Δεν αγαπώ το καλοκαίρι. Δεν αγαπώ το καλοκαίρι γιατί δεν μ' αρέσει η
ζέστη. Δε ζέστη δεν μ' αρέσει γιατί δεν μ' αρέσει να γδύνομαι, και
δεν μ' αρέσει να γδύνομαι γιατί μ' αρέσει να κρύβομαι -να
κρύβομαι πίσω από βαριά ρούχα, από κλειστές πόρτες, και πίσω από
μεγάλες λέξεις. Το ζήτημα είναι ότι δεν αγαπώ το καλοκαίρι, κι αυτό
συμβαίνει μάλλον γιατί δεν αγαπώ την αλήθεια.
Έτσι ξεκινά το παραμύθι... Ένα μυθιστόρημα από τον Αύγουστο Κορτώ· μια κατάδυση στην άβυσσο του νου και της ψυχής για τη μάχη με το άγνωστο σκοτάδι του εαυτού.
Περίληψη:
Η ανώνυμη αφηγήτρια του βιβλίου, μια μεσόκοπη γυναίκα που πάσχει από ακραία αγοραφοβία, ζει κλεισμένη στο σπίτι της για χρόνια. Η μόνη της επαφή με τον έξω κόσμο είναι τα είδη πρώτης ανάγκης που παραγγέλνει τηλεφωνικώς -κι ακόμα και τότε, δεν βγαίνει καν στο κατώφλι της εξώπορτας. Μόνη της συντροφιά το πικρό παρελθόν, που αναμασά ολοένα (σαν φαρμακωμένη μπουκιά που δεν καταπίνεται), κι ο γάτος της ο Μικελάντζελο. Όμως τα βράδια, όταν αποκοιμιέται, μέσα απ’ το σώμα της αναδύεται ο Κριστιάν -ένα βάναυσο, αχόρταγο στοιχειό, που παίρνει τους νυχτωμένους δρόμους και κάνει όσα δεν τολμά η αφέντρα της σάρκας του- που κλέβει, οργιάζει, σκοτώνει. Και λίγο-λίγο, αρχίζει να επιζητεί την κυριαρχία, καθώς όσο δυναμώνει, τόσο η γυναίκα εξασθενεί.
Διαβάστε το ηλεκτρονικά, εκτυπώστε ή κατεβάστε το εδώ