Τα περισσότερα ανεβάσματα του έργου που έχω δει προσεγγίζουν δραματικά τον Βυσσινόκηπο. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης στην φετινή παράσταση στο θέατρο «Δημήτρης Χορν» επιλέγει την κωμική άποψη του συγγραφέα. Δεν συμφωνώ μαζί του προσωπικά, ίσως επειδή το παρακάνει, σταματά να είναι απλά κωμικό και μετατρέπεται σε σκληρή φάρσα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Γκάγιεφ είναι ιδιοκτήτης ενός υποστατικού στην Ρωσία, βρισκόμαστε στις αρχές του 20ού αιώνα. Η δουλοπαροικία έχει καταργηθεί από το 1861. Οι παλιοί δούλοι όμως δεν έχουν ακόμα μεγάλα μερίδια γης και παραμένουν φτωχοί, φωνάζουν για μια αναδιανομή της γης. Οι περισσότεροι παλιοί γαιοκτήμονες τα βγάζουν δύσκολα πέρα, έχουν περάσει οι παλιές, καλές εποχές που εξουσίαζαν τα πάντα. Λίγοι βέβαια φαντάζονται και προβλέπουν την Οκτωβριανή Επανάσταση. Προς το παρόν, το μόνο που θέλουν οι φτωχοί πρώην χωρικοί είναι λίγη γη, για να καλλιεργήσουν, λίγο μερίδιο στα πλούτη.
Ο Γκάγιεφ βλέπει την καταστροφή να έρχεται, η περιουσία του χάνεται σιγά σιγά, αντί όμως να κάνει κάποιες έξυπνες κινήσεις και να σώσει ό,τι μπορεί, ασχολείται με το μπιλιάρδο, με πάρτι και με αστεία. Η αδελφή του, η Λιούμπα, είναι φιλάνθρωπος και μοιράζει τα χρήματά της σε διάφορους αναξιοπαθούντες, κάνει και αυτή πάρτι και την απασχολεί η ερωτική της ζωή.
Ο Λοπάχιν, απόγονος δουλοπάροικων, έξυπνος και εργατικός, καταφέρνει να προοδεύσει και συμβουλεύει εμπορικά τα δύο αδέλφια για να μην χάσουν την περιουσία τους. Αλλά αυτοί δεν τον ακούνε και συνεχίζουν τις σπατάλες και την τρυφηλή ζωή τους. Ο Λοπάχιν από την άλλη, παρά την εμπορική του ευφυΐα και την εργατικότητα, παραμένει ένας νεόπλουτος αγροίκος κομπλεξικός που παίρνει την εκδίκηση του από τους πρώην πλούσιους, από τα πρώην αφεντικά.
Η Βάρια, ψυχοκόρη της Λιούμπα είναι φανερά ερωτευμένη με τον Λοπάχιν, αλλά εκείνος αδυνατεί να της κάνει πρόταση γάμου παρόλο που θα ήταν η ιδανική σύζυγος για αυτόν.
Η Άνια, κόρη της Λιούμπα είναι ερωτευμένη με τον αιώνιο φοιτητή Τροφίμοφ. Ρομαντικοί και ιδεαλιστές και οι δύο, κάνουν αχώριστη παρέα αλλά αντί να χαρούν τον έρωτά τους, μένουν προσκολλημένοι στις ιδεολογίες. Ο Τροφίμοφ, βέβαια, είναι ο μοναδικός από τα πρόσωπα του έργου που οραματίζεται τον νέο και πιο δίκαιο κόσμο που θα έρθει αργότερα.
Ο Πίσικ είναι ένας φίλος, γαιοκτήμονας που δανείζεται συνεχώς χρήματα από τους πρωταγωνιστές, γίνεται γελοίος και φορτικός και προσπαθεί να καρπωθεί ακόμη και τα χάπια που παίρνουν για τις ασθένειές τους.
Η υπηρέτρια Ντουνιάσα μιμείται αποτυχημένα τις κυρίες του σπιτιού. Ερωτευμένος μαζί της είναι ο γραμματέας Επιχόντοφ, ένας εξίσου γελοίος που διαβάζει βιβλία που δεν καταλαβαίνει για να προσποιείται τον σοβαροφανή και τον μορφωμένο.
Τέλος ο γηραλέος υπηρέτης Φιρς, είναι προσκολλημένος στην παλιά νοοτροπία και θεωρεί μεγάλη καταστροφή την κατάργηση της δουλοπαροικίας.
Μετά από αυτήν την σύντομη ανάλυση των χαρακτήρων, καταλαβαίνει κανείς εύκολα τους λόγους του κωμικού ανεβάσματος. Οι χαρακτήρες με τις πράξεις τους φλερτάρουν έντονα με την γελοιότητα. Από την άλλη όμως, όλα όσα τους συμβαίνουν -με δική τους πρόθεση φυσικά- είναι τραγικά. Δεν είναι τόσο εύκολο να γελάσεις με τον αγροίκο Λοπάχιν που αγοράζει σε έναν πλειστηριασμό όλη την περιουσία των δύο αδελφών και γελάει σαν νεόπλουτος, δεν είναι εύκολο να γελάσεις με την απογοήτευση της Βάριας όταν δεν της γίνεται η αναμενόμενη πρόταση γάμου, δεν είναι εύκολο να γελάσεις με τις ιδέες του Τροφίμοφ γνωρίζοντας πλέον την κατάληξη της Οκτωβριανής επανάστασης. Δεν είναι εύκολο να γελάσεις με την ατέρμονη και κακώς εννοούμενη φιλανθρωπία της Λιούμπα που οδηγείται στην καταστροφή.
Διαφωνώ λοιπόν με την άκρως φαρσική προσέγγιση του Μαρκουλάκη και ενώ τον συμπαθώ πολύ ως σκηνοθέτη γενικά, θεωρώ ότι στην εν λόγω παράσταση υπερέβαλε εαυτόν. Επίσης, ή παρουσιάζεις ένα έργο ως κλασικό είτε ως μοντέρνο. Και τα δύο μαζί δεν γίνεται. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης τοποθετεί το έργο στην εποχή που γράφτηκε και όχι σε μια πιο σύγχρονη. Στην συγκεκριμένη παράσταση, η Βάρια καπνίζει. Ποια γυναίκα το 1903 στην αγροτική Ρωσία θα κάπνιζε; Καμία!
Όλοι οι ηθοποιοί έχουν καλές ερμηνείες αλλά θεωρώ ότι οι σκηνοθετικές οδηγίες τους παρουσιάζουν όχι μόνο κωμικούς αλλά γελοίους. Η Θέμις Μπαζάκα ως Λιούμπα και ο Γιάννης Κότσιφας ως Γκάγιεφ παρουσιάζονται ως ηλίθιοι που δεν καταλαβαίνουν την επερχόμενη συμφορά. Ο δε Δημήτρης Λιγνάδης ως Λοπάχιν δεν καταφέρνει να επιδείξει τον κυνισμό του κομπλεξικού νεόπλουτου. Η Κόρα Καρβούνη ως Βάρια δεν είναι μια στενόμυαλη θρησκευόμενη αλλά μια ρομαντική ερωτευμένη.
Λάτρεψα τα κουστούμια της Μαρίας Κοντοδήμα και τα βρήκα ιδιαίτερα ταιριαστά για τον κάθε χαρακτήρα, πολύ κομψά και ανάλογα με την εποχή τους. Η Κοντοδήμα μας έδωσε όμορφες εικόνες. Εν αντιθέσει, τα σκηνικά της Αθανασίας Σμαραγδή είναι φτωχά σχετικά, μινιμαλιστικά και συμβολικά. Το παιδικό δωμάτιο των ηρώων αποτελείται από ένα παιχνίδι-αλογάκι, έναν τεράστιο λούτρινο αρκούδο, μια κινητή μικρή βιβλιοθήκη και δυο πολυθρόνες.
Η μουσική του Μάτσα δεν ταιριάζει με την εποχή της Ρωσίας των αρχών του 20ού αιώνα. Ειδικά το σύγχρονο, αγγλικό τραγούδι του τέλους της παράστασης με ξένισε πάρα πολύ. Παρ' όλα αυτά, διαθέτει μια υποβλητικότητα.
Συντελεστές:
Μετάφραση: Μαρίσσα Τριανταφυλλίδη
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Μαρία Κοντοδήμα
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλενα Σκουλά, Μανώλης Δούνιας
Βοηθός Σκηνογράφου: Γιώργος Θεοδοσίου
Παραγωγή: Αθηναϊκά Θέατρα
Παίζουν:
Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Λιγνάδης, Κόρα Καρβούνη, Αθηνά Μαξίμου, Γιάννης Κότσιφας, Σίσσυ Τουμάση, Γιώργος Μπινιάρης, Γιάννης Στόλας, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Γιάννης Γιαννούλης, Τάσος Δημητρόπουλος, Γεωργιάννα Νταλάρα
Παραστάσεις: Τετάρτη στις 20:00 | Πέμπτη, Παρασκευή στις 21:00 | Σάββατο στις 18:00 και 21:00 | Κυριακή στις 20:00
Στο Θέατρο Χορν, Αμερικής 10, Αθήνα, 2103612500