Άνοιξε τα μάτια του. Είχε μόλις ξυπνήσει, και το ρολόι που ήταν τοποθετημένο στον απέναντι τοίχο του υπνοδωματίου, έδειχνε 10.00. Το ξενύχτι του Σαββάτου ήταν η αιτία για τον πονοκέφαλο του, ενώ στις φλέβες έρεε ακόμα το αλκοόλ που είχε καταναλώσει στο μπαρ.
Η αναπνοή του, μύριζε «μοναξιά» καθώς το ραντεβού του με την Ελεονόρα δεν είχε το ποθητό αποτέλεσμα για εκείνον. Αντιθέτως μάλιστα, εκείνη του διατράνωσε την επιθυμία της, για ακόμα μία φορά το τελευταίο χρονικό διάστημα, να διακόψουνε την τρίχρονη σχέση που διατηρούσανε. Καθώς ετοίμαζε τον «ελληνικό» του καφέ αναζήτησε στο κινητό του τηλέφωνο τον αριθμό της.
Δεν ήταν ακόμα σίγουρος, αν θα την διέγραφε ή όχι. Σημασία είχε ότι έπρεπε να δει ξεκάθαρα το μέλλον. Δίχως την επιρροή της αγάπης που ένιωθε για εκείνη, παρά μονάχα με οδηγό τα δικά του θέλω.
Εκείνη η Κυριακή του Γενάρη ήταν αρκετά ψυχρή γι’αυτό κάθισε δίπλα στο τζάκι που είχε μόλις ανάψει, του σαλονιού. Άρχισε να ζεσταίνεται σιγά σιγά. Κάθε γουλιά που έπινε ήταν μία απόδραση στις εικόνες του παρελθόντος. Διέπονταν από όμορφες και θλιβερές στιγμές, αλλά κυρίως ανέδυαν αφοσίωση.
Εκείνη η Κυριακή του Γενάρη ήταν αρκετά ψυχρή γι’αυτό κάθισε δίπλα στο τζάκι που είχε μόλις ανάψει, του σαλονιού. Άρχισε να ζεσταίνεται σιγά σιγά. Κάθε γουλιά που έπινε ήταν μία απόδραση στις εικόνες του παρελθόντος. Διέπονταν από όμορφες και θλιβερές στιγμές, αλλά κυρίως ανέδυαν αφοσίωση.
Όμως, μέχρι πριν από λίγες ώρες, σε εκείνο το «λυκόφως» οι κουβέντες είχανε αλληλοσυγκρουστεί εμποτισμένες, με γερή δόση εγωισμού. Η ψυχή τελικά είναι απρόβλεπτη, ιδιαίτερα εκείνη των εραστών.
Τα χρονογραφήματα του Νίκου συνοδεύει κολάζ από έργα της Elinore Schnurr.
Βρείτε τον Νίκο Βαρδάκα στη σελίδα του στο facebook.