Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Οι Μαγεμένες

Στη σημερινή μηνιαία συνάντηση της λέσχης ανάγνωσης της βιβλιοθήκης Ορέστου έχουμε την χαρά να φιλοξενούμε την αγαπημένη μας συγγραφέα κα Μαίρη Κόντζογλου και το βιβλίο της «Οι Μαγεμένες». Είναι η δεύτερη φορά που η συγγραφέας μας δίνει την χαρά της επίσκεψής της καθώς την είχαμε στην βιβλιοπαρέα μας και πέρσι με το βιβλίο της «Το μέλι, το θαλασσινό».

Η συγγραφέας της μπεστ σέλερ τριλογίας, «Τα Παλιά Ασήμια», μας χαρίζει ένα βιβλίο, ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας στα μέσα του 19ου αιώνα. Το έναυσμα ήρθε από ένα άρθρο που της έδωσε ο γιος της και όταν η ίδια βρέθηκε στο δίλημμα με ποιο θέμα να ξεκινήσει τη συγγραφή με ένα αστυνομικό μυθιστόρημα ή με τις Μαγεμένες, η απάντηση όπως μας διηγείται η ίδια ήρθε συμπαντικά, καθώς άνοιξε τον υπολογιστή της να ενημερωθεί για τα νέα της ημέρας και είδε την έκθεση με τα αντίγραφα για τις Μαγεμένες που φιλοξενούσε η πόλη μας τον Σεπτέμβριο του 2015, την οποία κι εγώ είχα επισκεφθεί γιατί το στήσιμο και την ψηφιακή διαχείριση την είχε αναλάβει ο ξάδερφός μου Θεοχάρης Σιδηρόπουλος. Το βιβλίο, Οι Μαγεμένες, επιλέχθηκε, γιατί αναφέρεται στην πόλη της Θεσσαλονίκης, που είναι ο κεντρικός άξονας των φετινών συναντήσεων στην βιβλιοπαρέα μας και εστιάζει στην ποικιλομορφία των κατοίκων της που είναι ένα μωσαϊκό Εβραίων, χριστιανών, μουσουλμάνων, Τούρκων κι Αρμένηδων.
Το γεγονός της καταστροφής και απαγωγής του ρωμαϊκού μνημείου από τη Θεσσαλονίκη το 1864 είναι το κέντρο της αφήγησης, το οποίο εμπλουτίζεται με στοιχεία μυθοπλασίας, πολλά πρόσωπα, μοιραίες και σαγηνευτικές γυναίκες, γενναίους άντρες που θυσιάζονται για την αδελφότητα της Μακεδονίας. Το μνημείο ανήκει στο τέλος του 2ου και αρχές του 3ου αιώνα μ.Χ. Οι μαρτυρίες προέρχονται από τον επιγραφολόγο Εμμανουέλ Μίλλερ και τις επιστολές από δικό του βιβλίο από όπου αντλήθηκαν οι πληροφορίες.

Η αφήγηση ξεκινάει με τον λαϊκό μύθο για τη Στοά των Ειδώλων σύμφωνα με τον οποίο η βασίλισσα και η συνοδεία της υπέστησαν μάγια και μαρμάρωσαν, τα οποία προορίζονταν για τον Μέγα Αλέξανδρο που είχε συνευρεθεί με την βασίλισσα. Ο βασιλιάς της Θράκης θέλησε να τον τιμωρήσει, αντ’ αυτού τιμώρησε τη σύζυγό του.
Στην επιστολή του Μίλλερ στη Θάσο το 1863 στη σύζυγό του διαβάζουμε ότι η Ελλάδα είναι γεμάτη από αναξιοποίητους θησαυρούς που ξεπουλιούνται για ένα κομμάτι ψωμί σα να είναι καθημερινά εμπορεύματα. Εκφράζει τον διακαή του πόθο να αποκτήσει τις Μαγεμένες που βρίσκονται σε μια εβραϊκή συνοικία με κάθε μέσο ακόμη και με «μπαξίσια» ή «ανατολίτικες γαλιφιές», όπως μας λέει η συγγραφέας, για να μεταφερθούν και να κοσμήσουν το μουσείο του Λούβρου.

Η Αννίκα, ένα πανέξυπνο κοριτσάκι επισκέπτεται το μνημείο, το οποίο χρησιμοποιεί η ξαδέρφη της για να την φοβίζει, όσο όμως η ίδια προοδεύει στα γράμματα, τόσο περισσότερο εξορθολογίζονται οι σκέψεις της και τόσο λιγότερο το φοβάται. Αργότερα, το μνημείο γίνεται το σημείο αναφοράς των δύο ερωτευμένων παιδιών, ο συνδετικός κρίκος της Αννίκας και του Νικόλα. Επίσης, το μνημείο αποτελεί τόπο συνάντησης με τον αγαπημένο της, που ήταν ο αγαπημένος υπάλληλος του πατέρα της, του Νταβίντ Εφέντη. Ο Νικόλας, βλάχικης καταγωγής, συμμετέχει στον απελευθερωτικό αγώνα κατά των Τούρκων. Η Αννίκα έχει έντονη δίψα για μάθηση, στοιχείο απαγορευτικό για την εποχή την οποία μιλάμε, που είναι καθαρά ανδροκρατούμενη και οι γυναίκες δεν έχουν λόγο. Η μικρή που έχει μια δυνατή σχέση με τον πατέρα της, που για χάρη της ξεπερνά τις κοινωνικές συμβάσεις, ήξερε ότι η γνώση είναι ελευθερία. Ο Νταβίντ Εφέντη, της έμαθε να γράφει, να μετράει, να της εξιστορεί την δυναμική της πόλης τους, που ήταν επί τρεις αυτοκρατορίες (ρωμαϊκή, βυζαντινή, οθωμανική), η συμπρωτεύουσα μετά την Ινσταμπούλ. Ένα βράδυ που όλοι στο σπίτι είχαν κοιμηθεί, το ανήσυχο πνεύμα της μικρής, έστρεψε το βλέμμα στο παράθυρο και ξεχώρισε μια δίνη στην ομίχλη που την προσκαλούσε να την διαβεί. Τότε τις παρουσιάστηκαν προσωποποιημένες οι μορφές της μυθολογίας που παρίσταναν τα αγάλματα του μνημείου, οι Μαινάδες που συνόδευαν τον Διόνυσο, ο Γανυμήδης, ο οινοχόος των Θεών, η Λήδα που έψαχνε τα παιδιά της, η Αριάδνη, η Θεά Νίκη, και ο Διόνυσος. Τα αγάλματα εξέφρασαν με ανθρώπινη φωνή την αγωνία τους για τον ξεριζωμό τους και το παράπονό τους ότι επιβίωσαν από σεισμούς, πλημμύρες και πυρκαγιές και τώρα κινδύνευαν οι ξένοι να τους ξεριζώσουν επικαλούμενοι την προστασία τους.

Όταν η αδερφή της η Στερίνα παντρεύτηκε, η Αννίκα απολάμβανε τον χώρο στο σπίτι και συνήθισε στην απουσία της. Δυσκολευόταν όμως να συνηθίσει την απουσία του Νικόλα. Περνούσε τον χρόνο της διαβάζοντας τα βιβλία που έφερνε στο σπίτι ο πατέρας της, ενώ η μητέρα της θα προτιμούσε να ασχολείται με τις παραδοσιακές ασχολίες των κοριτσιών, όπως η ετοιμασία της προίκας (σ. 126).

Ένα άλλο πρόσωπο του βιβλίου μας είναι ο Αλέξανδρος ή το χαϊδεμένο της Ευδοξίας, που είναι ένας ρομαντικός γλύπτης που απέχει από τα κοινά και η ζωή του νοηματοδοτείται όταν θα γνωρίσει τον Νικόλα και θα συμμετέχει στην αδελφότητα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Η μούσα του είναι η Απολίν, είναι μια πανέμορφη γυναίκα που προσπαθεί να την απεικονίσει στο μάρμαρο. Ο Περικλής Δημητριάδης είναι ο πατέρας του Αλέξανδρου που έχει καλές διασυνδέσεις με τις οθωμανικές αρχές, ασχολείται με το εμπόριο, είναι κερδοσκόπος και θέλει να μυήσει τον γιό του στα μυστικά του εμπορίου. Όταν γνωρίζει την ερωμένη του γιου του την ερωτεύεται παράφορα και την παντρεύεται, καθώς ο Αλέξανδρος ήταν ιδιαίτερα ανασταλτικός να προχωρήσει τη ζωή του με την Απολίν. Μια και η ίδια λοιπόν ήθελε διακαώς να αποκατασταθεί, παντρεύτηκε τον Περικλή, κάνοντας τον Αλέξανδρο να νιώθει προδομένος και άδειος. Οι Τούρκοι έκλεβαν τις ζωές των κατοίκων της πόλης, κρατώντας τους σκλάβους και επιτρέποντας στους ξένους να αρπάζουν τα μνημεία, τους αποστερούσαν από το παρελθόν και την ιστορία τους (σ. 234).

Ο Νταβίντ Εφέντη, μέλος της αδελφότητας για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, ήθελε τη διάσωση του μνημείου από την αρπαγή, γνωστοποιώντας τον κίνδυνο σε άλλους και προσπαθώντας να διασυνδέσει το μνημείο, την ιστορία, τη πατρίδα, και τη λευτεριά. (σ. 238) Ο Νικόλας διαπίστωνε πως όλοι και οι φιλελεύθεροι δυτικοί προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την Ελλάδα κλέβοντας τους θησαυρούς της. Ο Νταβίντ Εφέντη στέλνει τον Νικόλα σε μια επικίνδυνη αποστολή κατασκοπείας του γάλλου Μίλλερ και όταν αυτός συλλαμβάνεται και τον καταδιώκει ο τουρκικός στρατός χτυπημένο από μια σφαίρα, τον διασώζει ο Αλέξανδρος. Μέσα από τη στάση ηρωισμού και αλτρουισμού του Νικόλα, ο Αλέξανδρος αισθάνεται ντροπή για την αδιαφορία που έδειχνε στα κοινά και που όλα του τα ενδιαφέροντα ήταν η γλυπτική. Μια λέξη, η «μπέσα», του δίνει φτερά και τον γεμίζει ελπίδες για ένα ουσιαστικό νόημα στη ζωή του. Ο τραυματίας Νικόλας γίνεται για τον Αλέξανδρο ένα σύμβολο, ένας άνθρωπος με υψηλά ιδανικά, με όνειρα, από αυτούς που εξυψώνουν το ανθρώπινο είδος (σ. 281).
Θέλοντας να βοηθήσει τον Νικόλα, στρέφεται στην Απολίν για να του βρει έναν γιατρό έμπιστο να φροντίσει τον Νικόλα που φιλοξενεί στο σπίτι του. Ο γιατρός Τομά Νταγύ σύντομα ενσωματώνεται στην φιλία των δύο. Ο αδίστακτος έμπορος Περικλής Δημητριάδης, ο πατέρας του Αλέξανδρου, βοηθάει τον ξένο Μίλλερ για την αρπαγή του μνημείου. Αντίθετα, ο Αλέξανδρος αισθάνεται ότι η ζωή είναι υπέροχη και αξίζει γιατί υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι. Αναλαμβάνει να κάνει τον αγγελιοφόρο στη μητέρα και την αδελφή του Νικόλα για να μηνύσει τα μαντάτα ότι ο Νικόλας είναι ζωντανός και σύντομα θα μπορέσει να τους επισκεφτεί. Στο ταπεινό και φτωχικό τους σπίτι, ένιωσε μια χλιαρή στέρνα αγάπης, καθώς οι γυναίκες τον πίστεψαν και τον περιποιήθηκαν.

Το μνημείο μετατρέπεται σε πεδίο μάχης με πολλούς σκοτωμούς ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να το φυγαδεύσουν και σε αυτούς που θέλουν να το κρατήσουν στην πόλη. Ο Αλέξανδρος συλλαμβάνεται από έναν Γάλλο, πλησιάζουν η Απολίν και ο πατέρας του και ένας Ζαπτιές ετοιμάζεται να τον πυροβολήσει. Νιώθει τυχερός που πρόλαβε να ζήσει έστω και μια μικρή επανάσταση, έναν αγώνα για την πατρίδα. Η Απολίν μπαίνει ανάμεσα στο όπλο και στον Αλέξανδρο, με μια ύστατη πράξη αυτοθυσίας για να χαρίσει τη ζωή στον αγαπημένο της. Ο Αλέξανδρος την παίρνει αγκαλιά και την κουβαλά νεκρή. Ο Νικόλας συλλαμβάνεται γιατί απείλησε τον Μίλλερ και ο Νταβίντ Εφέντη αρπάζει την Αννίκα που παρακολουθεί τη σύλληψη και με κόπο τη βάζει στο σπίτι για να μη κινδυνεύσει. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε στο σπίτι του αγκάλιασε το γλυπτό και ένιωσε πως μέσα από αυτό θα ζούσε για πάντα η Απολίν, εξυμνώντας έτσι την θεραπευτική δύναμη της τέχνης (σ. 495).

Ο Περικλής νιώθει οργή για όλους τους Τούρκους για το θάνατο της γυναίκας του, τους Έλληνες που θέλουν να απελευθερωθούν χαλώντας τις δουλειές των εμπόρων, τους ξένους που είναι αναξιόπιστοι και θέλουν να εκμεταλλευτούν όλους και τον γιό του που έβλεπε ανταγωνιστικά. Ο Αλέξανδρος πούλησε το σπίτι της μάνας του σε κάποιους Γάλλους και με τα χρήματα πήγαν με τον δάσκαλο να εξαγοράσουν την ποινή της αποφυλάκισης του Νικόλα (503 σ.). Ο Αλέξανδρος άρπαξε το κλειδί και ελευθέρωσε τον Νικόλα δίνοντάς του τα ρούχα που του έφεραν. Ο δάσκαλος τον φυγαδεύει και τότε εμφανίζεται απρόσμενα μπροστά του σαν οπτασία η Αννίκα. Ο ίδιος ο Νταβίντ Εφέντη επέλεξε να τη φέρει γιατί ήξερε ότι είναι ένα ξεχωριστό παιδί που δεν πρέπει να χαθεί στον κλοιό της κοινωνίας και της οικογένειας. Ο Miller παρά τα προβλήματα της μεταφοράς του μνημείου, γιατί έπρεπε να σπάσει ο θριγκός υπό την προστασία του Πασά της Θεσσαλονίκης αφού τον δωροδόκησε, και του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ' της Γαλλίας, αφαίρεσε το μνημείο τον Δεκέμβριο του 1864.

Οι δυο νέοι μπαίνουν σε μια βάρκα αποχαιρετώντας την όμορφη πόλη. Το βιβλίο κλείνει με τις μαγεμένες να έχουν φτάσει στο νέο τόπο κατοικίας τους να έχουν φωνή και να μας εκμυστηρεύονται ότι κρυώνουν και φοβούνται στον ξένο τόπο σαν μια αλληγορία για να τονίσει πόσο ανοίκεια είναι η ξένη χώρα μακριά από τη γη που ανήκουν, την ελληνική γη.
Στο βιβλίο προβάλλονται αξίες όπως ο αγώνας για την κοινωνική ελευθερία, την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, την απλότητα και τη ζεστασιά των φτωχών ανθρώπων, την αυτοθυσία, την τέχνη. Τίθεται το δίπολο ατομικό και συλλογικό συμφέρον κυρίως μέσα από την ζωή του Αλέξανδρου που μεταβαίνει από την ατομικότητα στη συλλογικότητα, τον έρωτα δίχως όρια.
Κλείνοντας, οι μαγεμένες για τη δική μου αναγνωστική ματιά είναι ένα αξιόλογο βιβλίο που επάξια συμπεριλαμβάνεται στα βιβλία που αξίζει να διαβάσει κανείς και που η λέσχη μας επέλεξε.
Περισσότερα από τη Δήμητρα Σιδηροπούλου

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα