Στα βήματα του ελκύονταν με αλλόκοτη θέληση, τα πεσμένα κίτρινα φύλλα των δέντρων. Το φθινόπωρο, και πιο συγκεκριμένα ο Οκτώβριος, είχε διεισδύσει στην ζωή των ανθρώπων. Ο περίπατος του στο δάσος, ήταν ένας τρόπος ώστε να ξεφύγει για λίγη ώρα, από τους συνήθεις ρυθμούς της πόλης.
Ήταν Σάββατο μεσημέρι και το βοριαδάκι που φυσούσε «συμμαχούσε» σε τέρψη πάνω στην επιφάνεια του δέρματος του, με την γλυκιά θαλπωρή του ήλιου. Μόνος όπως ήταν στο μεγάλο και πανέμορφο πράσινο οικοσύστημα του Σέιχ Σου στην Θεσσαλονίκη, διαπίστωνε με κυνικότητα ότι η επιδίωξη του κέρδους μέσω του δικηγορικού γραφείου που διατηρούσε, τον εξουθένωνε κυρίως ψυχολογικά. Δεν είχε όμως τον χρόνο, ώστε να ανακτήσει την χαμένη ζωτική ενέργεια.
Η φθορά που ένιωθε, έμοιαζε με βαρίδιο και αναζητούσε ένα τρόπο για να την εξουδετερώσει. Φευ! Μάταιος κόπος. Σύντομα αντιλαμβάνονταν την πραγματικότητα και δεν επέμενε να κυνηγάει Χίμαιρες. Καθώς πραγματοποιούσε τον περίπατο του εντόπισε μία βρύση, σε πέτρινη βάση από την οποία «έτρεχε» δροσερό, γάργαρο νερό.
Είχε ιδρώσει και αφού ξεδίψασε, έπλυνε το πρόσωπο του. Στις σταγόνες που κυλούσαν, καθρεφτιζόταν ο εαυτός του. Ή μάλλον ό,τι είχε απομείνει, από έναν αγχωμένο και σκεπτικό άνθρωπο.
Τα χρονογραφήματα του Νίκου συνοδεύει κολάζ από έργα της Elinore Schnurr.
Βρείτε τον Νίκο Βαρδάκα στη σελίδα του στο facebook.