Πηγής Χαρακλιά
«Κάτι τρέχει μ΄ εμένα σήμερα», σκέφτηκε η Αθηνά καθώς αργόσερνε τα βήματά της στα στενοσόκακα της Πλάκας. Στο μυαλό της ήρθε η προηγούμενη Τετάρτη, όταν έκανε την ίδια διαδρομή από τη στάση του μετρό προς το μικρό καφέ, το «στέκι» της εδώ και τρία περίπου χρόνια. Κάθε Τετάρτη, την ίδια ώρα, με ένα βιβλίο στο χέρι, καθόταν στο τραπεζάκι της γωνίας, έπινε τον καφέ της και διάβαζε. Που και που έριχνε μια ματιά στο κινητό της, μήπως «εκείνος» της είχε στείλει μήνυμα πως το πεδίο ήταν πια ελεύθερο. Τότε έκλεινε το βιβλίο, για να το συνεχίσει την επόμενη Τετάρτη, όταν θα ερχόταν πάλι εδώ με λαχτάρα, περιμένοντας να τον δει.
Και την προηγούμενη εβδομάδα πάντως αισθανόταν κάπως «βαριά» κι αφηρημένη στη συνάντησή τους. Τον άκουγε να μιλάει καθώς ντυνόταν κάπου στο βάθος του δωματίου, χωρίς να δίνει σημασία σε ό,τι έλεγε. Ασφαλώς θα δήλωνε άλλη μια φορά ακόμη πως δεν αντέχει στο γάμο του και πως θα βάλει ένα τέλος. Λόγια, λόγια… Προσπέρασε ένα γκρουπ τουριστών που έβγαζε φωτογραφίες την Ακρόπολη και χαιρέτησε τον βιβλιοπώλη, μόλις πλησίασε στο μαγαζάκι του.
«Καλησπέρα, κορίτσι μου», της αποκρίθηκε αυτός, «έτοιμη για το επόμενο βιβλίο;».
«Σε λίγες μέρες θα σας έρθω, κύριε Νάσο», απάντησε χαμογελώντας και η ματιά της έπεσε μακριά, προς τη μεριά του καφέ.
Προς έκπληξή της, δεν ένιωσε την απογοήτευση που ένιωθε παλιά όταν είχαν πιάσει τη «θέση» της. Τράβηξε την καρέκλα ενός τραπεζιού, κάθισε και έβγαλε από την τσάντα το βιβλίο.
«Βιβλία της Τετάρτης», τα ονόμαζε και δεν τα ακουμπούσε παρά μόνο τη μέρα αυτή. «Αδιέξοδος έρωτας», διάβασε για άλλη μια φορά τον τίτλο του και αισθάνθηκε την καρδιά της να σφίγγεται.
Κόντευε τα σαράντα, αλλά, στις αρχές της σχέσης τους, είχε το χτυποκάρδι μιας παιδούλας, περιμένοντας αυτή την εβδομαδιαία επαφή. Μετά μεσολάβησαν μέρες σιωπής, βιαστικά τηλεφωνήματα, μοναχικές διακοπές, ατελείωτες μέρες αργίας που περίμενε μάταια μήνυμά του και πολλές υποσχέσεις για το αύριο. Για να φτάσει σε τούτο εδώ το ανοιξιάτικο απόγευμα να διαβάζει με κάποιον εκνευρισμό την τελευταία σελίδα του βιβλίου της.
Νοιώθοντας απογοητευμένη από την εξέλιξη του βιβλίου, έφτασε στη λέξη τέλος, γέλασε μόνη της κάπως πικρά και το έκλεισε. Ένα δροσερό αεράκι της χάιδεψε το πρόσωπο και ένα έντονο αίσθημα ελευθερίας άρχισε να τη διαπερνά. Πλήρωσε τον καφέ της και πήρε με γοργό βήμα το δρόμο της επιστροφής, αφήνοντας το βιβλίο κι εκείνον πίσω της. Είχε έρθει η ώρα να βάλει το δικό της τέλος… …αλλά και μια καινούργια αρχή μπορεί να έρθει πιο γρήγορα απ΄ ότι φαντάζεται.
🌹
Πηγή Χαρακλιά
Το έργο συμμετέχει στον 1ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό koukidaki.