Η βιβλιοπαρέα συναντήθηκε την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018 στην παιδική βιβλιοθήκη της Ορέστου. Το βιβλίο με το οποίο ασχοληθήκαμε ανήκει στην κατηγορία του ιστορικού διηγήματος και θεωρείται συμπλήρωμα του βιβλίου «Όταν ο ήλιος» της ίδιας συγγραφέας.
Τα γεγονότα διαδραματίζονται στην Αθήνα στην περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης. Οι κεντρικοί ήρωες είναι η Ζωή που είναι η βασική πρωταγωνίστρια καθώς το διήγημα είναι αυτοβιογραφία γιατί πρόκειται για την ίδια συγγραφέα στα δεκαέξι της χρόνια. Άλλα κεντρικά πρόσωπα είναι η Ειρήνη, η οποία είναι η αδερφή της Ζωής, φοιτήτρια φιλοσοφικής, και ο πατέρας της Ζωής που είναι καθηγητής. Οι ιστορίες που μαθαίνει ο αναγνώστης είναι πραγματικές εμπειρίες από την αντιστασιακή ζωή της Ζωρζ Σαρή που του προκαλούν έντονη συγκίνηση.
Η Ζωή και η παρέα της είναι όλοι νέα παιδιά που θέτουν στόχους και έχουν κοινό όραμα την απελευθέρωση της πατρίδας. Αντιμετωπίζουν διώξεις, σκληρές συνθήκες διαβίωσης, πείνα, τον κίνδυνο σύλληψης και βασανιστηρίων, αλλά ποτέ δεν δειλιάζουν και δεν τα παρατούν. Η Θέλησή τους για αγώνα είναι τόσο δυνατή που συνεχίζουν παρά τις αντιξοότητες. Το διήγημα αναπλάθει το κλίμα αυτής της εποχής με έντονη παραστατικότητα και ζωντάνια. Βλέπουμε την αξιοπρέπεια της ηρωίδας που δεν καταδέχεται να την φιλέψουν στο σπίτι της φίλης της, παρά την ανέχειά τους. Δέχεται μόνο την ανταλλαγή του δικού της φαγητού, τα όσπρια που της έδιναν στο συσσίτιο για τον σκύλο με το φαγητό που της πρόσφερε η οικογένεια. Επίσης διακρίνουμε το χιούμορ της ηρωίδας να θέλει να καταγράψουν αυτή και η αδερφή της τις λέξεις που περιγράφουν ένα πλούσιο δείπνο μήπως τις ξεχάσουν όταν τελειώσει ο πόλεμος. Ακόμη, χιούμορ έχει η σκηνή που τρώει η ίδια τα κουλουράκια που προορίζονται για τον κρατούμενο και όταν απομένουν μόνο πέντε στο κουτί σκέφτεται να πει ότι τα έφαγε ο φρουρός.
Στο τελευταίο κεφάλαιο που περιγράφονται οι σκηνές της απελευθέρωσης και της σηματοδότησης του τέλους του πολέμου, η ατμόσφαιρα υπερβαίνει την απλή περιγραφή και γίνεται πανηγυρική. Οι λέξεις γίνονται εικόνες που σε παρασέρνουν στη χαρά και στον εορτασμό της εθνικής λευτεριάς. Το βιβλίο που ανήκει στην παιδική λογοτεχνία καλλιεργεί στους νέους τα αισθήματα της αισιοδοξίας, της αγωνιστικότητας, της μαχητικότητας και μεταφέρει το ελπιδοφόρο μήνυμα ότι όταν κανείς αγωνίζεται με πίστη και επιμονή πάντα πετυχαίνει τους στόχους του. Οι νέοι εμπνέονται ώστε να υιοθετούν υψηλά ιδανικά και πιστεύω και κατανοούν ότι η σταθερότητα σε αυτά τους δικαιώνει.
Η συγγραφέας κατορθώνει να εισάγει την πολιτική σκέψη στην παιδική και νεανική λογοτεχνία και να απομακρύνει τον ηθικοπλαστικό διδακτισμό και το προστατευτικό κλίμα που επικρατούσε στην λογοτεχνία για τους νέους στα προηγούμενα είδη παιδικής λογοτεχνίας. Ο ιδεατός κόσμος των παραμυθιών, των φανταστικών ιστοριών, αντικαθίσταται με ρεαλιστικές διηγήσεις που δίνουν φωνή στους νέους, τους φέρνουν στο προσκήνιο και αναδεικνύουν τις δυνάμεις τους. Έτσι η Ζωρζ Σαρή με την φίλη της Άλκη Ζέη καταφέρνουν να είναι πρωτοπόρες στο είδος τους και να προσφέρουν στους αναγνώστες νέα πεδία λογοτεχνικών αναγνώσεων που προσφέρονται για ενδυνάμωση, χτίσιμο δεξιοτήτων και στάσεων που μεταπλάθουν τους νεανικούς χαρακτήρες σε ώριμες προσωπικότητες με κριτική σκέψη και πολιτικό λόγο. Οι ήρωες στο διήγημα δικαιώνονται, τιμώνται από την Αθήνα που πανηγυρίζει καθώς οι Γερμανοί αποχωρούν και η χώρα απελευθερώνεται.
Αποσπασματικά αναφέρω ορισμένα σημεία που σταθήκαμε στη συνάντηση: «Κατοχή, πείνα, Αντίσταση, …αληθινές ιστορίες που τις έζησα. Τα πρόσωπα υπήρξανε, δε χρειάστηκε να τα φανταστώ… Στην κατοχή ζούσα το σήμερα, το αύριο έφτανε ως την απελευθέρωση. Δεν προχωρούσε παραπέρα. Η Ελευθεριά, ήταν η Αρχή και το Τέλος. Ο ήλιος μου ποτέ δε θα βασίλευε …τότε ήμουνα νέα και άπειρη… Η μικρή Ζωή δεν είχε φωτογραφική μηχανή, δε νοιαζότανε να τραβήξει φωτογραφίες. Τα μάτια της κοιτούσαν, φωτογράφιζαν. Τ’ αυτιά της άκουγαν: έγραφαν. Όμως τα χρόνια πέρασαν και η μνήμη θόλωσε εκείνες τις φωτογραφίες, εκείνα τα γραφτά. Απέμεινε μια έντονη αίσθηση. Οι λεπτομέρειες όμως;»
Η σκηνή του κινδύνου μήπως τους συλλάβουν μετά από μια παρεξήγηση που έγινε με το συνθηματικό: «Άρχισα, λοιπόν, να τρέχω για να ξεφύγω από τους πυροβολισμούς. Οι άλλοι τρέχανε από πίσω μου. Πηδούσαμε χαντάκια, οι πέτρες κατρακυλούσανε, λακούβες ρουφούσανε τις πατημασιές μας, αγκάθια ξεσκίζανε τα πόδια μας, μας βάζανε τρικλοποδιές. Το σκοτάδι μαύρο, θολό σύννεφο μας έζωνε όλο και πιο πολύ κι εγώ έψαχνα σαν τυφλή να βρω μια πόρτα. Να κρυφτώ, να κρυφτούμε… Σκόνταψα πάνω σε κάτι σκαλοπάτια κι άρχισα να τα ανεβαίνω σαν τρελή. Όταν βρέθηκα στο πλακόστρωτο, δεν είδα την πόρτα και την προσπέρασα τρέχοντας. Το σπίτι νιόχτιστο. Δεν ήταν τοίχος να με σταματήσει κι έπεσα στο κενό κι από πάνω μου πέσανε άλλοι τέσσερις πέντε».
Η Ζωρζ Σαρή(1925-2012) αφήνει μια πλούσια πνευματική παρακαταθήκη στους νέους και σε όσους αισθάνονται έτσι και αναζητούν τονωτικές ενεσούλες αισιοδοξίας μέσα στις σελίδες σπουδαίων συγγραφέων.
Βιογραφικά: Η Ζωρζ Σαρή γεννήθηκε στην Αθήνα από Γαλλίδα μητέρα και Έλληνα πατέρα. Φοίτησε στη Δραματική σχολή του Δημήτρη Ροντήρη. Στο Παρίσι, παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στη σχολή του Σαρλ Νιτλέν. Το 1962 επέστρεψε στο θέατρο, όπου συνέχισε να παίζει καθώς και στον κινηματογράφο. Το 1960 τιμήθηκε με το βραβείο Β γυναικείου ρόλου του φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η συγγραφική της καριέρα άρχισε το 1969 με το «Θησαυρό της Βαγίας» ένα μυθιστόρημα που ξεκίνησε σαν παιχνίδι στην παρέα της, το οποίο σημειώνει μεγάλη εκδοτική επιτυχία ακόμη και σήμερα. Έχει γράψει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα για παιδιά και εφήβους και έχει μεταφράσει δεκατέσσερα μυθιστορήματα από τα γαλλικά. Το 1988 προτάθηκε για το βραβείο Χ.Κ. Άντερσεν. Το 1994 βραβεύτηκε για το μυθιστόρημά της Νινέτ με το βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου και το 1999 από τον κύκλο ελληνικού παιδικού βιβλίου.
Το διήγημα, Κόκκινη κλωστή δεμένη, της Ζωρζ Σαρή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.