Από τη Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Τι με έχει πιάσει τον τελευταίο καιρό και το φέρνω από δω το πάω από 'κει και με τα μάτια της ψυχής μου "βλέπω" την παλιά μου γειτονιά και ξαναζώ αξέχαστες στιγμές που έζησα στον χώρο.
Το έχω ξανά πει αλλά αν το πω ακόμη μια φορά δεν βλάπτει. Οι νέοι με τις δικές μας αναμνήσεις έχουν μιαν εικόνα από τα παλιά μόνο από παρόμοιες περιγραφές και ίσως από τον ασπρόμαυρο ελληνικό κινηματογράφο. Γιατί αν κάποιος ξενιτεύτηκε ας πούμε όντας παιδί εκείνην την εποχή και θελήσει να επιστρέψει στα πατρώα εδάφη σε μια κάπως προχωρημένη ηλικία, εκτός των ανθρώπων που γνώριζε και που δεν θα τους βρει έχοντας αυτοί αποδημήσει εις Κύριον, δεν θα βρει ούτε ένα σπίτι ίδιο στη γειτονιά του αλλά και στην γύρω περιοχή, με μόνη την Εκκλησιά και το παρεκκλήσι της να έχουν αντέξει στον χρόνο τόσο από άποψη φθοράς όσο και… μόδας οικοδομικής. Μα και η δική μας εικόνα ημών των μη ξενιτεμένων παρότι βλέπουμε την αλλαγή του τοπίου, αν θελήσουμε να κάνουμε μιαν αναδρομή στα παλιά, ΝΑ ΤΗΝ μπροστά στα μάτια μας η παλιά η γειτονιά μας έτσι όπως την ξέραμε και στην παραμικρή της λεπτομέρεια.
Τα σπίτια, όλα μονοκατοικίες με κάνα δυό προνομιούχα γωνιακά διώροφα άλλα ιδιόκτητα και άλλα τα λεγόμενα "του συνοικισμού". Η πρόσοψη όλων ήταν στον κεντρικό δρόμο ενώ το πίσω μέρος τους είτε είχε μιαν αυλίτσα, είτε μια παράνομη επέκταση του σπιτιού και όλα έβλεπαν σε έναν στενό δρομίσκο ενάμισι μέτρα πλάτους το λεγόμενο ΣΤΕΝΟ. Το φιδωτό στενάκι άρχιζε από τη μία άκρη του οικοδομικού τετραγώνου και κατέληγε στην παραπάνω γειτονιά στην παραπάνω ρούγα με έξοδο σε άλλον κεντρικό δρόμο.
Το "στενό" ο αγαπημένος χώρος του παιχνιδιού των παιδιών που έσφυζε από ζωή έτσι και έκλεινε το σχολείο. Θες ο στενός του χώρος που μας δημιουργούσε την αίσθηση αγκαλιάς, θες το μυστήριο που κρυβόταν πίσω από τα πορτάκια των κήπων και των αυλών έκανε αυτά τα μονοπατάκια να τα πω καλύτερα, λατρεμένο μας χώρο... ΑΝ ξάφνου οι γείτονες άνοιγαν πόρτες και πορτάκια με έβγα στο στενό κυκλοφορούσες από το ένα σπίτι στο άλλο χωρίς να σε δει δρόμος κανονικός. Κάτι σαν συγκοινωνούντα δοχεία ένα πράγμα.
Και αφού ελπίζω πήρατε μιαν αμυδρή ιδέα της ρυμοτομίας που παρέμεινε ίδια αφού δεν άλλαξε το σχέδιο πόλεως μα και που μοιάζει πια τελείως διαφορετική, επιτρέψτε μου να σας διηγηθώ μιαν ιστορία που διαδραματίστηκε σε τούτο το στενό μας.
Ήμουνα μεν ένα νήπιο αλλά ξύπνιο για την ηλικία μου όπως έλεγαν όλοι. Αρετή που διατήρησα με τα χρόνια και την εξέλιξα προς όφελος κανενός, μηδέ του εαυτού μου, εξαιρουμένου. Και τώρα, στο άλλο άκρο της καμπύλης της ζωής μου, οσάκις ανακαλώ στην μνήμη μου τα γεγονότα, αυτά επιστρέφουν οπτικοποιημένα με ζωντανά χρώματα και μοσχομυρισμένα με τ’ άρωμα της γαζίας μας και του χιονάτου γιασεμιού του μπαλκονιού μου μα και τις ανακατεμένες μυρωδιές των δεκάδων μαγειριών που ένωναν τους φυσικούς απορροφητήρες τους σε μια μείξη παραδείσιου φαγητού, παρά την ένδεια των κατοίκων λόγω της Γερμανικής Κατοχής.
Η λυκοφιλία των Γερμανών με τους μόλις πριν λίγο συμμάχους τους Ιταλούς είχε λάβει τέλος. Οι θηριώδεις πρόγονοι της φράου Μέρκελ αντιμετώπιζαν τα παιδιά του Μουσολίνι αλλά και τον ίδιο, πιο απαξιωτικά και από τους άλλους αιχμαλώτους πολέμου. Τους είχαν μπουζουριάσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και οι Ιταλοί κόμη και έτσι ήταν ευχαριστημένοι που απείχαν από έναν πόλεμο στο οποίο δεν πίστεψαν ποτέ. Μοναδικό τους όπλο πια κατά της ανίας και της κακομοιριάς τους η φυσαρμόνικα στην κωλότσεπη και το τσατσαράκι για την διατήρηση της ψειριασμένης έστω φράντζας των μαλλιών τους.
Αλίμονο σε όποιον Ιταλό δεν είχε παραδοθεί και είχε προτιμήσει να διατηρήσει μιαν ιδιότυπη "ελευθερία" στο σπίτι κάποιου φιλεύσπλαχνου Έλληνα στου οποίου την καρδιά ο Ξένιος Δίας κατείχε εξέχουσα θέση, παραβλέποντας το γεγονός ότι μπορεί από του Ιταλού τούτου το βόλι ή του αδερφού του να πήγε στον παράδεισο ο δικός του αδερφός, στα ελληνοαλβανικά βουνά. Φιλοξενία! Έκρυψε με κίνδυνο της δικής του ζωής τον Εγγλέζο και στο τέλος του πολέμου ο Εγγλέζος τον έθαψε και ακόμη τον θάβει παρά τα εύσημα που του κόλλησε στο πέτο ο γερο Τσόρτσιλ. Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος, δεν λένε; Αυτό!
Σε ένα από τα σπιτάκια του στενού μας λοιπόν μία ψυχοπονιάρα χήρα έδωσε καταφύγιο και Αγάπη σε έναν πανέμορφο μακαρονά. Στο πρόσωπο του Άδωνη αυτού βρήκε η μεσήλιξ ένα απρόσμενο έρωτα, τον μεγαλύτερο της ζωής της και είχαν προϋπάρξει αρκετοί σύμφωνα με τις κακίες πολλών "φίλων" της γειτόνων και γνωστών, που είναι πάντα ενημερωμένοι για το τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των ξένων σπιτιών.
Τα στόματα των πάντων κλειστά. Όλοι γνώριζαν μεν το μυστικό, μα κανείς δεν το μολογούσε. Τώρα τι μυστικό είναι αυτό που το ξέρουν όχι μόνον δύο, μα χίλιοι δύο, θα σας γελάσω και δεν το θέλω. Τα στόματα δεν άνοιγαν γιατί και η προδοσία είναι ένα φρούτο που ναι μεν ευδοκιμεί ακόμη και σε μη πρόσφορα εδάφη αλλά η ρετσινιά του προδότη τον ακολουθεί και μετά θάνατον μέχρι τρίτης γενιάς και βάλε. Και αυτός ήταν σαν να λέμε ένας ανασταλτικός παράγοντας που τον γνώριζε καλά ο Ιταλός και τον εκμεταλλευόταν αρκούντως. Έτσι όπως ήταν σαν Άδωνις ωραίος, ντυνόταν σαν γυναίκα και σαν τέτοια κυκλοφορούσε όταν τον έπνιγε η κλεισούρα και η αχόρταγη φύση της ερωμένης του. Γιατί κακά τα ψέματα, καλή η ανάγκη του σώματος για ηδονή, καλή και άγια η καημένη η χήρα, μα κι αυτός όταν πια πήρε λίγο θάρρος θυμήθηκε ότι υπάρχει και η μουσική και τα νιάτα και η υποτυπώδης έστω ελευθερία. Έβγαινε εκείνος λοιπόν και έτρεμε η δόλια ερωτευμένη. Βρε του αγόρασε μια υπέροχη κιθάρα για να παλουκωθεί στο σπίτι και να εξασκείται στη μουσική, μην τρέμει το φυλλοκάρδι της με τις νυκτερινές εξόδους του, βρε του έκρυψε τις περούκες και τις φορεσιές, μάταια όμως. Και μη πάει το μυαλό σας σε θηλυπρεπείς συμπεριφορές όπως είναι κάτι το σύνηθες πια, άντρας άντρας όπως λέμε, με πρωταθλητισμό περί το άθλημα του sex και παγκόσμιο ρεκόρ, αν ίσως τη θέση της χήρας καταλάμβανε κορίτσι της ηλικίας του και της προτίμησής του. Και πώς να πας ενάντια στη φύση όταν είσαι και συ νορμάλ; Πώς να εμποδίσεις το δεντράκι να μεγαλώσει, το μπουμπούκι ν’ ανθίσει και το χαμομήλι να θεριέψει ανάμεσα από τσουκνίδες και γαϊδουράγκαθα; Γίνεται; Αμ δεν γίνεται…
Έλα όμως που σε όλες τις χώρες, σε όλους τους λαούς στην πανίδα της Πλάσης, υπάρχει ένα ερπετό που λέγεται φθόνος και ένα άλλο ερπετό που γεννά Εφιάλτες; Κάποιο λοιπόν απ’ αυτά τα δυο ή και τα δυο, σφύριξε στο άλλο φίδι τον ΓΕΡΜΑΝΟ την ύπαρξη του Ιταλού στην γειτονιά μου και ένα ηλιόλουστο απομεσήμερο βλέπουμε πλήθος εφιαλτικών αιμοβόρων θηρίων Γερμανών στρατιωτών να κατακλύζουν τον χώρο· ακόμη και ερπυστριοφόρα τανκς είχαν φθάσει με τον ανατριχιαστικό συριγμό τους πανικοβάλλοντας τους κατοίκους. Δεν το ‘χαν και σε τίποτα να μας βάλουν φωτιά και να μας κάψουν μέσα στα σπίτια μας ζωντανούς από λύσσα που ξέραμε για την ύπαρξη του νεαρού Ιταλού και τον κρύβαμε. Και αν δεν είχαμε ακούσει για τέτοιες ωμότητες του περιούσιου αυτού "πολιτισμένου" λαού που ακούγοντας Βάγκνερ έκανε φρικιαστικά πειράματα όχι σε ποντίκια αλλά σε ανθρώπους χωρίς καν νάρκωση! Απόγονοι ενός Beethoven ήταν αυτοί, ή μια κακιά και διεστραμμένη φάρα διαβόλων; (ΣΗΜ. Το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί αρκούντως τόσες δεκαετίες από τότε).
Το πατρικό μου σπίτι διώροφο και ακριβώς απέναντι στο στενό και κατ’ επέκταση στο σπίτι της χήρας, την οποία θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Για τον Ιταλό έχω μία θολή εικόνα. Από τα κουφωτά μας παντζούρια νήπιο εγώ, παρακολουθούσα την ασυνήθιστη εικόνα που έβλεπα για πρώτη φορά, γιατί ναι μεν άκουγα για Γερμανούς αλλά Γερμανούς δεν έβλεπα ποτέ. Η επίδρασή τους πάνω μου γινόταν με την μορφή μιας άφατης πείνας. Οι Αθηναίοι ως γνωστόν υπέφεραν από την αβάστακτη πείνα περισσότερο απ’ ό,τι όλοι οι άλλοι Έλληνες.
Ξάφνου, μια αγριεμένη Γερμανοφωνή κάτι ουρλιάζει μέσα από ένα χωνί και αμέσως μετά μια άλλη επίσης αγριεμένη ελληνική φωνάρα τη φορά αυτή μεταφράζοντας και ουρλιάζοντας τρομακτικά διατάσσει τον Ιταλό να παραδοθεί.
Ο φουκαράς ο Ιταλός, προφανώς με I.Q, κάτω του μέσου όρου απ’ ό,τι σήμερα συμπεραίνω, ξέροντας πως ό,τι και αν έκανε η τύχη του ήταν προδιαγεγραμμένη, σε μια απέλπιδα προσπάθεια διαφυγής πηδάει τον χαμηλό φράκτη της αυλίτσας τους και χύνεται στο στενό. Μα αντί να ακολουθήσει μια πορεία που θα τον έβγαζε στην παραπάνω γειτονιά στην παραπάνω ρούγα και από κει μήπως και προλάβαινε να εξαφανιστεί μέσα στα δέντρα του δασυλλίου της εκκλησιάς και από κει κι ύστερα είχε ο Θεός, κάνει σαν σε παραγγελιά αυτό που εύχονταν οι διώκτες του. Γυρίζει και τρέχοντας πέφτει κατ’ ευθείαν στο στόμα του λύκου που τον περίμεναν με προτεταμένα τα όπλα. Όχι δεν τον σούβλισαν επί τόπου, όπως θα περιμένατε ίσως να πω. Το θέαμα για μένα έλαβε τέλος από εκεί και μετά. Η εικόνα μεταφέρθηκε από την άλλη μεριά του σπιτιού μου στον τοίχο όπου τον έστησαν και τον γάζωσαν και γω δεν μπόρεσα ή δεν ήξερα να μετρήσω με πόσες ριπές πολυβόλου. Αμέσως δε μετά πήραν τα θηριώδη ερπυστριοφόρα τους και ξεκουμπίστηκαν αφήνοντας πίσω τους να ξετυλιχθεί μια σκηνή που ποτέ μου δεν μπόρεσα να ξεχάσω. Ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους αφού τα κτήνη έφυγαν και προσπαθούσαν να καλμάρουν στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού την χήρα που ούρλιαζε τραβώντας τα μαλλιά της και σκίζοντας τα φορέματά της ξεστομίζοντας ανείπωτες κατάρες και φοβερές βρισιές. Συγκρίνοντας την σκηνή αυτή στα κατοπινά χρόνια όταν παρακολούθησα την Παξινού και την Συνοδινού στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο τις βρήκα πολύ κατώτερες στην αρχαία τραγωδία που μεγαλουργούσαν σε παρόμοιο ρόλο μ’ αυτόν της ερωτευμένης και απαρηγόρητης χήρας. Και σαν επιστέγασμα των όσων είδα και άκουσα απορώ πώς δεν βρέθηκε κάποιος δικός μου ή κάποιος γείτονας να με αποτρέψει από το να δω ΚΑΙ την ΦΡΙΚΗ αυτοπροσώπως στο τοίχο του σπιτιού μου με τη μορφή υλικού από το κεφάλι του Ιταλού που πια ήταν μια πολτοποιημένη ανθρώπινη μάζα. Αίμα, μυαλά και δεκάδες τρύπες στον τοίχο από τις σφαίρες που έμειναν εκεί για χρόνια να μας θυμίζουν το δράμα που παίχτηκε live εκείνο το φοβερό απομεσήμερο.
Άντε και να μπορέσω ποτέ να σβήσω από τον σκληρό δίσκο της μνήμης μου αυτά που έζησα σαν παιδάκι. Σε δίσκο άγραφο η ευκρίνεια της εικόνας.
Μια ξαφνική νεροποντή ήρθε να ξεπλύνει θαρρείς του "ανθρώπου" τα αίσχη. Είμαι σίγουρη ότι ή ίδια η ΦΥΣΗ ντρεπόταν για τα ανοσιουργήματα που γεννούσε και εκτελούσε το πιο τέλειο ΟΝ της Πλάσης. Αστραπές και βροντές και ο κόσμος τις ερμήνευσε σαν την φωνή του ίδιου του Θεού που κυριολεκτικά κατακεραύνωνε το πιο σκληρό πλάσμα που δημιούργησε την τελευταία ημέρα της Δημιουργίας του Κόσμου Του.
Copyright © Λένα Μαυρουδή Μούλιου All rights reserved
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα του Nelson Delva, Art of war (Η τέχνη του πολέμου)
Από την ίδια:
Το γκρίζο παλτό
Πρώτη αγάπη
🌱
Copyright © Λένα Μαυρουδή Μούλιου All rights reserved
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα του Nelson Delva, Art of war (Η τέχνη του πολέμου)
Από την ίδια:
Το γκρίζο παλτό
Πρώτη αγάπη