ζωή τους και οι δύο, και δεν νομίζω ότι έχουν περιθώριο να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος. Απλώς ο καθένας προσπαθεί να υπάρξει όπως μπορεί μέχρι να φτάσει στο τέλος. Αυτό είναι το ζητούμενο. Ωστόσο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί νομίζω ότι το 99,9% των ανθρώπων είμαστε ηττημένοι. Μας αφορά όλους! Ο Friel το κάνει με μεγάλη μαεστρία αποκαλύπτοντας το λίγο-λίγο, με έναν τρόπο ο οποίος μοιάζει πολύ στον Τσέχωφ. Δεν έχει πάρει μόνο τους ήρωες του Τσέχωφ, έχει πάρει λίγο και τον τρόπο του ενώ σε ένα βαθμό, αν και δεν ξέρω αν αυτή ήταν η πρόθεσή του, δικαιώνει αυτούς τους δύο ανθρώπους. Δύο ήρωες του Τσέχωφ, οι οποίοι στο δικό τους έργο ο καθένας, περνάει στη σκιά, δεν είναι το «φωτισμένο» πρόσωπο, έρχεται και τους δίνει φως.
Μαρία πες μου λίγα λόγια για το ρόλο σου.
Μαρία Θωμά: Ο ρόλος μου που λέγεται Γιούλα Πετρόβα, αν και δε συστήθηκε σκηνικά, είναι μία Ρωσίδα 25 χρόνων. Αντιπροσωπεύει ουσιαστικά την νέα γενιά εκείνης της εποχής ενώ είμαστε ακριβώς 100 χρόνια μετά την εποχή που τοποθετείται το έργο και βλέπουμε ότι 100 χρόνια μετά συμβαίνουν τα ίδια πράγματα. Θέλουμε να δείξουμε την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Παράλληλα όμως, θέλουμε να δείξουμε ότι στη νέα γενιά υπήρχε πάντα η ελπίδα. Πάντα υπάρχει ελπίδα στη νέα γενιά σε σχέση με τους μεγαλύτερους ανθρώπους, που στο έργο μας αντιπροσωπεύει η Σόνια και ο Αντρέι. Γι' αυτό άλλωστε και σκηνικά δείχνουμε -προς το τέλος του έργου- ότι ενώ το ζευγάρι της Σόνιας και του Αντρέι χωρίζεται, η Γιούλα και ο Ιβάν παραμένουν στο ίδιο τραπέζι, μαζί. Οπότε ουσιαστικά δείχνουμε αυτή τη διαφορά γενεών και εκείνη την εποχή -πάνω κάτω είναι ίδια μέτρα και ίδια σταθμά με την δική μας.
Το έργο έχει ενταχθεί από τον σκηνοθέτη στην εξής θεματική: «Ζούμε στις φαντασιώσεις μας;» Εσύ τι λες; Ζούμε μέσα σε αυτές;
Μ.Θ.: Εν μέρει ζούμε στις φαντασιώσεις μας. Το θέμα είναι κατά πόσο μπορούμε να ξεφύγουμε από φαντασιώσεις που δεν μπορούν να εκπληρωθούν. Αυτό είναι το ζήτημα για τη Σόνια. Η Σόνια φαίνεται να μην θέλει να φύγει από αυτή τη φαντασίωση. Αντίθετα, η Γιούλα, ο δικός μου ρόλος, δεν ζει σε κάποια φαντασίωση.
Θα χαρακτήριζα, τόσο τον Αντρέι όσο και τη Σόνια τραγικούς ήρωες. Η Σόνια στην αρχή δείχνει να είναι μία πολύ δυναμική γυναίκα, αλλά στην πραγματικότητα έχει αυτό το μικρό αγκάθι όσον αφορά στο Μιχαήλ. Είναι δυναμική αλλά και εύθραυστη.
Θεοδώρα Σιάρκου: Η Σόνια είναι πολύ ωραίος ρόλος, ο οποίος στον Τσέχωφ δεν είναι ένας από τους λαμπερούς ρόλους. Ο Friel έχει κάνει το εξής γοητευτικό. Έχει πάρει δύο πρόσωπα τα οποία δεν είναι λαμπερά. Δύο τσεχωφικούς ήρωες τους οποίους βάζει να συναντηθούν περιστασιακά, μετά από είκοσι χρόνια που οι ζωές τους έχουν πια προχωρήσει, βλέπεις όμως ότι και οι δύο είναι προσκολλημένοι στο παρελθόν, δεν έχουν καταφέρει να αλλάξουν κάτι στην ζωή τους. Ωστόσο, η ζωή του Αντρέι έχει περισσότερο ενδιαφέρον γιατί έχει αποκτήσει παιδιά, οπότε εξαιτίας των παιδιών του η ζωή του πάει σε άλλα μονοπάτια. Η Σόνια είναι πιο ταλαιπωρημένη γιατί έχει χάσει το Θείο Βάνια και έχει μείνει με το κτήμα που επίσης κινδυνεύει να χάσει λόγω κακών οικονομικών. Όμως είναι ένας χαρακτήρας που έχει μάθει να δουλεύει σκληρά, κι αυτό ίσως την κάνει δυναμική. Αλλά έχει βιώσει την προδοσία από πολλές πλευρές. Και όταν λέω προδοσία, εννοώ ότι έχασε τη μητέρα της, ο πατέρας της παντρεύτηκε μία γυναίκα πολύ ωραιότερη από την ίδια, στην ηλικία της. Έπειτα, ο Θείος Βάνιας ερωτεύεται αυτή τη γυναίκα που έχει παντρευτεί ο πατέρας της. Μετά, βλέπει ότι ο έρωτας της ζωής της, ο Μιχαήλ, γοητεύεται επίσης από την ίδια αυτή γυναίκα, την Ελένα. Μάλιστα στον Τσέχωφ βλέπουμε ότι η Σόνια προσπάθησε να κάνει φίλη της την Ελένα και της είχε εξομολογηθεί και τον έρωτα της για το Μιχαήλ. Βλέπει όμως ότι προδίδεται από παντού. Αυτό το πράγμα την έχει διαλύσει. Έχει μία ευαισθησία που την διέπει σαν προσωπικότητα, σαν χαρακτήρα και στην πραγματικότητα αντιμετωπίζει αυτό που η ίδια λέει και αναφέρεται πολλές φορές στον Friel, και αυτός είναι και ο εφιάλτης της: η μοναξιά, πώς θα τα βγάλει πέρα με αυτή την μοναξιά.
Δεν δείχνει να ξαφνιάζεται από τα ψέματα του Αντρέι. Και νομίζω εκείνη υποψιάζεται εξαρχής τα ψέματά του.
Θ.Σ.: Η Σόνια έχει καταλάβει από την αρχή ότι ο Αντρέι δεν είναι απόλυτα ειλικρινής απέναντί της. Αλλά και η ίδια δεν είναι απόλυτα ειλικρινής. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο για πρώτη-δεύτερη φορά δεν θα κάτσεις να του πεις την ιστορία της ζωής σου και να του φανερώσεις τις ρωγμές σου. Θα είσαι λίγο πιο επιφυλακτικός και θα ανοιχτείς σιγά σιγά. Σιγά σιγά ξεδιπλώνονται και αυτοί οι δύο, σιγά σιγά πέφτουν οι μάσκες. Και νομίζω ότι σε αυτό βοηθάει πάρα πολύ και το αλκοόλ. Δεν είναι τυχαίο που η Σόνια αποφασίζει να βγάλει από την τσάντα της το μπουκάλι με το αλκοόλ και να το μοιραστεί. Εκεί χαλαρώνουν και αρχίζουν να γίνονται πιο αληθινοί. Και μάλιστα το αλκοόλ αναφέρεται και στο Preplay, εκεί που η Γιούλα και ο Ιβάν λένε ότι εδώ έρχονται άνθρωποι, πίνουν, ξαφνικά αρχίζουν να τσακώνονται ή χαίρονται. Ο Ιβάν μάλιστα ζητάει να πιει και δεύτερη βότκα και λέει ότι θέλει να έρθει σε επαφή με τη Γιούλα. Το αλκοόλ βοηθάει να χαλαρώσεις και να κινηθείς στα μύχια της ψυχής σου.
Η αγωνία της Σόνιας είναι το πως θα διαχειριστεί τη μοναξιά που απλώνεται μπροστά της και ζητάει γενναιότητα. Θεωρεί ότι δεν είναι αρκετά γενναία για να αντιμετωπίσει όλη αυτήν την μοναξιά, γιατί αυτός είναι και ο εφιάλτης κάθε ανθρώπινης ψυχής. Παρότι η ζωή τής δίνει μία ευκαιρία να πάει παρακάτω και το λέει και η ίδια στην αρχή του έργου, «ίσως και να μην είναι τόσο κακό να φεύγει κανείς από ότι έκανε στο παρελθόν και να κάνει κάποια στιγμή στην ζωή του κάτι καινούργιο», παρόλα αυτά και ενώ μέχρι την τελευταία στιγμή έχει δώσει στον Αντρέι την ελπίδα ότι θα ξανασυναντηθούν, ότι θα της γράψει, θα βρεθούν στη Μόσχα, τελικά όλη αυτή η αλλαγή την τρομάζει τόσο πολύ -γιατί οι αλλαγές στην ζωή μας φέρνουν τρόμο- και αποφασίζει να ζήσει αυτό που έχει μάθει να ζει. Απατηλό, σπάνιο, περίεργο, μεσοβέζικο αλλά αληθινό. Προτιμάει να ζει με τον Μιχαήλ αυτό που έχει μάθει να ζει παρά να τολμήσει να πάει την ζωή της ένα βήμα παρακάτω.
Στο δελτίο τύπου:
Το Αfterplay γράφτηκε το 2002. O συγγραφέας του Brian Friel έχει χαρακτηριστεί ως ο Τσέχωφ της Ιρλανδίας και έχει θεωρηθεί ισάξιος των συγχρόνων του Samuel Beckett, Harold Pinter, Arthur Miller και Tennessee Williams. Είναι γνωστός στην Ελλάδα από το πολυβραβευμένο έργο του «Χορεύοντας στην Λουνάσα». Έχει βραβευτεί με βραβεία Τony, Laurence Olivier, με το Βραβείο Θεατρικών Κριτικών Νέας Υόρκης κ.ά.
Στο Afterplay, βάζει να συναντιούνται τυχαία σε ένα καφέ στη Μόσχα δύο ήρωες του Τσέχωφ: η Σόνια (Θεοδώρα Σιάρκου) από τον Θείο Βάνια και ο Αντρέι (Πασχάλης Τσαρούχας) από τις Τρεις Αδελφές. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που, χώρια ο καθένας, απόκτησαν ζωή ως ήρωες των δύο πασίγνωστων θεατρικών έργων του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα. Τώρα, υπάρχουν ακόμα, αλλά ζουν στην αφάνεια. Στην πρώτη τους τυχαία συνάντηση σε ένα εστιατόριο στη Μόσχα, αυτός τής λέει πως τώρα βρίσκεται στην πρωτεύουσα για να παίξει βιολί με την Κρατική Ορχήστρα σε μια γνωστή Όπερα και πως, τον υπόλοιπο καιρό, ζει ευτυχισμένος με την γυναίκα και τα δύο όμορφα παιδιά τους στην επαρχιακή πόλη όπου ζούσε με τις Τρεις Αδελφές του. Αυτή του λέει πως ζει ακόμα στο σπίτι του θείου Βάνια, ο οποίος πέθανε γλυκά και ήρεμα και πως εκείνη τώρα βρίσκεται στην Μόσχα για μια συμφέρουσα επένδυση που θα δώσει νέα ζωή στο κτήμα του.
Όμως, η μαγική γραφίδα του Brian Friel ξύνει αριστοτεχνικά αυτή την επιφάνεια των διηγήσεων της πρώτης συνάντησης της Σόνιας και του Αντρέι αποκαλύπτοντας μπροστά μας, με την δεύτερη συνάντησή τους, την τωρινή, πραγματική και πέρα από φαντασιώσεις ζωή τους. Έτσι που, μέχρι να πέσει η αυλαία του τέλους, εμείς θα έχουμε δει καθαρά όλα τα μυστικά και ψέματα και όλες τις διαψεύσεις που ο καθένας τους επιμελώς θέλει να κρύβει.
To Afterplay το συμπληρώνει ένα εισαγωγικό έργο που δημιουργήθηκε από πρόταση του σκηνοθέτη σε δραματουργική επεξεργασία της Χρύσας Λαγού. Στο Preplay γνωρίζουμε δυο νέους, την Γιούλα (Μαρία Θωμά) και τον Ιβάν (Νίκος Μέλλος) που έχουν τη δικιά τους τυχαία συνάντηση, λίγο πριν έρθουν η Σόνια και ο Αντρέι στο εστιατόριο. Μέσα από την κουβέντα τους παίρνουμε μια μικρή εικόνα της εποχής και της κοινωνίας στην Μόσχα του 1920.
Συντελεστές:
Μετάφραση: Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Βουρνάς
Σκηνικά-Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Αγιαννίτης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Σπύρος Σιακαντάρης
Δραματουργική Επεξεργασία / Εισαγωγικό Κείμενο: Χρύσα Λαγού
Φωτογραφίες Πορτρέτων: Erion Kovaci
Φωτογραφίες Παράστασης: Ανδρέας Καμουτσής
Παίζουν:
Θεοδώρα Σιάρκου, Πασχάλης Τσαρούχας, Μαρία Θωμά, Νίκος Μέλλος
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00 στο Αγγέλων Βήμα [2105242211] και είναι ενταγμένο στην Καλλιτεχνική περίοδο 2019-2020 που αφορά στη θεματική ενότητα «Ζούμε στις φαντασιώσεις μας;»
Στο Afterplay, βάζει να συναντιούνται τυχαία σε ένα καφέ στη Μόσχα δύο ήρωες του Τσέχωφ: η Σόνια (Θεοδώρα Σιάρκου) από τον Θείο Βάνια και ο Αντρέι (Πασχάλης Τσαρούχας) από τις Τρεις Αδελφές. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που, χώρια ο καθένας, απόκτησαν ζωή ως ήρωες των δύο πασίγνωστων θεατρικών έργων του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα. Τώρα, υπάρχουν ακόμα, αλλά ζουν στην αφάνεια. Στην πρώτη τους τυχαία συνάντηση σε ένα εστιατόριο στη Μόσχα, αυτός τής λέει πως τώρα βρίσκεται στην πρωτεύουσα για να παίξει βιολί με την Κρατική Ορχήστρα σε μια γνωστή Όπερα και πως, τον υπόλοιπο καιρό, ζει ευτυχισμένος με την γυναίκα και τα δύο όμορφα παιδιά τους στην επαρχιακή πόλη όπου ζούσε με τις Τρεις Αδελφές του. Αυτή του λέει πως ζει ακόμα στο σπίτι του θείου Βάνια, ο οποίος πέθανε γλυκά και ήρεμα και πως εκείνη τώρα βρίσκεται στην Μόσχα για μια συμφέρουσα επένδυση που θα δώσει νέα ζωή στο κτήμα του.
Όμως, η μαγική γραφίδα του Brian Friel ξύνει αριστοτεχνικά αυτή την επιφάνεια των διηγήσεων της πρώτης συνάντησης της Σόνιας και του Αντρέι αποκαλύπτοντας μπροστά μας, με την δεύτερη συνάντησή τους, την τωρινή, πραγματική και πέρα από φαντασιώσεις ζωή τους. Έτσι που, μέχρι να πέσει η αυλαία του τέλους, εμείς θα έχουμε δει καθαρά όλα τα μυστικά και ψέματα και όλες τις διαψεύσεις που ο καθένας τους επιμελώς θέλει να κρύβει.
To Afterplay το συμπληρώνει ένα εισαγωγικό έργο που δημιουργήθηκε από πρόταση του σκηνοθέτη σε δραματουργική επεξεργασία της Χρύσας Λαγού. Στο Preplay γνωρίζουμε δυο νέους, την Γιούλα (Μαρία Θωμά) και τον Ιβάν (Νίκος Μέλλος) που έχουν τη δικιά τους τυχαία συνάντηση, λίγο πριν έρθουν η Σόνια και ο Αντρέι στο εστιατόριο. Μέσα από την κουβέντα τους παίρνουμε μια μικρή εικόνα της εποχής και της κοινωνίας στην Μόσχα του 1920.
Συντελεστές:
Μετάφραση: Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Βουρνάς
Σκηνικά-Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Αγιαννίτης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Σπύρος Σιακαντάρης
Δραματουργική Επεξεργασία / Εισαγωγικό Κείμενο: Χρύσα Λαγού
Φωτογραφίες Πορτρέτων: Erion Kovaci
Φωτογραφίες Παράστασης: Ανδρέας Καμουτσής
Παίζουν:
Θεοδώρα Σιάρκου, Πασχάλης Τσαρούχας, Μαρία Θωμά, Νίκος Μέλλος
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00 στο Αγγέλων Βήμα [2105242211] και είναι ενταγμένο στην Καλλιτεχνική περίοδο 2019-2020 που αφορά στη θεματική ενότητα «Ζούμε στις φαντασιώσεις μας;»