Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Σκοτεινή θάλασσα


Τίποτα δεν αξίζει πια, δε ζω, δεν υπάρχω, δεν έχω δουλειά, δεν έχω εσένα, δε γράφω πλέον, παρά μόνο κοιτώ τη θάλασσα να με καλεί.
Είναι και αυτή γυναίκα και με θέλει παντοτινά στην αγκαλιά της.

Κοιτάζω τη θάλασσα και σκέφτομαι πόσο όμορφη είναι.
Ο ήλιος καίει και δεσπόζει στον ουρανό.
Σχεδόν νοιώθω την αρμύρα στο στόμα μου. Βλέπω τα καράβια να περνούν στο βάθος του ορίζοντα και κάπου ανάμεσα εκεί είναι και το δικό μου.
Μα είναι μακρυά και αχνοφαίνεται και καθώς το χάνω απελπίζομαι. Δε μπορεί να χάθηκε στον μακρινό ορίζοντα και στα βάθη των ωκεανών.
Ο ουρανός ξαφνικά σκοτείνιασε και μαύρα σύννεφα μαζεύτηκαν σε μια ρουφήχτρα που ένωσε τον ουρανό με τη θάλασσα. Μια τρομακτική μίξη τοπίου λες και κάποιος παρανοϊκός ζωγράφος ένωσε ουρανό και θάλασσα με μια πινελιά.
Κάθομαι στη γέφυρα και αγναντεύω, όχι τον ουρανό ή το τοπίο, αλλά τα προβλήματά μου, τη ζωή μου και την πικρή πορεία που διένυσε το σαπιοκάραβο μου.
Σκέφτομαι πόσο πολλά λάθη έχω κάνει και σαν ζυγαριά το βάρος αλλάζει και γέρνει αρνητικά προς τα μένα.Το καράβι μου βουλιάζει όλο και πιο πολύ καθώς το τραβάει το τέρας της αβύσσου.

Κάποτε πέταγα στα σύννεφα με ένα αερόστατο μα και αυτό γκρεμίστηκε από μεγάλο ύψος.
Τώρα είμαι σε μια γέφυρα πάνω και δε κοιτώ καθόλου δεξιά η αριστερά μου, κοιτώ μόνο κάτω.
Σκέφτομαι πόσο μεγάλο είναι το ύψος και πόσο βαθιά τα μαύρα κύματα. Ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει όλο αυτό και θα φύγουν οι έγνοιες.
Θα επέλθει ηρεμία μέσα στη θαλπωρή της θάλασσας.
Χωρίς δεύτερη σκέψη η ψυχή μου κάνει αυτό που νομίζει και βουτάει στο κενό νομίζοντας ότι θα πετάξει αλλά πάει προς τα κάτω. Το σώμα μου μουδιασμένο τη βλέπει και δε μπορεί να αναπνεύσει και όσο τα δευτερόλεπτα περνάνε τόσο χάνεται το χρώμα της ζωής από πάνω του.

Όσο μου απομένει χρόνος, λίγο πριν κλείσω τα μάτια μου για πάντα, κοιτώ τον ορίζοντα και είναι ακόμα σκοτεινός και φουρτουνιασμένος.
Βλέπω τα κύματα να παλεύουν μεταξύ τους και σκέφτομαι ότι είναι όμορφα ακόμα κι έτσι.
Μέσα εκεί όμως κάτι άρχισα να διακρίνω σα κάποιο χέρι, κάποια μορφή να παλεύει μέσα στα κύματα.
Ναι πράγματι αυτό ήταν, κάποιος μέσα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Ένοιωσα μια παρόρμηση να πέσω μέσα να τον σώσω αλλά δεν είχα δύναμη καθώς η ψυχή μου με είχε εγκαταλείψει.
Φοβόμουν ότι από το κενό που θα πέσω θα πεθάνω από την πτώση στο νερό και αν επιβίωνα μετά από αυτό θα σταμάταγε η καρδιά μου από το κρύο.
Γύρισα την πλάτη γιατί δεν ήθελα να βλέπω αλλά η εικόνα του ανθρώπου εκείνου κυριαρχούσε στο μυαλό μου, ήταν σαν να τον άκουγα να ζητά βοήθεια, να φωνάζει το όνομά μου.
Έτρεμα και η αναπνοή μου μου κόπηκε για μερικά δευτερόλεπτα και σε εκείνο το χρόνο πήρα την απόφαση.
Αν είναι να κάνω κάτι ας σώσω αυτόν.
Πήρα φόρα έτρεξα και πήδηξα στο κενό χωρίς δεύτερη σκέψη.

Καθώς έπεφτα ένοιωθα ότι όλα τελείωσαν και έτσι έγινε με τον παφλασμό στο νερό που έκανε το σώμα μου.
Κρύο, πόνος αφόρητος από την πτώση ήταν τα συναισθήματα μου και καθώς άνοιξα τα μάτια μέσα στο νερό είδα τέρατα της αβύσσου να έρχονται κατά πάνω μου με τεράστια πλοκάμια να με αρπάξουν.
Βρήκα λίγη δύναμη και κολύμπησα προς την επιφάνεια και καθώς πήρα οξυγόνο κοίταξα γύρω να βρω τον άνθρωπο που πνιγόταν. Φοβήθηκα πως ακόμα μια φορά είχα κάνει λάθος κρίση και είχα αποτύχει. Τότε ένοιωσα να βουλιάζω κι άλλο καθώς το σώμα μου είχε παραλύσει και κάτι με τράβαγε προς τα κάτω.

Καθώς κοίταξα πάλι προς το βυθό είδα το τεράστιο πλοκάμι να με τραβά από το πόδι όλο και πιο βαθιά και όσο αυτό με άγγιζε τόσο μου παρέλυε το σώμα μου.
Εκεί ήταν που τον είδα.
Πιασμένος και παραδομένος σχεδόν πεθαμένος ήταν εκεί στα βάθη των σκοταδιών με δυο πλοκάμια να τον κρατάνε.
Βρήκα δύναμη και τράβηξα το ένα πλοκάμι από το πόδι μου και ελευθερώθηκα. Κολύμπησα προς το μέρος του και τράβηξα τα δυο πλοκάμια από πάνω του, τον αγκάλιασα και άρχισα την άνοδο μας προς την επιφάνεια της θάλασσας.
Ύστερα από λίγο βγήκαμε έξω και μπορέσαμε να πάρουμε φρέσκο αέρα.
Ακόμα όμως ο καιρός ήταν σκοτεινός και ο αέρας λυσσομανούσε κάνοντας τα κύματα ακόμα πιο επιθετικά.
Ενώ τον είχα αγκαλιάσει και παλεύαμε στα κύματα κοίταξα επάνω στη γέφυρα και είδα έναν άλλο άνθρωπο να παίρνει φόρα και να πέφτει. Παρατήρησα την πτώση του και αυτή είχε κάτι το παράξενο. Κρατούσε πολλή ώρα λες και ο χρόνος είχε σταματήσει και έδινε την εντύπωση ότι πέταγε.
Πράγματι ο τύπος φαινόταν να κινεί τα χέρια του σαν να ήταν φτερά και έκανε ελιγμούς στον αέρα.
Την τελευταία στιγμή λίγο πριν οι δυνάμεις μου με αφήσουν και μας παρασύρουν κάτω για πάντα ήρθε κατά πάνω μας και σχεδόν γλίστραγε στο νερό και τα κύματα δεν τον επηρέαζαν.
Μας τράβηξε και τους δυο επάνω και μας άφησε πάνω στη γέφυρα στο σημείο που είχαν ξεκινήσει όλα.

Τώρα φαινόταν η καταιγίδα να έχει ξεσπάσει και ο ήλιος να προβάλει ξανά και να φέρνει το φως σε όλες τις σκοτεινές πτυχές.
Κοίταξα αριστερά και δεξιά και δεν είδα κανέναν από τους δυο τους.
Αναρωτήθηκα αν είχαν γίνει όλα αυτά που είχα ζήσει και τότε ένοιωσα τα ρούχα μου βρεγμένα.
Πρέπει να είχα πέσει στη θάλασσα, αυτό ήταν σίγουρο.
Μα τότε, πού ήταν αυτός που είχα σώσει;

Πήγα προς την άκρη της γέφυρας πάλι και κοίταξα τη θάλασσα.Έψαχνα για αρκετή ώρα και δεν έβρισκα κανέναν άνθρωπο να πνίγεται εκεί. Τα κύματα είχαν γαληνεύσει και δεν ήταν μαύρα πια καθώς ο ήλιος παιχνίδιζε με το υγρό στοιχείο.

Όταν κοίταξα ψηλά πάνω στον ήλιο είδα την ψυχή μου να καίγεται στο φως του και μαζί με αυτή έφυγαν και τα προβλήματα από πάνω μου αφήνοντας το κενό κορμί μου να γίνεται ένα με το τοπίο.
Είχα σώσει τον εαυτό μου.


Πέτρος Βαζακόπουλος
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα του Ivan Konstantinovich Aivazovsky

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα