Πάνου Κούρβα
Απ’ αλλοτινά περιστέρια φορούσες φτερά
μ’ ένα φακιόλι για σκιάδι του ήλιου
διάβηκες της λογικής τα διάτρητα σύνορα
με το ένδυμα καιόμενης πάχνης.
Γιατί είσαι κακιωμένος; με ρώτησες
λόγια μετέωρου στίχου
και με τάισες σπόρους του πόθου σου
μικρές αιωνιότητες.
Ξεψυχούν της ύπαρξής μου τα απόνερα
στου προσώπου σου τις ακτές
γεύομαι με την αφή της σιωπής
την υδατογραφία της σκέψης σου.
Με μια λουλακόχρωμη όραση
απ’ τα ανάγλυφα σχήματα του φεγγαριού
και τα μυρίπνοα σεντόνια του σούρουπου
σαν αγιασμός μας ράντιζε το κύμα.
Η πυρρόξανθη ριπή των βλεφάρων σου
μου δίδαξε τη γλώσσα των γιασεμιών
μ’ ένα φιλί απ’ του Μάη τ’ αρώματα
στο λαβύρινθο των παιδικών μας χρόνων.
Τη θέρμη της αναπνοής σου γεύτηκα
και τα θέλγητρα της φωνής σου
μα σαν ξέφτι αναμασώ εκείνες τις λέξεις
στης μορφής σου τις δαδόφεγγες όχθες.
Ροδοχυμούς αδειάζει η δύση
στην όψη σου ρυακίζουν ελπίδες
στη διδαχή του έρωτα ασκήτεψα
στην Ατλαντίδα σου μαζί σου βουλιάζω.
🌹
Πάνος Κούρβας
Το έργο συμμετέχει στον 1ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό koukidaki.