Δ.Κ.: Το είδα σα διαφυγή για να παλέψω την απώλεια της αδερφής μου.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Δ.Κ.: Ζωή.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Δ.Κ.: Να μην το διαβάσει με φωτογραφική ανάγνωση.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Δ.Κ.: Πόση δύναμη έχει αυτό το άναρχο μέσα μας που αποζητά την ελευθερία. Ήθελα τότε να ήμουν αδέσποτος άνθρωπος κι οι δρόμοι να ‘ταν θάλασσα! Να μη φοβάμαι τις μηχανές που κυκλοφορούν στο δρόμο, ανθρώπινες κι οχηματαγωγές. Να τρώω ό,τι βρίσκω απ’ τη φύση και να κοιμάμαι όταν νυστάζω. Να μπορώ να αισθάνομαι στο σώμα μου το κάθε άγγιγμα και στο πνεύμα μου τον κάθε ψίθυρο της φύσης, εισπράττοντας μ’ αυτόν τον τρόπο από γύρω μου την αρμονία και να χτίζω έτσι τη δικιά μου! Τότε κι εσύ δε θα ήσουν στην άχαρη θέση να μου λες πάντα μη!
Η νουβέλα της Δήμητρας Κωνσταντινίδου, Αδέσποτος νους, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
Στην περίληψη λέει:
Η Ελπίδα, σε προχωρημένη ηλικία, βρίσκεται μέσα στην αραγμένη σε έναν κολπίσκο της Μυτιλήνης βάρκα της. Είναι μια ευκαιρία να κάνει αναδρομή στο παρελθόν της και να συνομιλήσει με τον εαυτό της, με τον οποίο στην αρχή έχει σχέση ανταγωνιστική. Θυμάται τη λατρεία της για τη ζωή, τα μεράκια της, τα ταξίδια της και τις χαρές με το τρεχαντήρι της. Ανατρέχει στη γνωριμία της με τη Ζωή και την κοινή τους πορεία, τους έρωτές της, τις δυσκολίες της όταν ζούσε και εργαζόταν στη Θεσσαλονίκη. Προσπαθεί να ξεφύγει από το σύστημα επιστρέφοντας στις ρίζες της, στη φύση, στο νησί της. Πιστεύει πως μόνο εκεί μπορεί να υπάρξει. Παράλληλα η Ζωή, η άλλη ηρωίδα, ακολουθεί τον δρόμο της αναζήτησης, κάνοντας ταξίδια για να γνωρίσει τον κόσμο, να βρει το κρυμμένο νόημα. Άραγε θα βρεθούν ξανά η Ελπίδα με τη Ζωή;