Πάνου Κουμπούρα
Δεν κρύβεται -αιδώς- σε μάγουλα
τρυπώνει στην κρυφή φωλιά του πόνου
κει που ένα δάκρυ άγιο αργοκυλά
σταλιά–σταλιά μες στο κενό του χρόνου.
Δεν τον πτοούν του βίου τα δύσκολα
φοβάται μόνον τον φανατικό νου,
στα ίχνη απ’ τις αιχμές πάει απαλά
γωνιά–γωνιά στης γης, της τετραγώνου…
Πόθο τον είπαν, ίσως κι έρωτα,
πλάνο θεό, που παίζει με τα βέλη.
Μια λάμψη-αστραπή. Τόσο κρατά.
Μιλούν γι αυτόν με λόγια πύρινα
καθείς τον ονειρεύεται όπως θέλει.
Όταν βρεθούμε, νέκταρ με κερνά.
Είπα να σ’ αψηφήσω, επίτηδες,
να πεισμωθείς λιγάκι να θυμώσεις,
όμως, δεν σε αρνήθηκα ποτές,
γιατί και μ’ ένα όχι θα με λειώσεις.
Ξάγρυπνος καρτερούσα κι άργησες
να ρθεις και την καρδιά μου να κλειδώσεις
να ξεχυθούν πλημμύρα οι ηδονές
φιλί–φιλί, ωσότου με τελειώσεις.
Παλιά σε ζωγραφίζαν άγγελο
φτερά σου δώσαν μήπως και πετάξεις,
μα εγώ, μέσα στα μάτια σου γελώ.
Κύμα θεριό, χωρίς ανάπαυση
στην αγκαλιά σου θα’ μαι μην με ψάξεις.
Δυο ουρανοί δυο άστρα, έρωτα εσύ!
🌹
Πάνος Κουμπούρας, Φιλόλογος, Λογοτέχνης Ακράτας
Το έργο συμμετέχει στον 1ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό koukidaki.