Η Κίρα ήταν δασκάλα των παιδιών του αρκετά μεγαλύτερού της και παντρεμένου Τομ, με τον οποίο ξεκίνησαν τελικά μια ερωτική σχέση. Τώρα όμως η Κίρα έχει φύγει μακριά κι έχει κάνει μια νέα αρχή, ώσπου φτάνει στο κατώφλι της ο Έντουαρντ, που την ενημερώνει πως ο πατέρας του, μετά τον θάνατο της γυναίκας του, έχει αρχίσει να δείχνει σημάδια μελαγχολίας και μόνο εκείνη μπορεί να τον
βοηθήσει. Τι θα κάνει η Κίρα; Πόσο εύκολο είναι να ξαναζήσει κάποιος την πιο μεγάλη ερωτική ιστορία της ζωής του όταν υπάρχουν χιλιάδες χιλιόμετρα ουσιαστικής απόστασης (κοινωνικής, ηλικιακής, ακόμη και κουλτούρας);
Πρόκειται για μια εξαιρετική παράσταση με συγκλονιστικές ερμηνείες και για ένα κείμενο με προτάσεις που μου παρουσίαζε διαχρονικές αλήθειες, από τις οποίες ήθελα να κρυφτώ. Από την αρχή ένιωσα μέλος μιας οικογένειας που έβλεπα να έχει διαλυθεί και παρακολουθούσα με αμείωτο ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Και οι τρεις ηθοποιοί που συμμετέχουν πραγματικά κεντάνε στους ρόλους τους και δεν είδα ούτε για μια στιγμή τον ηθοποιό πίσω από τον ρόλο αλλά μόνο και αποκλειστικά τον χαρακτήρα που υποδύονταν. Κινήσεις, εκφράσεις, χειρονομίες, βλέμματα, σιωπές (αχ, αυτές οι σιωπές!) ήταν λες και γεννιόνταν εκείνη τη στιγμή, απότοκες των καταστάσεων και των φράσεων και όχι ένα γραμμένο κείμενο που ζωντανεύει πάνω σε μια θεατρική σκηνή.
Πολλές φορές προτιμώ να πάω σε μια παράσταση χωρίς να γνωρίζω το έργο ή να έχω διαβάσει την περίληψη, μόνο και μόνο για να δω πώς θα δοθεί η πλοκή και πώς θα εξοικειωθώ με την υπόθεση. Στον «Φεγγίτη» του David Hare η ιστορία δε βιάζεται να ξεδιπλωθεί. Ένας νεαρός έρχεται στην πόρτα μιας σχεδόν συνομήλικής του κοπέλας κι αρχίζουν να συζητάνε για το παρελθόν του πατέρα του, για τις αλλαγές στη δική της ζωή και τμηματικά κατάλαβα τι συνδέει πραγματικά αυτούς τους ανθρώπους.
Μπήκαν λοιπόν τα πιόνια στη σκακιέρα κι από τη δεύτερη πράξη αρχίζει το καθαυτό παιχνίδι, σκληρό, με νεκρούς κι αιχμαλώτους. Με ελάχιστη δράση αλλά διαρκή κίνηση, η παράσταση, που βασίζεται στον Τομ και την Κίρα, με μετέφερε μακριά από τη δική μου καθημερινότητα και με καθήλωσε μπροστά σ’ ένα ζευγάρι που το χωρίζουν περισσότερα από όσα πρόκειται ποτέ να παραδεχτεί. Φλυαρία αμηχανίας, μαγείρεμα (πραγματικό!) νευρικότητας, αδιάφορα θέματα για να μη θίξουμε το πραγματικό ζήτημα που έφερε τον Τομ στο σπίτι της Κίρα κι όταν πέφτουν τελικά οι μάσκες οι χαρακτήρες ζουν τη στιγμή, τον έρωτα, την αγάπη και το συναίσθημα, μόνο και μόνο για να διαπιστώσει κάποιος από τους δύο στην ακόμη συγκλονιστικότερη πρώτη πράξη του δεύτερου μέρους πως υπάρχει ένα αντίτιμο.
Είναι τόσα πολλά τα συναισθήματα που μου γεννήθηκαν και τόσα πολλά τα προτερήματα της εξαιρετικής και άριστα σκηνοθετημένης παράστασης που δεν ξέρω για ποιο να πρωτογράψω. Για τις ερμηνείες; Το σκηνικό; Τη σκηνοθεσία; Τη μουσική; Το κείμενο; Κάποιοι από τους θεατές γύρω μου δυσανασχέτησαν που ήρθαν σε επαφή με την ουσία του ρήματος «θεώμαι», εκ του οποίου γεννήθηκε η ιδέα του θεάτρου, αντί να πουν κι «ευχαριστώ» που βίωσαν την ουσιαστική εμπειρία μιας παράστασης: δυνατό κείμενο, ρεαλιστικές ερμηνείες και συναισθήματα και σκέψεις για τα οποία θες να συζητήσεις και ίσως αλλάξουν τις αντιλήψεις σου.
Ο Μιχάλης Πανάδης υποδύεται τον γιο Έντουαρντ, έναν νεαρό άντρα που μεγάλωσε σε ένα νοσηρό κατ’ εκείνον περιβάλλον. Γιος του πάμπλουτου επιχειρηματία (εστιάτορα γαρ) Τομ είχε όσες ανέσεις ήθελε όμως ήξερε πως ο πατέρας του είναι ένα κάθαρμα, όσο καλά κι αν στάθηκε στη νεκρή πια Άλις. Μετά από έναν γερό καβγά το σκάει από το σπίτι του κι αρχίζει να ζει με τις δικές του δυνάμεις. Παρ’ όλ’ αυτά δεν παύει να νοιάζεται για κείνον, γι’ αυτό και ζητά τη βοήθεια της Κίρα. «Τον μπαμπά τον κινητοποιούσε η γυναίκα του, τώρα απλώς κάθεται». Πέρασαν μαζί τα τρία τελευταία χρόνια της μητέρας του όμως εδώ κι έναν χρόνο βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Η αδερφή του, Σοφί (που δεν εμφανίζεται στο έργο) σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο κι έτσι ο Τομ έχει μείνει μόνος. Ο Έντουαρντ όμως δεν ήρθε μόνο για να ζητήσει βοήθεια αλλά κι εξηγήσεις από την Κίρα, «γιατί η ζωή είναι μικρή» κι αναρωτιέται τι πραγματικά συνέβη μεταξύ τους κι έφυγε χωρίς να πει λέξη!
Η Λουκία Μιχαλοπούλου υποδύεται την Κίρα με μια ερμηνεία που δύσκολα θα βρει κανείς στους σημερινούς ηθοποιούς. Πλήρης κυρίαρχος του θεατρικού σκηνικού και της ζωής που καλείται να ζωντανέψει μπροστά στον θεατή, απόλυτα κυνική και σκληρή, επιτρέπει στον εαυτό της να ραγίσει μόνο δύο φορές: όταν βλέπει από το θυροτηλέφωνο τον Τομ κι όταν πέφτει στην αγκαλιά του μετά από μια μεγάλη και εκ βαθέων συζήτηση. Κατά τα άλλα δείχνει έναν χαρακτήρα που άνετα θα τον πλάκωνα στο ξύλο μόνο και μόνο για την αποστασιοποίηση που δείχνει, για την ωμότητα με την οποία υποδέχεται στην ψυχή της τα όσα τρυφερά μοιράστηκε με τον Τομ και για τη συνολική στάση της, που δείχνει ξεκάθαρα το «φύγε», κλειδώνοντας βαθιά μέσα της το «έλα».
«-Τι σου έχει λείψει από τον πατέρα μου; -Ένα καλό πρωινό».
Η Κίρα παραδέχτηκε στον Έντουαρντ πως θεωρούσε τον εαυτό της καταλύτη για να επικοινωνήσουν καλύτερα ο Τομ με την Άλις και όχι ουσιαστική ερωτική σχέση. Ήξερε με ποιους είχε να κάνει και δεν ήταν μια γυναίκα που εκμεταλλεύτηκε μια δύσκολη κατάσταση. Δεν ήθελε αναγνώριση ή να χωρίσει ο Τομ την Άλις, άλλωστε επέμενε σθεναρά πως αν το μάθει η Άλις θα φύγει. Και το ‘μαθε. Μήπως όμως όλα αυτά δεν είναι μόνο γενναιότητα ή δειλία (εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς) αλλά κι ένας ηθελημένος τρόπος να αντιμετωπίσει τις ενοχές της για το απαίσιο «παιχνίδι» που έπαιζε στην Άλις; Προσέξτε πώς εκστομίζει τη φράση «Δεν είμαι ένοχη» όταν πρωτομπαίνει στο σπίτι της ο Τομ.
«-Τι σου έχει λείψει από τον πατέρα μου; -Ένα καλό πρωινό».
Η Κίρα παραδέχτηκε στον Έντουαρντ πως θεωρούσε τον εαυτό της καταλύτη για να επικοινωνήσουν καλύτερα ο Τομ με την Άλις και όχι ουσιαστική ερωτική σχέση. Ήξερε με ποιους είχε να κάνει και δεν ήταν μια γυναίκα που εκμεταλλεύτηκε μια δύσκολη κατάσταση. Δεν ήθελε αναγνώριση ή να χωρίσει ο Τομ την Άλις, άλλωστε επέμενε σθεναρά πως αν το μάθει η Άλις θα φύγει. Και το ‘μαθε. Μήπως όμως όλα αυτά δεν είναι μόνο γενναιότητα ή δειλία (εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς) αλλά κι ένας ηθελημένος τρόπος να αντιμετωπίσει τις ενοχές της για το απαίσιο «παιχνίδι» που έπαιζε στην Άλις; Προσέξτε πώς εκστομίζει τη φράση «Δεν είμαι ένοχη» όταν πρωτομπαίνει στο σπίτι της ο Τομ.
«Αν νιώθεις αγάπη για κάποιον και για κάποιο λόγο δεν μπορείς να μιλήσεις γι’ αυτήν, δεν μπορείς να παραδεχτείς ανοιχτά για ποιον χτυπά η καρδιά σου -σε κανέναν απολύτως εκτός από τον άμεσα εμπλεκόμενο- τότε για μένα αυτή είναι η αγάπη στην πιο αγνή της μορφή. Για όσο κρατήσει, είναι ένα καταπληκτικό επίτευγμα. Γιατί θα είναι πάντα μια σχέση βασισμένη στην εμπιστοσύνη», λέει η Κίρα. Μα τι συνέβη λοιπόν πραγματικά μέσα της και τα παράτησε όλα αυτά για να αποσυρθεί σε μια απομακρυσμένη και υποβαθμισμένη συνοικία, χωρίς θέρμανση και σχεδόν φτωχή; Η απάντηση θα δοθεί σταδιακά σε όποιον δίψασε να το μάθει.
Ο Δημήτρης Καταλειφός υποδύεται τον Τομ, έναν ώριμο επιχειρηματία, που η ζωή του είναι τράπεζες και δικηγόροι, με σοφέρ που τον περιμένει πάντα όσες ώρες κι αν περάσουν (η κυνικότητά του, που πηγάζει από την οικονομική του άνεση κι όχι από κακία, είναι τρομερή: μα ο οδηγός πληρώνεται καλά για να κάθεται σε μια ζεστή μερσεντές διαβάζοντας περιοδικά ανδρικού ενδιαφέροντος, λέει στη συγκλονισμένη Κίρα!), παθαίνει σοκ όταν βλέπει τί ζωή διάλεξε η γυναίκα που αγάπησε.
Παρασύρεται σε μονολόγους γύρω από τη ζωή του από αμηχανία, κάποια στιγμή όμως τα λόγια τελειώνουν και τα βλέμματά τους δε γίνεται να κρατηθούν για πάντα σιωπηλά: «-Γιατί άργησες τρία χρόνια να ‘ρθεις; -Γιατί ήξερα πως μόλις σ’ έβλεπα, είχα τελειώσει!». Δεν πρόκειται λοιπόν για κάτι εφήμερο ή παρορμητικό, κάτι σαν: νεαρή κοπέλα θαμπώνεται από πλούσιο, ισχυρό και σίγουρο άντρα με τα διπλά της χρόνια, ούτε για μια ερωμένη στιγμής αλλά για κάτι βαθύτερο, ουσιαστικότερο και πληρέστερο. «Εσύ είσαι ο άνθρωπος που ερωτεύτηκα, απλά έτυχε να έρθεις με μια σύζυγο».
Η Κίρα τελικά αγαπά περισσότερο τον Τομ κι όχι το αντίστροφο γιατί μέσα από τις συζητήσεις τους δεν προσπαθούν μόνο να βρουν ένα κοινό σημείο επαφής πέρα από την αγάπη ή να επουλώσουν τις πληγές από τον χωρισμό και την τρίχρονη σιωπή του αλλά η Κίρα φέρνει τον Τομ αντιμέτωπο με τον εαυτό του, τονίζοντάς του ένα ένα τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στη σχέση του με τον γιο του. Δε διστάζει ακόμη και να τον κατηγορήσει πως «κάνει τη ζωή του Έντουαρντ κόλαση γιατί νιώθει ενοχές». Είναι μια γυναίκα που δεν παύει να ενδιαφέρεται για τους γύρω της, να υποστηρίζει την αλήθεια, ακόμη κι αν αυτό πληγώνει όσους αγαπά μα πάνω απ’ όλα δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της. Είναι όμως έτοιμη να πληρώσει γι’ αυτήν την ηθική ακεραιότητά της; «Ζεις σε μια ζεστή φούσκα καλού γούστου και χρημάτων, Τομ»!
Κι όπως όλα τα αισθήματα αυτής της έντασης πρέπει κάπου να υπάρχει κι ένα τίμημα ή μια παγίδα. Την Κίρα και τον Τομ τους χωρίζουν οι ιδεολογικές και κοινωνικές διαφορές τους, έχουν εντελώς άλλα ενδιαφέροντα, ξεχωριστές κατευθύνσεις στη ζωή.
Μέσα από το δίπολο Τομ και Κίρα ξεπηδάει η αιώνια διαμάχη μεταξύ της ηθικής ακεραιότητας και της εφήμερης και ψευδούς ασφάλειας που σου παρέχει η άνετη οικονομικά ζωή σου ή αλλιώς η φιλανθρωπία και ο καπιταλισμός! Ο Τομ εκπροσωπεί τον άνθρωπο που στηρίζεται στο χρήμα για να νιώσει ασφαλής και η Κίρα εκείνον που ζει μέσα από τη δοτικότητα, την αγάπη, τον εθελοντισμό, την κοινωνική προσφορά! Είναι όμως αυτά εμπόδια ή η αγάπη θα καταφέρει να υπερκεράσει τα πάντα; Αυτό θα το ανακαλύψει ο θεατής στο συγκλονιστικό φινάλε της παράστασης που προσπαθεί να το μαλακώσει η τελευταία σκηνή του έργου, η οποία δέχεται πολλαπλές ερμηνείες για τον ρόλο της στο κλείσιμο του έργου.
Ιδιαίτερη μνεία θα κάνω στα σκηνικά, τα οποία είναι άκρως ρεαλιστικά και χρηστικά. Πρόκειται για το πλήρως εξοπλισμένο διαμέρισμα της Κίρα ενώ τα δωμάτια δεν έχουν τοίχους παρά μόνο dexion για να βλέπουμε μέσα τους τι γίνεται κατά τη διάρκεια της παράστασης (τα αντικείμενα όμως των δωματίων είναι γυρισμένα προς το δωμάτιο δημιουργώντας την ψευδαίσθηση πως ο θεατής κοιτάει μέσα από τον τοίχο, γι’ αυτό μου άρεσε πολύ ο καθρέφτης του μπάνιου, στον οποίο κοιτιόταν όποιος τον χρησιμοποιούσε). Οι βρύσες κουζίνας και μπάνιου έχουν κανονικά νερό ενώ η ηλεκτρική κουζίνα παίζει συμπρωταγωνιστικό ρόλο όσο η Κίρα ετοιμάζει δείπνο κατά τη διάρκεια των συζητήσεων με τον Τομ (πραγματικά αναρωτιέμαι πώς συνδυάζουν τις παύσεις, τις κινήσεις, τα λόγια με τους πραγματικούς χρόνους μαγειρέματος μακαρονιών και σάλτσας, αν και, εντελώς μεταξύ μας, μάλλον το αποτέλεσμα δεν τρώγεται!). Πιστεύω πως είτε η Λουκία Μιχαλοπούλου είτε όποιος άλλος είναι υπεύθυνος για τα αντικείμενα του ρόλου θα πρέπει να ξοδεύουν τουλάχιστον μία ώρα πριν την παράσταση για να βεβαιώνονται πως όλα είναι στη θέση τους, μιας και η ηθοποιός χρησιμοποιεί συνέχεια πράγματα σε όλη τη σκηνή κι από διαφορετικά δωμάτια!
«Ο φεγγίτης» που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας το 1995, είναι μια μεστή, γεμάτη συναίσθημα και πικρές αλήθειες παράσταση, παρουσιάζεται από μια διαλεχτή ομάδα ηθοποιών και αποτελεί ένα από τα καλύτερα παραδείγματα της φετινής θεατρικής παραγωγής για καλό, αυθεντικό, σωστό «θέατρο».
Συντελεστές:
Μετάφραση: Μιρέλλα Παπαοικονόμου
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Μαρία Κοντοδήμα
Mουσική Σύνθεση: Μίνως Μάτσας
Σχεδιασμός Φωτισμών: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλενα Σκουλά
Βοηθός Σκηνογράφου: Γιώργος Θεοδοσίου
Πρωταγωνιστούν: Δημήτρης Καταλειφός, Λουκία Μιχαλοπούλου, Μιχάλης Πανάδης
Στο θέατρο Εμπορικόν (Σαρρή 11, Αθήνα, 2103211750) κάθε Τετάρτη στις 20.00, Πέμπτη και Παρασκευή στις 21.00, Σάββατο 18.00 και 21.00 και Κυριακή στις 20.00