(Ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας)
Φίλες και φίλοι,
Το ταξίδι μας στην ονειρική Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου συνεχίζεται με την παρουσίαση του Φάρου της.
Με ύψος 120 μέτρων -κατ’ άλλους 140- και εκπομπή φωτός σε απόσταση τριακοσίων σταδίων (40 ναυτικών μιλίων περίπου), κοσμημένος με πολυποίκιλα μάρμαρα και χαλκό, ο Φάρος ήταν ένα μεγαλοπρεπές δημιούργημα, ένα αριστούργημα δημιουργημένο από τον αρχιτέκτονα Σώστρατο, ο οποίος έλκυε την καταγωγή του από την Κνίδο της Μικράς Ασίας.
Κατασκευάστηκε «εκ λευκού λίθου» στην νησίδα Φάρος, σε μικρή απόσταση από το λιμάνι της πόλης, τον 3ο π.Χ. αιώνα, στα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου Α' ή Πτολεμαίου Β'.
Αποτελούνταν από τρία τμήματα: α) το κατώτερο που αντιστοιχούσε στο μισό συνολικό ύψος και ήταν τετράγωνο, β) το επόμενο στενότερο που ήταν οκταγωνικό και γ) το τελευταίο, ακόμη στενότερο και κυκλικό.
Στην κορυφή του τελευταίου τμήματος έκαιγαν ρητινούχα ξύλα που παρήγαγαν τη φλόγα, η οποία καθοδηγούσε τις νύχτες τα διερχόμενα πλοία.
Δίδονται διάφορες ερμηνείες για τον τρόπο λειτουργίας του φάρου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ορισμένοι ομιλούν για καπνό των καιόμενων ξύλων, άλλοι για κάτοπτρα που αντανακλούσαν το ηλιακό φως.
Με το πέρασμα του χρόνου, τα θαλάσσια κύματα προκάλεσαν διάβρωση στον φάρο, με επακόλουθο την ανάγκη συνεχών επισκευών. Ωστόσο, δυο μεγάλοι σεισμοί (ο πρώτος τον 10ο και ο δεύτερος τον 14ο αιώνα) φαίνονται να είναι οι υπεύθυνοι για την καταστροφή του υπέροχου κατασκευάσματος. Οι μεταγενέστεροι χρονογράφοι έπαψαν να τον αναφέρουν και λίγο λίγο πέρασε στη λήθη.
Μια σχετικά πρόσφατη (δεκαετία του 1990) χαρτογράφηση της θαλάσσιας περιοχής για λογαριασμό της αιγυπτιακής κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Γάλλο αρχαιολόγο Ζαν Υβ Αμπερέρ, εντόπισε σωρούς ογκολίθων και πολυάριθμα αγάλματα, ανάμεσα στα οποία και ένα του Πτολεμαίου Β' και της συζύγου του Αρσινόης.
Στις μέρες μας, κατάλοιπα του Φάρου είναι επισκέψιμα στο υποβρύχιο αρχαιολογικό πάρκο, το οποίο διαμορφώθηκε στην περιοχή. Στη θέση όπου υψωνόταν ο Φάρος σώζεται το φρούριο του Καϊτ-μπέη, χρονολογούμενο από το 1480 και χτισμένο εν μέρει με υλικά του αρχαίου μνημείου.