«Ο έκτος χτύπος είναι ο τελευταίος.»
Απόσπασμα της συλλογής διηγημάτων του Αλέξανδρου Πετρόχειλου που θα μπορούσε να είναι υπότιτλος, δεύτερος τίτλος του βιβλίου ή επεξήγηση τίτλου. Μια μικρή φράση δανεισμένη από ένα εκ των έργων που περιέχονται.
Μια σειρά διηγημάτων λοιπόν που μας «ταξιδεύει» σε γνωστά σημεία της πρωτεύουσας (πλατεία Αλεξάνδρας, Πλάκα, Κυψέλη, κ.ο.κ.), σε άλλα μέρη της Αττικής (λιμάνι Πειραιά, Πέραμα...) αλλά και έξω από τα σύνορα (Ρώμη, Μαλαισία, Μινεσσότα, κ.ά.) με κοινό παρανομαστή το θάνατο. Το θάνατο από ατύχημα, από λάθος, από παρόρμηση, από τρέλα... από αγανάκτηση, φωτιά... θάνατο από αμέλεια, εν βρασμώ, από πόλεμο... προμελετημένο, τυχαίο... Θάνατο όμως, οριστικό -που στην τελική, είναι η μόνη τόσο αμετάκλητη συνθήκη που μπορεί να σου τύχει. Κάθε ιστορία και ένα είδος θανάτου· συναντώ δολοφόνους, αυτόχειρες και συγκυρίες... υπολογίζω θανάτους που σημαίνουν καταδίκη και άλλους που δηλώνουν ελευθερίες, ενώ μετρώ όπλα και «όπλα» αναλογιζόμενη πως δε χρειάζεται να υπάρχει όπλο για να επέλθει ένας θάνατος -υπάρχει και το τίποτα της αδράνειας που γίνεται όπλο πιο θανατηφόρο από τα κανόνια.
Συναντώ μια γέννηση που ξορκίζει το θάνατο (μα τον ξορκίζει ή τον απαλύνει;), την ζούγκλα της Αθήνας των άστεγων, της βρόμας, της σκόνης... θλίψη, μελαγχολία, συγκίνηση... σκοτάδια, θρίλερ, έρωτα... ακόμα και αηδία. Μια μεγάλη γκάμα αποχρώσεων από μια κλασική πένα με συγγραφική γοητεία και ποιητισμό στα σημεία.
Σκέφτομαι ότι όλοι οι θάνατοι μοιάζουν παρά τις διαφορές τους: ο θάνατος βλέπεις είναι το ύστατο τακ της καρδιάς, ο τελευταίος χτύπος της και όχι οι δράσεις ή οι μη δράσεις που προηγήθηκαν, όχι οι συνθήκες που «έσπρωξαν», ούτε οι άνθρωποι, μήτε τα μαχαίρια -όπως σε εκείνη την ιστορία που η ηρωίδα μετράει τους χτύπους του τηλεφώνου- και όσο κι αν ξέρεις ότι ο θάνατος καραδοκεί, ξέρεις ότι μόνο στον τελευταίο χτύπο θα έρθει, όποιος κι αν είναι αυτός. Σκέφτομαι επίσης ότι υπάρχει και θάνατος που θαυμάζεις, όπως υπάρχει κι αυτός που περιμένεις ή αξίζεις ή προσδοκάς.
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο αθώο από ένα μαξιλάρι.»
Απόσπασμα της συλλογής διηγημάτων του Αλέξανδρου Πετρόχειλου που θα μπορούσε να είναι υπότιτλος, δεύτερος τίτλος του βιβλίου ή επεξήγηση τίτλου. Μια μικρή φράση δανεισμένη από ένα εκ των έργων που περιέχονται.
Μια σειρά διηγημάτων λοιπόν που μας «ταξιδεύει» σε γνωστά σημεία της πρωτεύουσας (πλατεία Αλεξάνδρας, Πλάκα, Κυψέλη, κ.ο.κ.), σε άλλα μέρη της Αττικής (λιμάνι Πειραιά, Πέραμα...) αλλά και έξω από τα σύνορα (Ρώμη, Μαλαισία, Μινεσσότα, κ.ά.) με κοινό παρανομαστή το θάνατο. Το θάνατο από ατύχημα, από λάθος, από παρόρμηση, από τρέλα... από αγανάκτηση, φωτιά... θάνατο από αμέλεια, εν βρασμώ, από πόλεμο... προμελετημένο, τυχαίο... Θάνατο όμως, οριστικό -που στην τελική, είναι η μόνη τόσο αμετάκλητη συνθήκη που μπορεί να σου τύχει. Κάθε ιστορία και ένα είδος θανάτου· συναντώ δολοφόνους, αυτόχειρες και συγκυρίες... υπολογίζω θανάτους που σημαίνουν καταδίκη και άλλους που δηλώνουν ελευθερίες, ενώ μετρώ όπλα και «όπλα» αναλογιζόμενη πως δε χρειάζεται να υπάρχει όπλο για να επέλθει ένας θάνατος -υπάρχει και το τίποτα της αδράνειας που γίνεται όπλο πιο θανατηφόρο από τα κανόνια.
Συναντώ μια γέννηση που ξορκίζει το θάνατο (μα τον ξορκίζει ή τον απαλύνει;), την ζούγκλα της Αθήνας των άστεγων, της βρόμας, της σκόνης... θλίψη, μελαγχολία, συγκίνηση... σκοτάδια, θρίλερ, έρωτα... ακόμα και αηδία. Μια μεγάλη γκάμα αποχρώσεων από μια κλασική πένα με συγγραφική γοητεία και ποιητισμό στα σημεία.
Σκέφτομαι ότι όλοι οι θάνατοι μοιάζουν παρά τις διαφορές τους: ο θάνατος βλέπεις είναι το ύστατο τακ της καρδιάς, ο τελευταίος χτύπος της και όχι οι δράσεις ή οι μη δράσεις που προηγήθηκαν, όχι οι συνθήκες που «έσπρωξαν», ούτε οι άνθρωποι, μήτε τα μαχαίρια -όπως σε εκείνη την ιστορία που η ηρωίδα μετράει τους χτύπους του τηλεφώνου- και όσο κι αν ξέρεις ότι ο θάνατος καραδοκεί, ξέρεις ότι μόνο στον τελευταίο χτύπο θα έρθει, όποιος κι αν είναι αυτός. Σκέφτομαι επίσης ότι υπάρχει και θάνατος που θαυμάζεις, όπως υπάρχει κι αυτός που περιμένεις ή αξίζεις ή προσδοκάς.
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο αθώο από ένα μαξιλάρι.»
Μια περίεργη γλύκα μένει στο τέλος και μια ανεξήγητη συμπάθεια για τους θανάτους (του) που, ίσως, προκαλείται από την όμορφη γλώσσα, την ωραία ατμοσφαιρική γραφή και λόγο του Αλέξανδρου Πετρόχειλου σε συνδυασμό με την ιδανική έκταση των ιστοριών του. Αλλά μπορεί να συμβαίνει και λόγω ταύτισης με κάποιους ήρωες.
Το βιβλίο του Αλέξανδρου Πετρόχειλου, Ο τελευταίος χτύπος, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Βρείτε το εδώ
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Βακχικόν για τη διάθεση του βιβλίου
Το παραπάνω περιέχει αποσπάσματα
Στο οπισθόφυλλο λέει μεταξύ άλλων:
Ο τελευταίος χτύπος, πολλές ιστορίες και μια συγγραφική πένα: Ο Αλέξανδρος Πετρόχειλος μπαίνει στις πιο μύχιες σκέψεις του ανθρώπου και δίνει στον θάνατο μορφές ή χρώματα, όπως αυτό του κόκκινου κρασιού ή του κόκκινου κέστρου. Ένα ταξίδι στα άδυτα της ανθρώπινης φύσης, που θα γεννήσει αμέτρητες εικόνες και ανάμεικτα συναισθήματα.
Ο Αλέξανδρος Πετρόχειλος γεννήθηκε το 1987 στην Αθήνα. Διηγήματα και ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Ο τελευταίος χτύπος είναι η πρώτη του συλλογή.