akropolis
urcarea
Πλούσια ποιητική συλλογή κι εμπλουτισμένη με φωτογραφίες από την Ελλάδα, το μέρος από όπου ο Peter Sragher άντλεισε την έμπνευση που τον οδήγησε σε τούτες τις καταγραφές.
Ας (ξανα)πούμε το εύλογο: είναι θεάρεστο να αγαπιέται ο τόπος σου, να αποτελεί σημείο αναφοράς στην τέχνη -αλλά και γενικότερα-, να αφορά όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο τους ντόπιους... να βλέπεις ότι η χώρα σου έχει παντού θαυμαστές... να αισθάνεσαι τελικά περηφάνεια και μόνο από το γεγονός ότι κάποιος ήρθε και δε πέρασε απλά αλλά «στάθηκε», μαγεύτηκε, γέμισε χρώμα, ήχους και αρώματα... Κι επιπλέον, είναι πάντα ενδιαφέρον να «βλέπεις» μέσα από τα μάτια αυτών των επισκεπτών το μέρος σου.
Με τούτες τις σκέψεις κατά νου, αρπάζω την ευκαιρία να ανακαλύψω τον Sragher. Η πλούσια, καλαίσθητη έκδοση των έργων του μου κρατά συντροφιά αρκετές μέρες -δε βιάζομαι ποτέ με την ποίηση.
Στον πρόλογο του Σταύρου Δεληγιώργη θα διαβάσω «Ο λόγος ενός σύγχρονου ξένου ταξιδιώτη [...] βιώνει το ιεροπρεπές και το πανανθρώπινο του αιγιακού χωροχρόνου» και ότι «ο Peter Srapher γίνεται και αυτός ιδιότυπος διερμηνέας και μεταφραστής.» Γίνεται κοινωνός, λοιπόν, όπως και ο κάθε δημιουργός-καλλιτέχνης-συγγραφέας-ποιητής στη θέση του. Κοινωνός της Ιστορίας που αντίκρισε, του Μύθου, των συναισθημάτων, των στιγμών... Από κει και πέρα, είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας του αναγνώστη το πώς θα εισπράξει εκείνο που γράφτηκε, όμως οφείλω να πω ότι προσωπικά είδα την Ελλάδα μέσα στους στίχους. Είδα το χρώμα και τον ήλιο των νησιών, την ιστορία, την αρχαιότητα...
Ως δημιουργό τον Sragher δεν τον γνωρίζω -πέρα από τούτη τη συλλογή δεν έχω διαβάσει άλλα έργα δικά του. Αυτό το βιβλίο του διακατέχεται από μια ρέουσα, χειμαρρώδης γραφή λέξεων-φράσεων χωρίς σημεία στίξης, χωρίς ανάπαυλες, χωρίς κεφαλαία αρχικά γράμματα, χωρίς... Για να το εξηγήσω καλύτερα, μεταφέρω ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του ίδιου, όπου λέει: «language doesn't exist, words don't exist; they are only a cluster of sounds that travel through space, reaching the ears, producing noise, and disturbing silence». Σε μετάφραση: η γλώσσα δεν υπάρχει, οι λέξεις δεν υπάρχουν· είναι απλά ένα συνονθύλευμα/σύμπλεγμα ήχων που ταξιδεύουν στο διάστημα, φτάνοντας στα αφτιά, παράγοντας ήχο και διαταράσσοντας τη σιωπή. Καταλαβαίνουμε ότι δεν «υπολογίζει» τη γλώσσα όπως τη γνωρίζουμε μέσα από τη γραμματική της δομή ή όπως τη διδαχτήκαμε στο σχολείο, αλλά την χρησιμοποιεί με έναν τρόπο για να μεταφέρει το ηχόχρωμα των συναισθημάτων στην ποίηση. Βέβαια, ακόμα και στον πεζό λόγο ακολουθεί την ίδια νόρμα γεγονός που σηματοδοτεί μια προέκταση αυτής της γραφής σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του ή μια υιοθέτηση του ύφους αυτού γενικότερα... ίσως μια δική του άποψη για τον χειρισμό των γλωσσών, τελικά. Πάντως, όταν γράφει ότι «poetry is incomplete when it is composed only of words, it must have the full body of sound, rhythm and gesture to cross over...», δηλαδή: η ποίηση είναι ημιτελής όταν συνθέτεται μόνο με λέξεις· πρέπει να περιέχει όλο το σώμα του ήχου, του ρυθμού και της χειρονομίας για να περάσει, εμένα με καλύπτει. Κατανοώ την ανάγκη του να μεταφέρει το άπαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο εξυψώνοντας έτσι την πρώτη των τεχνών, την Ποίηση, κι αναρωτιέμαι αν γνωρίζει ελληνικά ή πώς θα έγραφε αν εκφραζόταν με την ελληνική που είναι ανώτερη. Η ελληνική γλώσσα που είναι εννοιολογική, σημασιολογική, και όχι σημειολογική, που έχει χρώμα, μουσικότητα, περιγραφικότητα... και οπωσδήποτε ενδυναμώνει και εμπλουτίζει το ποιητικό έργο.
Με δυο λόγια, το βιβλίο αποτελεί μια πλούσια συλλογή έργων με άρωμα Ελλάδας. Ο δημιουργός είναι ένας άνθρωπος που αγαπά βαθιά την Ελλάδα και ένας ταξιδιώτης που αφουγκράζεται, εμπνέεται και γράφει σε ελεύθερο στίχο. Ο ίδιος έχει ασχοληθεί και με τη φωτογραφία πραγματοποιώντας και εκθέσεις. Ο Sragher αποφάσισε να εκδώσει τα έργα του στην αρχική τους φόρμα, δηλαδή στα αγγλικά και τα γερμανικά, επειδή γράφτηκαν σε αυτές τις γλώσσες. Ίσως να φοβήθηκε ότι θα χάσει τον έλεγχο, εξού και βλέπουμε να αναγράφεται η λέξη μετάφραση (από την Άντζελα Μπράτσου και τον Σταύρο Δεληγιώργη) και όχι απόδοση που θα περίμενε κανείς.
Τελικά, αξίζει να δει κανείς τη χώρα του μέσα από τα μάτια του «ξένου», έχει ένα επιπλέον ενδιαφέρον η συνθήκη αυτή, άσε που ο «ξένος» προκύπτει πιο «δικός» από τον συντοπίτη σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις!
Ας (ξανα)πούμε το εύλογο: είναι θεάρεστο να αγαπιέται ο τόπος σου, να αποτελεί σημείο αναφοράς στην τέχνη -αλλά και γενικότερα-, να αφορά όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο τους ντόπιους... να βλέπεις ότι η χώρα σου έχει παντού θαυμαστές... να αισθάνεσαι τελικά περηφάνεια και μόνο από το γεγονός ότι κάποιος ήρθε και δε πέρασε απλά αλλά «στάθηκε», μαγεύτηκε, γέμισε χρώμα, ήχους και αρώματα... Κι επιπλέον, είναι πάντα ενδιαφέρον να «βλέπεις» μέσα από τα μάτια αυτών των επισκεπτών το μέρος σου.
Με τούτες τις σκέψεις κατά νου, αρπάζω την ευκαιρία να ανακαλύψω τον Sragher. Η πλούσια, καλαίσθητη έκδοση των έργων του μου κρατά συντροφιά αρκετές μέρες -δε βιάζομαι ποτέ με την ποίηση.
Στον πρόλογο του Σταύρου Δεληγιώργη θα διαβάσω «Ο λόγος ενός σύγχρονου ξένου ταξιδιώτη [...] βιώνει το ιεροπρεπές και το πανανθρώπινο του αιγιακού χωροχρόνου» και ότι «ο Peter Srapher γίνεται και αυτός ιδιότυπος διερμηνέας και μεταφραστής.» Γίνεται κοινωνός, λοιπόν, όπως και ο κάθε δημιουργός-καλλιτέχνης-συγγραφέας-ποιητής στη θέση του. Κοινωνός της Ιστορίας που αντίκρισε, του Μύθου, των συναισθημάτων, των στιγμών... Από κει και πέρα, είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας του αναγνώστη το πώς θα εισπράξει εκείνο που γράφτηκε, όμως οφείλω να πω ότι προσωπικά είδα την Ελλάδα μέσα στους στίχους. Είδα το χρώμα και τον ήλιο των νησιών, την ιστορία, την αρχαιότητα...
Ως δημιουργό τον Sragher δεν τον γνωρίζω -πέρα από τούτη τη συλλογή δεν έχω διαβάσει άλλα έργα δικά του. Αυτό το βιβλίο του διακατέχεται από μια ρέουσα, χειμαρρώδης γραφή λέξεων-φράσεων χωρίς σημεία στίξης, χωρίς ανάπαυλες, χωρίς κεφαλαία αρχικά γράμματα, χωρίς... Για να το εξηγήσω καλύτερα, μεταφέρω ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του ίδιου, όπου λέει: «language doesn't exist, words don't exist; they are only a cluster of sounds that travel through space, reaching the ears, producing noise, and disturbing silence». Σε μετάφραση: η γλώσσα δεν υπάρχει, οι λέξεις δεν υπάρχουν· είναι απλά ένα συνονθύλευμα/σύμπλεγμα ήχων που ταξιδεύουν στο διάστημα, φτάνοντας στα αφτιά, παράγοντας ήχο και διαταράσσοντας τη σιωπή. Καταλαβαίνουμε ότι δεν «υπολογίζει» τη γλώσσα όπως τη γνωρίζουμε μέσα από τη γραμματική της δομή ή όπως τη διδαχτήκαμε στο σχολείο, αλλά την χρησιμοποιεί με έναν τρόπο για να μεταφέρει το ηχόχρωμα των συναισθημάτων στην ποίηση. Βέβαια, ακόμα και στον πεζό λόγο ακολουθεί την ίδια νόρμα γεγονός που σηματοδοτεί μια προέκταση αυτής της γραφής σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του ή μια υιοθέτηση του ύφους αυτού γενικότερα... ίσως μια δική του άποψη για τον χειρισμό των γλωσσών, τελικά. Πάντως, όταν γράφει ότι «poetry is incomplete when it is composed only of words, it must have the full body of sound, rhythm and gesture to cross over...», δηλαδή: η ποίηση είναι ημιτελής όταν συνθέτεται μόνο με λέξεις· πρέπει να περιέχει όλο το σώμα του ήχου, του ρυθμού και της χειρονομίας για να περάσει, εμένα με καλύπτει. Κατανοώ την ανάγκη του να μεταφέρει το άπαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο εξυψώνοντας έτσι την πρώτη των τεχνών, την Ποίηση, κι αναρωτιέμαι αν γνωρίζει ελληνικά ή πώς θα έγραφε αν εκφραζόταν με την ελληνική που είναι ανώτερη. Η ελληνική γλώσσα που είναι εννοιολογική, σημασιολογική, και όχι σημειολογική, που έχει χρώμα, μουσικότητα, περιγραφικότητα... και οπωσδήποτε ενδυναμώνει και εμπλουτίζει το ποιητικό έργο.
Με δυο λόγια, το βιβλίο αποτελεί μια πλούσια συλλογή έργων με άρωμα Ελλάδας. Ο δημιουργός είναι ένας άνθρωπος που αγαπά βαθιά την Ελλάδα και ένας ταξιδιώτης που αφουγκράζεται, εμπνέεται και γράφει σε ελεύθερο στίχο. Ο ίδιος έχει ασχοληθεί και με τη φωτογραφία πραγματοποιώντας και εκθέσεις. Ο Sragher αποφάσισε να εκδώσει τα έργα του στην αρχική τους φόρμα, δηλαδή στα αγγλικά και τα γερμανικά, επειδή γράφτηκαν σε αυτές τις γλώσσες. Ίσως να φοβήθηκε ότι θα χάσει τον έλεγχο, εξού και βλέπουμε να αναγράφεται η λέξη μετάφραση (από την Άντζελα Μπράτσου και τον Σταύρο Δεληγιώργη) και όχι απόδοση που θα περίμενε κανείς.
Τελικά, αξίζει να δει κανείς τη χώρα του μέσα από τα μάτια του «ξένου», έχει ένα επιπλέον ενδιαφέρον η συνθήκη αυτή, άσε που ο «ξένος» προκύπτει πιο «δικός» από τον συντοπίτη σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις!
Η συλλογή του Peter Sragher, Ακροπόλεις άνοδοι, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Βακχικόν για τη διάθεση του βιβλίου
Στο οπισθόφυλλο:
μια κολώνα γεννιέται απ' το πόδι μου.
το χέρι μου παίρνει σχήμα απ' ένα φύσημα του αγέρα.
το χέρι μου ασπρίζει με την αφή της ζωφόρου.
το χέρι μου έγινε καρυάτιδα.
το χέρι μου κλαίει στη μνήμη χιλιετιών.