Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Μαίρη Κατσανίδου; Κάποια συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γύρω μας και δεν μπορούμε να τα ακουμπήσουμε με την ψυχή μας. Ούτε να βιώσουμε τις ζωές τους παρά μόνο να αφουγκραζόμαστε νοερά τις λύπες και τις χαρές τους.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Μ.Κ.: Αμφιταλαντεύσεις.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Μ.Κ.: Να δει κατάματα όλα τα πριν και να συνεχίσει με αισιοδοξία για όλα τα μετά.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Μ.Κ.: Σε ένα τόπο γαλήνιο στην φύση, όπως το σπίτι της ηρωίδας μου, μακριά από πόλη, για μια νέα ώθηση στην ζωή και για όσες μέρες θα είχαμε αντοχή.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Μ.Κ.: Όλα τα λόγια βγήκαν μέσα από την ψυχή της. Είπε τις λέξεις μια μια μετρημένες και τοποθετημένες έτσι στην σειρά που αν τις είχε γράψει δεν θα διόρθωνε το παραμικρό. Λίγες και ουσιαστικές. Δεν ούρλιαξε, δεν έκλαψε, μόνο θέλησε να την μειώσει, να την δει να τρέμει. Το πέτυχε και έτσι νικήτρια θα έφευγε με ψηλά το κεφάλι, και ας ήταν μία προδομένη.
Το μυθιστόρημα της Μαίρης Κατσανίδου, Αριάδνη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
Στην περίληψη λέει:
Αδυνατούσε η Αριάδνη να το αποδεχτεί. Μέσα της όμως βαθιά, το ήξερε· ήταν αργά. Αμέτρητες μέρες και νύχτες τού χάρισε όλη της τη δύναμη, ώστε να του δώσει να καταλάβει πως τον αγαπούσε! Ναι, ένιωθε γι’ αυτόν μια αγάπη που κρατούσε πολλά χρόνια. Ήταν ένα σημαντικό κομμάτι στη ζωή της -είχε επενδύσει στην ενέργειά του, στην καλοσύνη του. Αδηφάγα η ζωή, καταβροχθίζει λαίμαργα σώματα και μνήμες, ενώ εκείνη προσπαθεί να ελευθερώσει και να ανασύρει κομμάτια του εαυτού της από το μακρινό παρελθόν. Μια εισβολή επιχειρούσε τώρα ο Αργύρης με τρόπο ήρεμο, κάνοντας μικρά αλλά σίγουρα βήματα, στη ζωή της. Μια εισβολή που του επέτρεπε μόνη της η Αριάδνη. “Καμιά οργή δεν είναι πιο δυνατή από την οργή μιας γυναίκας”, έτσι λένε. Πράγματι, η οργή έβραζε μέσα της όπως το ηφαίστειο. Απλώς περίμενε την κατάλληλη στιγμή, που θα εκτόξευε την καυτή λάβα του, για να εκτονωθεί. Τα ψέματα που αντίκριζε θα γίνονταν μια φουρτουνιασμένη θάλασσα και κανείς κυματοθραύστης δε θα συγκρατούσε τα πελώρια κύματα που θα χτυπούσαν πάνω του. Το ήξερε, το αισθανόταν. Ερχόταν μια θύελλα που θα παρέσερνε τα πάντα…
Η Μαίρη Κατσανίδου γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Με την ενηλικίωση και την αποκατάσταση των παιδιών της και προκειμένου να αξιοποιήσει τον ελεύθερό της χρόνο παρακολούθησε επί σειρά ετών μαθήματα Δημιουργικής Γραφής και άρχισε να γράφει. Νιώθει πως όταν ασχολείται με τη συγγραφή δίνει άλλη νότα στη ζωή της. Της ξεκουράζει τον νου, τη γαληνεύει. Της αρέσει να ταξιδεύει στη φαντασία και να ζωντανεύει τις εικόνες με λόγια. Στέλνει κείμενά της σε ειδικές σελίδες στο Διαδίκτυο. Έχει συμμετάσχει σε τρία συλλογικά βιβλία με κείμενά της. Πρόκειται για Τα ορυχεία της Γραφής το 2014, Ιστορίες με Χρώματα το 2016 και Υπάρχει… το 2017. Και συνεχίζει με αυτό που αγαπά. Το γράψιμο…