Το βιβλίο «Κάθε Ιούλιο επιστρέφω» του Γιώργου Μολέσκη δεν κατατάσσεται σε εκείνα τα έργα που θα διαλέξεις για να περάσεις ξέγνοιαστα τις ώρες σου. Τουναντίον. Αφορά τους λάτρεις της έρευνας, τους περιπλανώμενους αναζητητές της αλήθειας και των ιστορικών γεγονότων που η μοίρα τα όρισε να καταλήξουν με ξεριζωμό και θάνατο.
Κι όπως αναφέρεται τόσο στο οπισθόφυλλο όσο και στην πρώτη σελίδα του έργου, στις σελίδες του θα ακολουθήσουμε τα προσωπικά βιώματα του συγγραφέα στην μαρτυρική Κύπρο. Μάλιστα, οι τόποι και τα συμβάντα που περιγράφονται είναι βασισμένα στην πραγματικότητα.
Η ιστορία μας ξεκινά την Παρασκευή 15 Ιουλίου του 2017 στις 8:20 το πρωί. Τότε που ο αφηγητής μας ξυπνά από τις σειρήνες που ηχούν σε όλη τη Λευκωσία, φέρνοντάς του στη μνήμη όλα εκείνα τα δραματικά γεγονότα που βίωσε πριν δεκαετίες.
Βουτώντας τη μνήμη του στο παρελθόν, μαθαίνουμε πρωτίστως για τα παιδικά του χρόνια:
…Είναι καλοκαίρι, ο σχολείο έχει κλείσει για διακοπές. Μαζί με τον Σάββα και τον Νικόλα συναντιόμαστε το πρωί στην πλατεία μπροστά από το σπίτι μου, πίνουμε νερό από την πέτρινη βρύση και παίρνουμε τον δρόμο για τα χωράφια του χωριού.
Ξυπόλυτοι, με παλιά κοντά παντελόνια και σχισμένα πουκάμισα, ανεβαίνουμε στην πλαγιά του Χαλκόβουνου
…μα και για τα μέρη που τον φιλοξένησαν, του έδωσαν τα απαραίτητα εφόδια για να πορευτεί στη ζωή:
Ύστερα από χρόνια, από τους προσφυγικούς συνοικισμούς της Λάρνακας, κοιτάζοντας τον ήλιο να γέρνει προς τα μέρη εκείνα του χωριού μου, επέστρεφα ξανά στους παλιούς μου τόπους και στις παιδικές μου μνήμες.
Και οι εικόνες αποτυπώνονται γλαφυρά σε κάθε εξομολογητική επίσκεψη του λογισμού στο παρελθόν:
…πήρα το λεωφορείο της γραμμής για το χωριό. Στο λεωφορείο επέβαιναν καμιά δεκαπενταριά άτομα, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, που έτυχε να φιλοξενούνται στα σπίτια των παιδιών τους στη Λευκωσία και επέστρεφαν στα χωριά τους. Όλοι κάθονταν σιωπηλοί, κρατώντας κάτι μεγάλες τσάντες από ρούχο ή πλαστικό μπροστά τους ή πάνω στα πόδια τους. Κανένας δε μιλούσε, ο φόβος και η ανησυχία ήταν διάχυτη στα πρόσωπά τους.
Και οι σημαντικές στιγμές είναι μοιραίο να μένουν πάντα βαθιά χαραγμένες μέσα στη ψυχή, όσος καιρός κι αν έχει περάσει:
…βλέπω ακόμη το αίμα του νεκρού κάτω στο χώμα μπροστά στο καφενείο. Και βλέπω τους οργισμένους συναδέλφους του να φωνάζουν στην κηδεία του ενάντια στους δολοφόνους.
Κι όπως σημειώνει ο συγγραφέας:
Όλα αυτά είναι ιστορία και δεν είναι. Γιατί η πληγή είναι ανοιχτή και δεν αφήνει τα πράγματα ιστορία.
Βρείτε τον Θεόφιλο Γιαννόπουλο στη σελίδα του βιβλίου του στο facebook
Το βιβλίο του Γιώργου Μολέσκη, Κάθε Ιούλιο επιστρέφω, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.
Στην περίληψη διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα.
Στην περίληψη διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
Η είδηση για το άνοιγμα των οδοφραγμάτων στην Κύπρο, τα οποία ήταν κλειστά για 29 σχεδόν χρόνια, γίνεται αφορμή για τον ήρωα -συγγραφέα του βιβλίου- να ξεκινήσει ένα μακρύ ταξίδι, πρώτα διανοητικό, στη συνέχεια και πραγματικό, στους τόπους που συνέβηκαν τα τραγικά γεγονότα του 1974, που προκάλεσαν τη διαίρεση του τόπου. Αυτό θα τον οδηγήσει σε πράγματα και καταστάσεις που βίωσε κατά την περίοδο εκείνη αλλά και σε παλαιότερα, που σημάδεψαν με τον τρόπο τους την πορεία της ζωής του.
Αυτοβιογραφικά και χρονικογραφικά στοιχεία συνδυάζονται με εκείνα της μυθιστοριογραφίας, τα οποία υποβάλλουν η χρονική απόσταση από τα γεγονότα και η ανάγκη αποστασιοποίησης από κάποια πράγματα, έτσι που μέσα από αυτά να αναδεικνύεται μια γενικότερη εικόνα και μια πιο οικουμενική αλήθεια.
Ο Γιώργος Μολέσκης γεννήθηκε το 1946 στο χωριό Λύση της Κύπρου. Φοίτησε στο Αγγλικό Κολλέγιο Λευκωσίας και στο Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ της Μόσχας, από το οποίο απέκτησε πτυχίο (Μ.Α.) στη Ρωσική Λογοτεχνία και διδακτορικό δίπλωμα (Ph.D.) στη Λογοτεχνία. Εργάστηκε στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου, όπου κατείχε τη θέση του Ανώτερου Μορφωτικού Λειτουργού και διετέλεσε Εκτελεστικός Σύμβουλος του Ιδρύματος Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου. Την περίοδο 2013-2017 διετέλεσε πρόεδρος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου. Έχει τιμηθεί με Κρατικό Έπαινο και Κρατικό Βραβείο Ποίησης στην Κύπρο, καθώς και με το Μετάλλιο Πούσκιν της Ένωσης Ρώσων Συγγραφέων. Είναι, επίσης, επίτιμο μέλος της Κρατικής Ακαδημίας Σλαβικού Πολιτισμού της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Από το 1967 μέχρι σήμερα εξέδωσε δώδεκα ποιητικές συλλογές, δυο συγκεντρωτικούς τόμους ποιημάτων, μια νουβέλα, μια συλλογή διηγημάτων και πέντε βιβλία με μεταφράσεις ποίησης. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν τα βιβλία του: Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι: Σύννεφο με παντελόνια (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια, εκδόσεις Τα τραμάκια 1995), Αναμονή βροχής (ποιήματα, εκδόσεις Μεταίχμιο 2008), Σύγχρονοι Τουρκοκύπριοι ποιητές. Απόπειρα επικοινωνίας (ανθολόγηση-μετάφραση, εκδόσεις Τόπος 2010), Το ημιτελές ποίημα (ποιήματα, εκδόσεις Μεταίχμιο 2014), Όταν ο ήλιος μπήκε στο δωμάτιο (διηγήματα, εκδόσεις Βακχικόν, πρώτη έκδοση 2017, δεύτερη έκδοση 2019), Ρωσική ποίηση 20ου αιώνα (ανθολόγηση-μετάφραση, εκδόσεις Βακχικόν 2018). Βιβλία του μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν σε ξεχωριστούς τόμους στη Γαλλία, Ιταλία, Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία και Αλβανία. Ποιήματά του μεταφράστηκαν και δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά στη Ρωσία, Γερμανία, Γαλλία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Τουρκία, Φινλανδία, Αρμενία, Εσθονία και αλλού.