Σ.Γ.: Μεγάλωσα πια και, μένοντας χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, είχα χρόνο επιτέλους ν’ ασχοληθώ με το στίχο, επειδή αυτό αγαπούσα και αυτό αγαπώ. Έγραψα ένα-δυο και συνέχισα συστηματικά. Μετά από πολλούς μήνες διορθώσεων και αλλαγών, ένιωσα ότι είμαι έτοιμη. Τα έβαλα σ’ ένα φάκελο και τα έστειλα στον εκδότη.
(Δεν ξέρω αν έπρεπε να γράψω κάτι πιο «λογοτεχνικό», έτσι απλά έγινε όμως.)
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Σ.Γ.: Έμπνευση – Δουλειά (Η δημιουργία του -2 λέξεις)
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Σ.Γ.: Να ταξιδέψει με τις μικρές μου «ιστορίες» και να κάνει εικόνες τις λέξεις μου.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Σ.Γ.: Στον τόπο που ζει ο καθένας μας για να τον δει αλλιώς και μακάρι να διαρκούσε όσο θέλει.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Σ.Γ.:
Όταν δεν υπάρχει τίποτα στον ορίζοντα
Όταν δεν υπάρχει τίποτα στον ορίζοντα
Ζωγραφίζω ένα μικρό άσπρο πανί
Και το κολλάω στην ακίνητη γραμμή του..
Μετά, το βλέπω..
Τόσο..
Που ν’ αρχίζει να πλησιάζει……………
Το βιβλίο της Σύλβας Γάλβα, PASSA TEMPO, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
KΑΜΙΑ ΦΟΡΑ
Καμιά φορά
περνάω έξω από τα βράδια σου
βλέπω τα φωτεινά παράθυρα
μέχρι κάτω μοσχοβολάνε δυο χέρια
άσπρα
σαν πρώτη φορά στον ήλιο
Πατάω πάνω στο χρόνο
και ξεφουσκώνει σφυρίζοντας
Στο τέλος μένει ένα βρόμικο πρωί
στο πρόσωπό σου κάνει κρύο
Αέρας φυσάει απ’ όλες τις κατευθύνσεις
Ύστερα, οι μήνες μεγαλώνουν γρήγορα
κόβονται στις άκρες ίσα ίσα να ’ρθουν στα μέτρα μας
Τα λυγερά βράδια, τα πράσινα
ξαναβγαίνουν
κι όταν, σπάνια πια, θα ’ναι ο δρόμος μου από κει,
η εικόνα σου χάνεται στη νύχτα
γρήγορα αναβοσβήνοντας
σαν κόκκινη λέξη στο ποδήλατο