Μια ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε η συλλογή της Γιάννας Κατωπόδη για αρκετούς λόγους, κάποιους εκ των οποίων θα επιχειρήσω να σας αναπτύξω παρακάτω.
Το βιβλίο περιλαμβάνει δεκατρία διηγήματα περιορισμένης έκτασης, από εκείνα που διαβάζονται παντού, όχι επειδή είναι «εύκολα» ή «εύπεπτα» -κάθε άλλο!- μα επειδή είναι σύντομα και «χωράνε» την ώρα που χρειάζεται το μετρό να σε πάει από το ένα σημείο στο άλλο ή την ώρα της βαριεστημένης αναμονής σε κάποιο ιατρείο, στη δημόσια υπηρεσία, ή όσο παίρνει να βράσουν τα μακαρόνια κ.ο.κ. Το βιβλίο έχει αυτό το πλεονέκτημα που μόνο τα βιβλία αυτού του είδους διαθέτουν κι έτσι διαβάζεται -χωρίς να το καταλάβεις καλά καλά- στα ενδιάμεσα της καθημερινότητας, όμως ο αισθαντικός λόγος της Κατωπόδη, η δραματική πένα της και οι συναισθηματικές της αποχρώσεις (θα) σε ακολουθούν για καιρό.
Εννοείται είναι γεμάτο από φώτα. Μικρά και μεγάλα, φώτα που σηματοδοτούν αναμνήσεις, εικόνες, αισθήματα... παρόν, παρελθόν και μέλλον. Σκέφτομαι αν εκτός από φώτα συνάντησα και «φώτα» αλλά καταλήγω ότι τα δεύτερα είναι κάπως υποκειμενικά και εξατομικευμένα οπότε κλείνω την παρένθεση και εξακολουθώ.
Μια διάχυτη μελαγχολία και μια ατέρμονη θλίψη απαντώνται γενικά. Η συγκίνηση που προσφέρουν οι ιστορίες είναι πολλή. Το ανθρώπινο δράμα πρωτοστατεί με παρονομαστή όλες τις κοινωνικές τυπικότητες, τις ψεύτικες, υποκριτικές κι ανούσιες. Ένας κόμπος δημιουργείται στο λαιμό. Ή στην καρδιά -αναλόγως της ευαισθησίας που έχει κανείς. Συνήθως είναι μεσάνυχτα· ή λίγο πριν ή λίγο μετά... πάντα νύχτα όμως. Θα πεις ότι τα φώτα τότε αποκτούν νόημα. Η συγγραφέας παρατάσσεται μ' αυτό και τα «(παρ-)ακολουθεί».
Μικρά φώτα, μεγάλα φώτα και φωτάκια που χορεύουν ρυθμικά σε χιλιοειπωμένα τραγούδια.
Θα συναντήσεις πολύ φως. Από το κόκκινο φωτάκι της πορνείας, του πληρωμένου έρωτα, της ανθρώπινης υποδούλωσης, της χαμένης αξιοπρέπειας και το Πρωτοχρονιάτικο πυροτέχνημα της αισιοδοξίας -ότι αυτό που έρχεται παρακάτω είναι καλύτερο από αυτό που πέρασε- ως τα δάκρυα των μοναχικών ανθρώπων, των μόνων, εκείνων που περιμένουν το «φως» (τους) που λέγαμε για το καλύτερο αύριο... αυτά τα διηγήματα είναι από εκείνα που θέλεις να διαβάζεις. Είναι, θα λέγαμε, η ποίηση του πεζού. Μικρή, συνοπτική έκταση μεγάλης έντασης.
Μου άρεσε η αντιπαραβολή των φώτων με το σκοτάδι. Τη συναντάμε, για παράδειγμα, σε έναν ζωγράφο που φτιάχνει μάτια από/με κάρβουνο: το φως μέσα από το μαύρο. Σκέφτομαι ότι κάποιες φορές το σκοτάδι είναι εκείνο που σε κάνει να βλέπεις καλύτερα, ειδικά όταν αυτό που θέλεις, ή πρέπει, να δεις είναι αθέατο στα μάτια, άρα να ψάξεις εντός, στην ψυχή.
Τελικά, μια μουτζούρα μένει μέσα (σου) από το μαύρο, που είναι πάντα πιο πολύ μετά τις δώδεκα και το φως, το κάθε φως όπως κι αν το εισπράξει κανείς, δηλώνει, υπογραμμίζει, οριοθετεί... ελπίδες, θέσεις, χρόνους, αγάπες... σίγουρα ιστορίες ανθρώπων που ζουν ανάμεσά μας. Στην τελική, εμάς.
Υ.Γ.: Προσέξατε την προτροπή της συγγραφέα στον τίτλο; Ε, κι αυτό!
Η συλλογή διηγημάτων της Γιάννας Κατωπόδη, Κράτα το φως ανοιχτό, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός.
Ευχαριστώ την Γιάννα Κατωπόδη για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει απόσπασμα.
Το βιβλίο περιλαμβάνει δεκατρία διηγήματα περιορισμένης έκτασης, από εκείνα που διαβάζονται παντού, όχι επειδή είναι «εύκολα» ή «εύπεπτα» -κάθε άλλο!- μα επειδή είναι σύντομα και «χωράνε» την ώρα που χρειάζεται το μετρό να σε πάει από το ένα σημείο στο άλλο ή την ώρα της βαριεστημένης αναμονής σε κάποιο ιατρείο, στη δημόσια υπηρεσία, ή όσο παίρνει να βράσουν τα μακαρόνια κ.ο.κ. Το βιβλίο έχει αυτό το πλεονέκτημα που μόνο τα βιβλία αυτού του είδους διαθέτουν κι έτσι διαβάζεται -χωρίς να το καταλάβεις καλά καλά- στα ενδιάμεσα της καθημερινότητας, όμως ο αισθαντικός λόγος της Κατωπόδη, η δραματική πένα της και οι συναισθηματικές της αποχρώσεις (θα) σε ακολουθούν για καιρό.
Εννοείται είναι γεμάτο από φώτα. Μικρά και μεγάλα, φώτα που σηματοδοτούν αναμνήσεις, εικόνες, αισθήματα... παρόν, παρελθόν και μέλλον. Σκέφτομαι αν εκτός από φώτα συνάντησα και «φώτα» αλλά καταλήγω ότι τα δεύτερα είναι κάπως υποκειμενικά και εξατομικευμένα οπότε κλείνω την παρένθεση και εξακολουθώ.
Μια διάχυτη μελαγχολία και μια ατέρμονη θλίψη απαντώνται γενικά. Η συγκίνηση που προσφέρουν οι ιστορίες είναι πολλή. Το ανθρώπινο δράμα πρωτοστατεί με παρονομαστή όλες τις κοινωνικές τυπικότητες, τις ψεύτικες, υποκριτικές κι ανούσιες. Ένας κόμπος δημιουργείται στο λαιμό. Ή στην καρδιά -αναλόγως της ευαισθησίας που έχει κανείς. Συνήθως είναι μεσάνυχτα· ή λίγο πριν ή λίγο μετά... πάντα νύχτα όμως. Θα πεις ότι τα φώτα τότε αποκτούν νόημα. Η συγγραφέας παρατάσσεται μ' αυτό και τα «(παρ-)ακολουθεί».
Μικρά φώτα, μεγάλα φώτα και φωτάκια που χορεύουν ρυθμικά σε χιλιοειπωμένα τραγούδια.
Θα συναντήσεις πολύ φως. Από το κόκκινο φωτάκι της πορνείας, του πληρωμένου έρωτα, της ανθρώπινης υποδούλωσης, της χαμένης αξιοπρέπειας και το Πρωτοχρονιάτικο πυροτέχνημα της αισιοδοξίας -ότι αυτό που έρχεται παρακάτω είναι καλύτερο από αυτό που πέρασε- ως τα δάκρυα των μοναχικών ανθρώπων, των μόνων, εκείνων που περιμένουν το «φως» (τους) που λέγαμε για το καλύτερο αύριο... αυτά τα διηγήματα είναι από εκείνα που θέλεις να διαβάζεις. Είναι, θα λέγαμε, η ποίηση του πεζού. Μικρή, συνοπτική έκταση μεγάλης έντασης.
Μου άρεσε η αντιπαραβολή των φώτων με το σκοτάδι. Τη συναντάμε, για παράδειγμα, σε έναν ζωγράφο που φτιάχνει μάτια από/με κάρβουνο: το φως μέσα από το μαύρο. Σκέφτομαι ότι κάποιες φορές το σκοτάδι είναι εκείνο που σε κάνει να βλέπεις καλύτερα, ειδικά όταν αυτό που θέλεις, ή πρέπει, να δεις είναι αθέατο στα μάτια, άρα να ψάξεις εντός, στην ψυχή.
Τελικά, μια μουτζούρα μένει μέσα (σου) από το μαύρο, που είναι πάντα πιο πολύ μετά τις δώδεκα και το φως, το κάθε φως όπως κι αν το εισπράξει κανείς, δηλώνει, υπογραμμίζει, οριοθετεί... ελπίδες, θέσεις, χρόνους, αγάπες... σίγουρα ιστορίες ανθρώπων που ζουν ανάμεσά μας. Στην τελική, εμάς.
Υ.Γ.: Προσέξατε την προτροπή της συγγραφέα στον τίτλο; Ε, κι αυτό!
Η συλλογή διηγημάτων της Γιάννας Κατωπόδη, Κράτα το φως ανοιχτό, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός.
Ευχαριστώ την Γιάννα Κατωπόδη για τη διάθεση του βιβλίου.
Το παραπάνω περιέχει απόσπασμα.