Έπινε με λαχταριστή διάθεση, το ποτήρι με την κρύα μπύρα στο σαλόνι του σπιτιού του. Κάθε γουλιά «γαργάλευε» τον οισοφάγο, ενώ ταυτόχρονα γευόταν την νόστιμη ζεστή πίτσα, που είχε παραγγείλει και μόλις αγοράσει. Απέναντι του ήταν η τηλεόραση και παρακολουθούσε το βραδινό δελτίο ειδήσεων.
Έμενε μόνος και απολάμβανε τις χάρες, ενός ορκισμένου εργένη που πριν από λίγη ώρα είχε επιστρέψει απ' το γραφείο. Οι εικόνες που προβάλλονταν ήταν γνώριμες. Πόνος, δυστυχία, αίμα, φτώχεια, πόλεμος. Δεν είχε καμία απαίτηση εδώ και χρόνια να αλλάξει η ποιότητα των ανθρώπων.
Είχε εμποτιστεί στη λογική, ότι οι ηθικές αξίες έχουνε εξοριστεί σε ένα πλανήτη απόκοσμο απ’όπου δεν υπήρχε δυνατότητα επιστροφής τους. Κάποτε ήλπιζε σε έννοιες που πλέον όμως τις αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό.
Δικαιοσύνη, αγάπη, ελπίδα. Το μόνο που επιζητούσε, όσο και αν ακουγόταν σκληρό και κυνικό, ήταν αποκλειστικά η δικιά του πρόοδος χωρίς να τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο.
Ξαφνικά η παρουσιάστρια του δελτίου, ανήγγειλε την κατασκευή ενός ορφανοτροφείου. Η όψη του προσώπου του, άλλαξε μεμιάς. Εκείνη η σκληρή του επιφάνεια μαλάκωσε, και μετατράπηκε σε ένα δειλό χαμόγελο. Αντιλήφθηκε ότι γύρευε αφορμές, ώστε να αποδράσουνε τα συναισθήματα του απ' την φυλακή της καθημερινότητας. Και την βρήκε, έστω για λίγο.
Τα χρονογραφήματα του Νίκου συνοδεύει κολάζ από έργα της Elinore Schnurr.
Βρείτε τον Νίκο Βαρδάκα στη σελίδα του στο facebook.