7 Οκτωβρίου 1571, Ναυμαχία της Ναυπάκτου
«…κι εδόθη ο πόλεμος ο θαυμαστός και ο μέγας»
Το μυθιστόρημα μου ...μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως συνέχεια του βραβευμένου «Στα Στενά της χίμαιρας». Για την ώρα λοιπόν, μπορούμε να μιλάμε για ιστορικό μυθιστορηματικό δίπτυχο.
Στην υπόθεση ...κυριαρχούν έντονα συναισθήματα από όλες τις πλευρές: επωνύμων και μη της χριστιανικής συμμαχίας, της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κυριαρχούν οι διαχρονικές αξίες, τα ανθρώπινα πάθη, η σκληρότητα της εποχής. Κυριαρχεί η αλήθεια, η ιστορική αλήθεια, καθώς για την συγγραφή έχει ερευνηθεί σε μακρό χρονικό διάστημα μεγάλος όγκος αρχείων Δύσης και Ανατολής. Στα αρχεία αυτά, δυστυχώς, δεν παρουσιάζεται ως πρέπει ο ρόλος των Γραικών. Γιατί είτε ως Επτανήσιοι, Κρήτες, Αιγαιοπελαγίτες ήταν υπό τον Δόγη, είτε ως Γραικοί του ελλαδικού κορμού υπό τον Σουλτάνο βρίσκονταν κομμένοι στα δυο, θεωρούνταν πως ανήκαν στις δυο τόσο διαφορετικές μεγάλες δυνάμεις του τότε κόσμου και είχαν «απορροφηθεί» από αυτές -ο Ελληνισμός δεν απορροφάται. Απορροφά.
Ο ήρωας του βιβλίου ...αρχικά ήταν ο θαλασσοπόρος Ιωάννης Φωκάς, γνωστός ως Χουάν ντε Φούκα. Με αυτόν άλλωστε ασχολούμαι από το 1992. Και τουλάχιστον αυτός ήταν η αφορμή, καθώς έμαθα την συμμετοχή του στην Ναυμαχία το 2010. Όμως, προχωρώντας η έρευνα, βρέθηκε σε ρόλο δευτεραγωνιστή. Γιατί την πρώτη θέση πήραν όλοι οι ανώνυμοι Γραικοί της τότε εποχής που, είτε με τη θέλησή τους, είτε ως σκλάβοι, μετείχαν στον Αρμαγεδώνα του 16ου αι. που καθόρισε το μέλλον ολόκληρης της Ευρώπης. Τον ρόλο των Ελλήνων θέλω να αναδείξω. Τον ρόλο της Ορθοδοξίας σε αυτήν την μεγάλη και λαμπρή νίκη, που μπορεί μεν δυστυχώς, να μην είχε την αναμενόμενη συνέχεια, όμως τα αποτελέσματά της ήταν πολλά και ποικίλα.
Ο αναγνώστης ...θα βρεθεί μέσα στις ψυχές των μαχητών ένθεν κακείθεν. Θα πολεμήσει στο θαλασσινό πεδίο. Θα νικήσει και θα νικηθεί και στο τέλος θα συνειδητοποιήσει ότι, μπορεί το τότε και το σήμερα να το χωρίζουν τόσες εκατοντάδες χρόνια, όμως τα γεγονότα είναι ίδια: από την Ανατολή κύμα αλλόπιστων ορμά στην Ευρώπη, στη Δύση την καθολική. Και στο μέσο αυτής της σύγκρουσης στέκει η Ελλάδα και η Ορθοδοξία που προσπαθεί να αντισταθεί, να ισορροπήσει ανάμεσα σε δυο τόσο διαφορετικούς κόσμους, σε δυο τόσο διαφορετικούς πολιτισμούς και κουλτούρες.
Ευχή μου είναι ...η πραγματοποίηση κοινού μνημοσύνου εν πλω στην περιοχή όπου έγινε η φονική συμπλοκή, και συγκεκριμένα εκεί όπου κείτονται σήμερα οι άταφοι νεκροί και τα προφυλαγμένα από την υλή του παρακείμενου ποταμού Αχελώου -πιθανόν και του Εύηνου- κουφάρια των πλοίων. Το 2021 δεν είναι μόνον επετειακό έτος της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά έτος-σταθμός για την Ναυμαχία καθώς κλείνουν 450 χρόνια. Πολυτίμητο θα είναι οι Εκκλησίες να συνδιοργανώσουν τελετή-μνημόσυνο σε ανάμνηση των χιλιάδων νεκρών: η Ρωμαιοκαθολική, η Μουσουλμανική, η Ορθόδοξη. Κι όλες οι -σήμερα- κρατικές οντότητες που έπαιξαν τότε ρόλο (Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία, Ελλάδα, Αλβανία, κράτη της Β. Αφρικής, Κροατία, Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κύπρος κι άλλοι λαοί) να υψώσουν από κοινού Μνημείο Αιώνιας Συγνώμης προς τους νεκρούς-επώνυμους ήρωες κι ανώνυμους ναυτικούς και πολεμιστές, αλλά και τους τραγικούς κωπηλάτες που οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι και φλεγόμενοι ζωντανοί στον βυθό -χωρίς καμιά διάκριση, θρησκευτική ή φυλετική, Ανατολής ή Δύσης... εκεί, ανάμεσα στο νησάκι Οξειά και στο ακρωτήρι της Αιτωλοακαρνανίας, τόποι που τότε ήταν θέατρο ξένων κατακτητών, εκεί όπου πραγματικά οι θρόνοι των ισχυρών τού τότε κόσμου έπαιξαν το τραγικό και ματωμένο «παιγνίδι» τους.
Παράλληλα θεωρώ επιβεβλημένη την ανέγερση στην Κεφαλλονιά, και δη στη Σάμη -ως τόπο έχοντα αμεσότατη σχέση με την Ναυμαχία- μνημείου γονυκλισίας. Αυτό το προτείνω ως ιερό καθήκον όλων μας, γιατί δεν φύονται άνθη, κι ούτε ανάβονται καντήλια στον τάφο των πνιγμένων. Κι ένα στεφάνι μνήμης, τιμής κι ευγνωμοσύνης να ριχθεί στη θάλασσα ως εξιλαστήρια προσφορά αιώνων.
Η Ευρυδίκη Λειδαβά-Ντούκα γράφει το myth-story του ιστορικού της μυθιστορήματος, Στους θρόνους της Αποκάλυψης, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδύσσεια.
Συνεχίστε την ανάγνωση για να διαβάσετε ακόμη περισσότερα γι' αυτό το μοναδικό πεζογράφημμα, ένα έργο, συνέπεια μακρόχρονης μελέτης, που χαρακτηρίζεται ως συνέχεια του ιστορικού μυθιστορήματος «Στα Στενά της Χίμαιρας» (εκδόσεις Κέρδος, 2007).
Ένας από τους πρωταγωνιστές του, ο θαλασσοπόρος Ιωάννης Φωκάς, γνωστός ως Χουάν ντε Φούκα, απαντά τη φορά αυτή ως πιλότος στην αρχιναυαρχίδα του Ιερού Συνασπισμού υπό τον δον Χουάν τον Αυστριακό.
Αυτό το «ταξίδι» άρχισε στις 30 Ιανουαρίου 2010 και κατέληξε το 2018. Ξεκίνησε τότε ακριβώς που η συγγραφέας πληροφορήθηκε πως ο Ιωάννης Φωκάς συμμετείχε ως πλήρωμα στη «Ρεάλ». Αυτός ήταν το έναυσμα. Και στόχος έγινε η ανάδειξη ενός άγνωστου θέματος: του ρόλου των ορθόδοξων χριστιανών στην Ναυμαχία. Παρόλο που οι Γραικοί και δη οι Επτανήσιοι και οι Κρήτες συνέβαλαν καθοριστικά στη νίκη, εντούτοις, τόσο οι δυτικές όσο και οι εξ Ανατολών πηγές, σιωπούν, καθιστώντας έτσι την ιστορική έρευνα -για λογοτεχνική συγγραφή εν προκειμένω- εκ των ουκ άνευ. Ας μην ξεχνάμε πως η Ναυμαχία ήταν σύγκρουση του Δυτικού κόσμου με τον Ανατολικό, του Καθολικισμού με το Ισλάμ, ενώ μέσα στη μέση βρίσκονταν οι Ορθόδοξοι Γραικοί, υπήκοοι αφ’ ενός μεν των Βενετών, αφ’ ετέρου δε της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μπορεί να μην ήταν στα κέντρα λήψης αποφάσεων, μπορεί να μην ήταν το μυαλό αυτού του πολεμικού σώματος, όμως ήταν το μεγαλύτερο μέρος του μυϊκού του συστήματος το οποίο συνέβαλε στο ένδοξο αποτέλεσμα που καθόρισε το μέλλον ολόκληρης της Ευρώπης.
Στο οπισθόφυλλο λέει:
«Σπατάλησα τον χρόνο μου κτίζοντας κάστρα στον αέρα. Στο τέλος, τα κάστρα αυτά κι εγώ μαζί τους, σκορπιστήκαμε με το πρώτο φύσημα». Τραγική κύκνειος παραδοχή της ουτοπίας από τον ίδιο τον εμπνευστή νίκης τρανής, που την ιστορία άλλαξε ολόκληρης της Ευρώπης. Δον Χουάν: τελευταίος ιππότης. Από τη σφαίρα του πραγματικού τον άρπαξαν οι νεφέλες του μύθου και τον άπλωσαν αιώνια στο σύμπαν να πλανάται. Μουεζιν-ζαντέ Αλή πασάς: έσχατος καπουδάν της Μετζαλούνας που με τόξο και γιαταγάνι πολέμησε παράτολμα κι ηρωικά απέναντι σε όπλα συγκαιρινά. Δυο θεριά στην πληγωμένη θάλασσα στον τότε κόλπο της Ναυπάκτου, στις Εχινάδες, την Κυριακή 7 του Οκτώβρη του 1571. Χιλιάδες νικητές. Χιλιάδες ηττημένοι.
Σπαθί κι Αίμα, Σταυρός κι Ημισέληνος: στοιχεία κυρίαρχα της 13ης σταυροφορίας, που με ιερότητα σφραγίζει αποχαιρετώντας τον μεγάλο ιπποτικό κύκλο της αλήθειας και των παραμυθιών. Εκεί όπου έδωσε και πήρε η φωτιά, το φονικό, η φρίκη, ο θρήνος. Ο χρόνος έλαβε διάσταση αγωνιώδη. Μίκρυνε πολυώδυνα. Και στ’ αλώνι το θαλασσινό στοιβαγμένοι Γραικοί, μ’ αλυσίδες ή λεύτεροι, πολεμιστές, κωπηλάτες, ναυτικοί, πειρατές, προσέφεραν το δικό τους μερίδιο στη νίκη ή στον χαμό. Ζωές λαμπάδιασαν στο πεδίο του αφανισμού, όνειρα κατακάθισαν στου βυθού τον αργαλειό, έρωτες προφυλάχθηκαν μέσα στο κουκούλι του απραγματοποίητου από τη φθορά, ιστορίες ανώνυμων κι επώνυμων έκλεισαν βίαια τον κύκλο τους στην πύλη της λύτρωσης. Βαρύ το τίμημα που ζήτησε η Ιστορία. Η ελπίδα έδωσε φτερά στις ψυχές, αντοχή στα σώματα, ορμή στη νίκη, και ύστερα έσβησε στο θέατρο της φρενίτιδας.