μία ζωή που δεν την ζείς, θάνατος των θανάτων!
Νικηφόρος Βυζαντινός
Είναι ώρες που θα αφήσω ένα κείμενο να κατασταλάξει εντός μου. Είναι πάλι ώρες που ένα κείμενο, ένα βιβλίο, θα μου αφήσει τόσο συγκεκριμένες εντυπώσεις ώστε να θελήσω να τις καταγράψω ευθύς, να τις μοιραστώ με ανθρώπους που συναντιλαμβάνονται μαζί μου τον κόσμο. Σαν να είδες ένα όνειρο τόσο δυνατό που μόλις ξυπνήσεις από αυτό, θα θελήσεις αμέσως να αδράξεις μιά κόλλα χαρτί και να αποτυπώσεις επάνω της ό,τι σου άφησε μέσα στην ψυχή σου, κάτι που φοβάσαι πως θα σβήσει με το άνοιγμα των ματιών και την επιστροφή στην «πραγματικότητα».
Με τον Ξενόπουλο ομολογώ πως δεν είχα ασχοληθεί εκτενώς και στον βαθμό που μου συνέβει, με ρυθμό θα έλεγε κανείς υπερφυσικό να ασχοληθώ το διάστημα που μας πέρασε. Τούτο το καλοκαίρι όπου και αν επήγαινα θα εύρισκα ένα βιβλίο του. Μα πεταμένο αδιάφορα σε ένα γραφείο φίλου, μα σε ένα πάγκο βιβλιοπώλου, μα ξαπλωμένο νωχελικά στο παγκάκι ενός κήπου. Επήγε και τέλειωσε! Εφέτος κάτι ή κάποιος με έφερνε σε επαφή με το έργο αυτού του πολύ σημαντικού λόγιου του περασμένου αιώνα, για την Ελλάδα. Κάτι που θέλησε να προσφέρω και γω την ταπεινή μου γνώμη, το μικρό μου λιθαράκι εμπρός σε τούτο τον ογκόλιθο των νεοελληνικών γραμμάτων.
Ο Ξενόπουλος είναι κατά βάσιν ηθογράφος. Ασχολείται με το παιχνίδισμα της μοίρας επάνω στους χαρακτήρες των ανθρώπων, με τέτοιο δυνατό τρόπο που δε σου αφήνει περιθώρια να μην θέλεις να παρακολουθήσεις τούτη την εξέλιξη τους όπως απλώνεται γράμμα προς γράμμα, πρόταση προς πρόταση, παράγραφο προς παράγραφο και σελίδα προς σελίδα.
Η ηθογραφία και η μαστοριά του συνάμα, θα σε εμπλέξουν σε 'κείνο το όμορφο, αδιόρατο γαϊτανάκι του χορού μέσα στον χώρο και τον χρόνο, μέσα στην άχρονη, όπως εξελίσσεται, περιγραφή και το ξεδίπλωμα των ηρώων και των ηρωίδων του και θα σε καταστήσουν μάρτυρα της ανθρώπινης ηθογεωγραφίας.
Είναι εκ των συγγραφέων που σε εγκλωβίζουν γλυκά μέσα στο έργο τους. Που σε κάνουν να σκεφτείς και μετά το κλείσιμο του βιβλίου, που σε στοιχειώνουν και που ως προείπα και αλλού, γίνονται όλα τούτα μέτρο σύγκρισης για οτιδήποτε άλλο διαβάσεις ή έχεις διαβάσει.
Έτσι ενεπλάκην και εγώ τούτο το καλοκαίρι με τα κείμενα του. Και κράτησα αυτό το αράδιασμα των σκέψεων μιάς άτυπης τριλογίας στο τέλος διότι η ιστορία μας έχει και υπερφυσικό χαρακτήρα.
Σαν να χρωστούσα μερικές σκέψεις ως ύμνο στο έργο του, ως υπόδειξη στους συγχρόνους μου πως τούτος δω ο μάστορας της τέχνης, αξίζει όχι μόνον να διαβάζεται με μουσειακή διάθεση, ως να παρατηρείς τα εκθέματα ενός μουσείου που σκονισμένα σε κοιτάζουν πίσω από τις βιτρίνες του, αλλά τουναντίον πως είναι ολοζώντανος μέσα από τις προβληματικές που θέτει και το παιχνίδισμα των χαρακτήρων του που η μόνη διαφορά με το σήμερα είναι ίσως τα ρούχα που φοράνε.
Το ΦΑΝΤΑΣΜΑ λοιπόν είναι μια ιστορία πραγματική. Όσο πραγματική μπορεί να είναι μια ιστορία που έχει ως αντιήρωα, ως καταλύτη, ένα φάντασμα. Η ιστορία αυτή χάνεται πολύ πίσω στο χρόνο, στην Ζάκυνθο της εποχής της Γαλλικής επανάστασης και η κεντρική ηρωίδα του αναφέρεται ως πρόσωπο υπαρκτό. Είδε άραγε η Έλενα το φάντασμα του Κωνσταντή που την εμπόδιζε να πλαγιάσει με τον άντρα της; Κι αν το είδε, μήπως δεν ήταν τίποτα άλλο από τις ασυνείδητες ενοχές της για τον θάνατο του που στο μυαλό της απλής χωριατοπούλας έπαιρναν μιάν όψη πιο φυσική κι από ενός ζωντανού; Ήταν μια κοπέλα αλαφροΐσκιωτη μεταξύ των δύο κόσμων; Πάνε πάνω από διακόσια χρόνια και η Έλενα δεν γύρισε ποτέ από την χώρα των σκιών για να μας πει.
Αυτό που σίγουρα συνέβει έστω και στα πλαίσια μιάς μυθοπλασίας, είναι η μεταμόρφωση της. Κι αυτό εξετάζει ο Ξενόπουλος. Πώς δηλαδή μπορεί ένα γεγονός (φυσικό ή υπερφυσικό αυτό δεν το εξετάζουμε), να βγάλει μέσα από τον άνθρωπο, να γεννήσει μέσα από αυτό το σαρκίο, κάτι εντελώς διαφορετικό από ό,τι ήταν ως τότε. Αυτό είναι το ζητούμενο στην εν λόγω ιστορία. Το ποια ήταν αυτή η καταλυτική δύναμη η οποία βοήθησε την Έλενα να μετουσιωθεί. Να αδράξει στα κοριτσίστικα, μα στιβαρά της χέρια, την ίδια της τη ζωή, την ίδια της τη μοίρα. Και να της αλλάξει πορεία.
Κι αυτό είναι που πρέπει να εξετάσουμε εξονυχιστικά. Το τι δυνάμεις μπορεί να κρύβει ο καθένας μας μέσα του, στο ασυνείδητο του θα το λέγαμε με όρους σημερινούς και το με ποιους μηχανισμούς όλα αυτά έρχονται στην πραγματικότητα μας και την αλλάζουν. Την αλλάζουν σε σημείο τέτοιο, ώστε ο πρότερος μας εαυτός, γίνεται αυτός ένα φάντασμα. Πολεμώντας τα φαντάσματα του.
Ο θάνατος των πρότερων εαυτών μας είναι ένα αγαπημένο και δικό μου θέμα στην τέχνη. Το τι και το πως γεννιέται, δεν είναι πάντοτε εύκολο να καθοριστεί. Όμως μιά γέννα, μιά γέννα πνευματική, άυλη εν προκειμένω, είναι πάντοτε συγκλονιστικό ζήτημα. Είναι καίριο ζήτημα για να μην αυτοκαταραστεί ο άνθρωπος με αυτό, γράφει ο Παλαμάς. Μιαν ασάλευτον ζωή. Μιά ζωή νηνεμίας όπως η θάλασσα των Σαργασσών. Μιά ζωή άρρωστη μέσα στην στασιμότητα της. Μιά ζωή που βαλτώνει, δεν είναι ζωή. Είναι θάνατος προ του θανάτου.
Το ζήτημα είναι κατά πόσον όλοι μας μπορούμε να διαγνώσουμε τούτη την αλλαγή, να την αφουγκραστούμε, να την αδράξουμε και στο τέλος να την κάνουμε πράξη. Να φύγει τούτη η αλλαγή από την χώρα των σκιών και της φαντασίας και να καταστεί μια νέα αλήθεια. Μιά αλήθεια που θα μπορέσει να μας βοηθήσει να αυτοεξελιχθούμε.
Διότι, ως γράφω συχνά, ο άνθρωπος δεν γεννιέται άνθρωπος. Γεννιέται κτήνος, που προσπαθεί κάθε μέρα προς τον εξανθρωπισμό του.
Πάνος Χατζηγεωργιάδης
Μία αναφορά στο έργο του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Επίσης: Ο Πόλεμος και Ο Κατήφορος