Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Ιωάννης Κουτεντάκης: Ήθελα να γράψω για κάποιον Άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, μόνος, αβοήθητος, χωρίς να ξέρει γιατί, που αναρωτιέται ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής του, που περιφέρεται και δρα προσπαθώντας να καταλάβει και να μάθει. Προσπάθησα να κάνω ένα αφήγημα που θα χρησιμοποιεί τη μορφή της γραφής για να πει κάτι. Έτσι ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με μια εκφραστική πολυμορφία, η οποία λέει με το δικό της τρόπο την ίδια ιστορία.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Ι.Κ.: Παράξενο.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Ι.Κ.: Να αφεθεί στη ροή της γραφής χωρίς να προσπαθήσει να εξηγήσει και να αναλύσει από την αρχή. Να αφήσει τις λέξεις και τις προτάσεις να τον οδηγήσουν σαν κύματα σε κάποια ακτή.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Ι.Κ.: Σε μια ανεξερεύνητη θάλασσα, αγριεμένη πολλές φορές, χωρίς πηδάλιο. Το ταξίδι μιας ζωής.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Ι.Κ.: Το νερό πέρασε πάνω από το πρόσωπό μου και με έπνιξε. Γιατί σε μένα, ένα θαύμα; Υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος; Όταν συνειδητοποίησα πως η ερώτηση σχηματιζόταν για πρώτη φορά καθαρά μέσα μου, ένιωσα ξαφνικά πως ενηλικιώθηκα. Η ηλικία μου είχε πια τη γεύση του αλμυρού νερού, το κρύο του χειμώνα και το φως του μεσημεριανού ήλιου.
Το μυθιστόρημα του Ιωάννη Κουτεντάκη, Ο κύριος 107, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εύμαρος.
Επιμύθιο απόσπασμα:
…όμως η μνήμη του θα συνεχίσει να αρνείται την αποκάλυψη του παρελθόντος. Συνεχίζει να λειτουργεί χωρίς να έχει συνειδητή πρόσβαση στο προηγούμενο τοπίο της ζωής του, όμως ένα ισχυρό «εγώ» τον δυναστεύει στην καινούργια του καθημερινότητα.
Οι αμφισβητήσεις του, πανίσχυρες για τις γνώσεις και τις προθέσεις των άλλων, τον μονώνουν τέλεια από τον περιβάλλοντα χώρο. Στο τέλος θα κατασκευάσουν (και πάλι) το τέλειο κέλυφος, την κλαίουσα ιτέα, η οποία, σαν μάνα, θα τον περιβάλλει με τον ίσκιο της.
Θα επιθυμούσε ίσως να παραμείνει εκεί δια «βίου», αν δεν τον προσκαλούσε η θάλασσα;
Ο νεκρός βασιλιάς, ο οποίος επιμένει, να τον φορτίζει με κάποιον σκοπό ύπαρξης αλλά και επιστροφής στα εσκαμμένα μνήματα;
Ποια θα είναι η διέξοδος του τελικά;
Ίσως αυτό μας γίνει πιο κατανοητό, αν και ο ίδιος δεν επιθυμεί να είναι κατανοητός, μέσα από τα ανεκ-διήγητα όνειρά του.
Από το Επιμύθιο του βιβλίου, της ψυχιάτρου Μαρίας Αγγουριδάκη
Στο οπισθόφυλλο λέει:
Ο κύριος 107 ανοίγει τα μάτια του και βρίσκεται σε μια πραγματικότητα χωρίς καμιά ένδειξη για την προηγούμενη ζωή ή την ταυτότητά του. Γνωρίζει μόνο ένα γεγονός, απίστευτο και τρομακτικό ταυτόχρονα, κι αυτή τη γνώση δεν την εμπιστεύεται σε κανέναν.
Ο κύριος 107 ξαναρχίζει να ζει. Πρέπει να διαφύγει, αλλά και να συμφιλιωθεί με το μυστικό του. Δεν μπορεί να αρκεστεί σε ένα σύμπαν. Κτίζει πραγματικότητες, ενστερνίζεται νέους εαυτούς. Η άγνοια ελλοχεύει μέσα σε ψηφίδες ακατανόητης μνήμης, εκφράζεται σε πολλές γλώσσες.
Αυτή η αφήγηση, είναι η παρακαταθήκη του...