Εσείς νομίζετε ότι η Άγκαθα Κρίστι έγραψε αστυνομικά μυθιστορήματα; Αλήθεια, ξέρετε ποιος επινόησε το αστυνομικό μυθιστόρημα; Γνωρίζετε τις διαφορές μεταξύ ενός detective story, ενός thriller και ενός mystery; Τι είναι το (γαλλικό) noir; Αυτές είναι μερικές από τις δικές μου ερωτήσεις προκειμένου να σας σκιαγραφήσω το βιβλίο. Ο συγγραφές και τα Public έχουν αναρωτηθεί για ακόμα περισσότερα πράγματα ώστε να μας μιλήσουν για το περιεχόμενο του Pulp Fiction (όπου pulp θα πει πολτός) προϊδεάζοντάς μας για τις γνώσεις που θα αποκτήσουμε· μη πω για τους ορίζοντες που θα διευρυνθούν από τα ερεθίσματα. Έτοιμοι;
Ποια θεωρείται η πρώτη αστυνομική ιστορία; Τι σημαίνει hardboiled; Ποια η σχέση αυτών των κειμένων με τη γαλλική λέξη «noir»; Γιατί το Χόλιγουντ αγκάλιασε με τόσο πάθος τις περιπέτειες σκληρών αντρών, μοιραίων γυναικών, ηθικών ντετέκτιβ, διεφθαρμένων αστυνομικών και αδίστακτων εγκληματιών; Πόσο σημαντικά ήταν στη διάρκεια του Μεσοπολέμου τα περίφημα «pulp» περιοδικά; Ποιοι ήταν οι συγγραφείς που αναβάθμισαν το είδος σε μια από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές τάσεις του 20ού αιώνα; Ποια είναι τα βιβλία που πρέπει οπωσδήποτε να αναζητήσει κανείς; Ποια η σχέση των western με όλα αυτά; Τι συνδέει τον Edgar Allan Poe του 1841 με τον James Ellroy ενάμιση αιώνα αργότερα;
Το βιβλίο του Τζίμμυ Κορίνη εξηγεί απλά (η απλότητα είναι πολύτιμη, αξιοσέβαστη και κάποιες φορές δυσκολότερη της πολυπλοκότητας για την οποία είμαστε όλοι ικανοί) γιατί το είδος που ονομάζουμε αστυνομικό εδώ στην Ελλάδα δεν είναι εκείνο που προώθησαν με επιτυχία οι Σκανδιναβοί αλλά το police procedural (το γράφω κι εγώ έτσι καθώς δεν έχει «μεταφραστεί» ακόμα στην κουλτούρα μας και φοβούμαι μήπως το μεταφέρω "αλλιώς") που επινοήθηκε την δεκαετία του 40 ενώ αποσαφηνίζει χαρακτηριστικά ότι ένα detective story έχει ήρωα έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ-ερευνητή, το mystery αφορά μια ιστορία μυστηρίου για έναν ή περισσότερους φόνους, το thriller πραγματεύεται το απρόοπτο που μπορεί να συμβεί από το πουθενά και διαθέτει αγωνία για την εξέλιξη και έκβαση της υπόθεσης και πολλά πολλά άλλα.
Το βιβλίο του Τζίμμυ Κορίνη εξηγεί απλά (η απλότητα είναι πολύτιμη, αξιοσέβαστη και κάποιες φορές δυσκολότερη της πολυπλοκότητας για την οποία είμαστε όλοι ικανοί) γιατί το είδος που ονομάζουμε αστυνομικό εδώ στην Ελλάδα δεν είναι εκείνο που προώθησαν με επιτυχία οι Σκανδιναβοί αλλά το police procedural (το γράφω κι εγώ έτσι καθώς δεν έχει «μεταφραστεί» ακόμα στην κουλτούρα μας και φοβούμαι μήπως το μεταφέρω "αλλιώς") που επινοήθηκε την δεκαετία του 40 ενώ αποσαφηνίζει χαρακτηριστικά ότι ένα detective story έχει ήρωα έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ-ερευνητή, το mystery αφορά μια ιστορία μυστηρίου για έναν ή περισσότερους φόνους, το thriller πραγματεύεται το απρόοπτο που μπορεί να συμβεί από το πουθενά και διαθέτει αγωνία για την εξέλιξη και έκβαση της υπόθεσης και πολλά πολλά άλλα.
Ο Τζίμμυ Κορίνης αντλεί από την πολυετή εμπειρία του (εμπειρία άνω των 60 ετών που περιλαμβάνει μελέτες, μεταφράσεις, συγγραφές, σενάρια και σκηνοθεσίες πέρα των αναγνώσεων) και ξεκαθαρίζει το τοπίο οριοθετώντας τις διαχωριστικές γραμμές και τις αποχρώσεις ενώ εστιάζει στη χρυσή εποχή. Συγγραφείς νέοι ή παλαιότεροι, φιλαναγνώστες, κριτικογράφοι και εν δυνάμει κοινό μιας προαναφερόμενης κατηγορίας αναζητήστε αυτό το βιβλίο για τα βιβλία και τους ανθρώπους τους. Μου άρεσαν δύο αράδες από την περιγραφή του στα Public και σας τις μεταφέρω αυτούσιες -νομίζω μας βάζουν στο κλίμα. Βάλτε ένα τζαζ βινύλιο στο πικάπ, φτιάξτε ένα old fashioned σε χαμηλό ποτήρι και βυθιστείτε στις σελίδες του Pulp fiction. Σας προειδοποιούμε: μόλις το τελειώσετε, τότε πρακτικά ξεκινούν όλα, καθώς θα σπεύσετε σε ένα βιβλιοπωλείο για να προσθέσετε πολλά κρυμμένα διαμάντια στη συλλογή σας… και διαβάστε παρακάτω τι μου είπε ο ίδιος για το βιβλίο του.
Ποια ανάγκη σας οδήγησε στη συγγραφή αυτού του βιβλίου;
Τ.Κ.: Από την πρώτη στιγμή που βγήκα στο συγγραφικό «κουρμπέτι» -σε ηλικία 16 ετών- αλλά και νωρίτερα ως απλώς αναγνώστης, βλέποντας την σύγχυση που επικρατούσε μεταξύ των αναγνωστών του αναγνώσματος που λανθασμένα είχε χαρακτηριστεί ως «αστυνομικό», γεννήθηκε μέσα μου η σφοδρή επιθυμία (και κάποια οργή, δεν το κρύβω, επειδή δεν μου αρέσουν οι λανθασμένοι χαρακτηρισμοί και η επιμονή σ΄ αυτούς) να γράψω κάτι για να εξηγήσω ότι το είδος που στην γενέτειρά του ονομαζόταν crime fiction περιλάμβανε πολλά είδη που, πολλές φορές δεν είχαν καμιά σχέση με την αστυνομία, οπότε δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «αστυνομικό μυθιστόρημα» ή «αστυνομικό διήγημα», ότι ο σωστός ελληνικός όρος-ομπρέλα για όλα αυτά θα έπρεπε να είναι «μυθοπλασία του εγκλήματος», εξηγώντας ταυτόχρονα ποια ήσαν τα διάφορα είδη. Ωστόσο, ήμουν μικρός κι ασήμαντος και ποιος θα μου έδινε το κατάλληλο βήμα, αφού δεν μου το δίνουν τώρα που έφτασα στην ηλικία των δεινοσαύρων!!!
Το ήθελα πολύ, πάντως, αλλά επειδή δούλευα ασταμάτητα, δεν μου έμενε χρόνος για κάτι τόσο χομπίστικο, αν όχι ονειρικό, οπότε πέρασαν πολλά χρόνια μέχρις ότου έφτασε το 1998, που έκανα απόπειρα να επανεκδώσω την «Μάσκα». Βλέποντας ότι είχε παραγίνει το κακό κι επειδή ορισμένοι «κύκλοι» που μου πήγαιναν κόντρα δεν είχαν καταφέρει να με σβήσουν από τον χάρτη, πήρα την απόφαση να αρχίσω να συγκεντρώνω στοιχεία για το εν λόγω πόνημα, γνωρίζοντας ότι ίσως να μην ενδιαφερόταν ποτέ κανένας εκδότης να το εκδώσει. Και φτάσαμε στο 2017 για να βρεθεί στον δρόμο μου ένας φανατικός φίλος του είδους, Διευθυντής Μάρκετινγκ του Ομίλου Public, που άκουσε την ιδέα, διάβασε το χειροποίητο βιβλίο που είχα σκαρώσει και, χωρίς δεύτερη κουβέντα, ανέλαβε να κάνει αυτό το «όνειρο» πραγματικότητα, παρά το γεγονός ότι το Public δεν ήταν εκδοτικός οίκος!
Ποιοι αναγνώστες πρέπει να ασχοληθούν ενδελεχώς με το θέμα και να ενημερωθούν για όλες αυτές τις κατηγορίες και είδη των μυθογραφιών;
Τ.Κ.: Μα… όσοι αγαπούν πραγματικά το είδος και θέλουν να μάθουν τι ακριβώς είναι εκείνο που διαβάζουν, πότε δημιουργήθηκε και από ποιόν. Να μάθουν λόγου χάρη, ότι η περιβόητη Άγκαθα Κρίστι δεν έγραψε ποτέ (κυριολεκτικά) «αστυνομικό» μυθιστόρημα, αλλά ότι έγραφε «ιστορίες μυστηρίου» ή detective stories, δεδομένου ότι ο επίσης περιβόητος ήρωάς της, ο Ηρακλής Πουαρό, ήταν ιδιωτικός ντετέκτιβ, που αναλάμβανε υποθέσεις επί πληρωμή, όπως ήταν, σε παλιότερη έκδοση, και ο περιβόητος Σέρλοκ Χολμς, που αναλάμβανε υποθέσεις επί πληρωμή και διεξήγαγε έρευνες ανεξάρτητα από την αστυνομία.
Πόσο σημαντικό είναι να αναγνωρίζει κανείς αυτές τις κατηγορίες;
Τ.Κ.: Ε, δεν είναι ωραίο να ξέρεις πως ονομάζεται το είδος που σου αρέσει ιδιαίτερα και να μπορείς να το περιγράψεις, αν ερωτηθείς, αλλά είναι ωραίο να λες, έτσι αόριστα, «διάβασα ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, που μου άρεσε πολύ» ενώ στην πραγματικότητα είχες διαβάσει ένα thriller ή ένα crime story που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από το police procedural, δηλαδή το καθαρόαιμο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Ποια η γνώμη σας για τους βιβλιοκριτικούς στην Ελλάδα, δεδομένου ότι σε πλήθος περιπτώσεων το πως θα χαρακτηριστεί ένα βιβλίο οφείλεται και σε αυτούς;
Τ.Κ.: Δεν είχα την τιμή ή την δυστυχία να ασχοληθεί έστω και ΕΝΑΣ ή ΜΙΑ από τους εν λόγω κυρίους ή κυρίες με τα βιβλία μου πάνω στο συγκεκριμένο είδος ώστε να διαβάσω ΚΑΠΟΙΑ κριτική και να μάθω τι γνώμη είχαν για μένα -ίσως επειδή θεώρησαν και θεωρούν ότι τα βιβλία μου δεν ανταποκρίνονται στο υψηλό IQ τους, οπότε το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορώ να καταλήξω είναι πως πρόκειται για άτομα μεροληπτικά και, όπως όλοι οι κριτικοί του κόσμου, ελαφρώς κομπλεξικοί επειδή δεν πέτυχαν ως συγγραφείς, σεναριογράφοι κ.λ.π. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για ένα συγκεκριμένο κριτικό, που απέτυχε να γίνει «συγγραφεύς αστυνομικής λογοτεχνίας», κάποιον που τον έχω στηλιτεύσει πολλές φορές δημόσια, για την επιμονή του (διάβαζε φθόνο) να μην αναφέρεται στα άρθρα του στα βιβλία μου, ακόμα και στην πολύχρονη θητεία μου στα περιοδικά «Μυστήριο» και «Μάσκα», που εισήγαγαν την θεωρούμενη σήμερα ως «αστυνομική λογοτεχνία» στον χώρο της Ελλάδος, αλλά να έχει κάνει θεό του έναν άλλον συνάδελφο που, εγώ προσωπικά, τον αντιμετωπίζω ενθυμούμενος και αναφέροντας πάντοτε ένα τραγούδι του αείμνηστου Αττίκ που λέει: «Έχετε δίκιο, ας αλλάξουμε ομιλία, κι ας πούμε κάτι σχετικό με τον καιρό…», γιατί αν παραμείνω στο θέμα θα πρέπει να ειπωθούν πολλά δυσάρεστα και δεν είναι σωστό επειδή ο εν λόγω συνάδελφος δεν βρίσκεται στη ζωή πια.
Το Pulp Fiction είναι εντέλει ένα βιβλίο που διευρύνει ορίζοντες και οδηγεί τους αναγνώστες του σε νέες αναζητήσεις βιβλίων;
Τ.Κ.: Σίγουρα, ναι, αν και, για μερικούς, θα είναι πολύ δύσκολο να αποτοξινωθούν από τον εθισμό τους σε αυτό που ανόητα κατά τη γνώμη μου βαφτίστηκε «Σκανδιναβική Σχολή» ή «Μεσογειακή Σχολή» και άλλα τέτοια παραμύθια. Η σχολή είναι μία και είναι αμερικάνικη, είτε το θέλουμε είτε όχι, και το είδος είναι ένα και μοναδικό, κι ας βρεθεί κάποιος να μου πει, με λίγα λόγια, τι το καινούργιο έφεραν στην μυθοπλασία του εγκλήματος (crime fiction) οι δύο αυτές κατά φαντασίαν σχολές.
Τι προτείνετε στους νέους συγγραφείς και τι στους φιλαναγνώστες;
Τ.Κ.: Στους νέους συγγραφείς θα αναφέρω μια σοφή ρήση κάποιου παλιού συγγραφέα: «Ο συγγραφέας είναι σαν τον Θεό, απανταχού παρών, αλλά ποτέ ορατός». Οτιδήποτε αφορά την ιστορία που αφηγούνται προκύπτει από τις πράξεις και τους διαλόγους των πρωταγωνιστών και είναι συνέπεια αυτών κι όχι από το έτσι το θέλει ο συγγραφέας. Θα προσθέσω και την δική μου προσωπική διαπίστωση ότι το μυθιστόρημα ή το διήγημα δεν γράφεται όταν γράφεται αλλά όταν διορθώνεται και όχι μία, αλλά πολλές φορές, μέχρις ότου διαπιστωθεί ότι όλα είναι στη θέση τους, τονίζοντας ότι το δεύτερο είναι δυσκολότερο από το πρώτο, επειδή απαιτεί αμερόληπτη θεώρηση του γραπτού, χωρίς την παρέμβαση του «εγώ» και του θαυμασμού του δημιουργού για το έργο του. Όσο για τους φιλαναγνώστες, αφού το βιβλίο θα τους μάθει τι είναι τι, θα μπορούν να διαλέγουν πιο άνετα το είδος που τους αρέσει και να μη πέφτουν στην παγίδα κάποιου ονόματος ή κάποιας παραπλανητικής διαφημίσεως.
Το βιβλίο του Τζίμμυ Κορίνη, Pulp fiction, κυκλοφορεί στα Public. Θα το βρείτε εδώ.
Περισσότερα από/για τον Τζίμμυ Κορίνη:
Ο Τζίμμυ Κορίνης και η Θύελλα στη Μακεδονία
Τ.Κ.: Από την πρώτη στιγμή που βγήκα στο συγγραφικό «κουρμπέτι» -σε ηλικία 16 ετών- αλλά και νωρίτερα ως απλώς αναγνώστης, βλέποντας την σύγχυση που επικρατούσε μεταξύ των αναγνωστών του αναγνώσματος που λανθασμένα είχε χαρακτηριστεί ως «αστυνομικό», γεννήθηκε μέσα μου η σφοδρή επιθυμία (και κάποια οργή, δεν το κρύβω, επειδή δεν μου αρέσουν οι λανθασμένοι χαρακτηρισμοί και η επιμονή σ΄ αυτούς) να γράψω κάτι για να εξηγήσω ότι το είδος που στην γενέτειρά του ονομαζόταν crime fiction περιλάμβανε πολλά είδη που, πολλές φορές δεν είχαν καμιά σχέση με την αστυνομία, οπότε δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «αστυνομικό μυθιστόρημα» ή «αστυνομικό διήγημα», ότι ο σωστός ελληνικός όρος-ομπρέλα για όλα αυτά θα έπρεπε να είναι «μυθοπλασία του εγκλήματος», εξηγώντας ταυτόχρονα ποια ήσαν τα διάφορα είδη. Ωστόσο, ήμουν μικρός κι ασήμαντος και ποιος θα μου έδινε το κατάλληλο βήμα, αφού δεν μου το δίνουν τώρα που έφτασα στην ηλικία των δεινοσαύρων!!!
Το ήθελα πολύ, πάντως, αλλά επειδή δούλευα ασταμάτητα, δεν μου έμενε χρόνος για κάτι τόσο χομπίστικο, αν όχι ονειρικό, οπότε πέρασαν πολλά χρόνια μέχρις ότου έφτασε το 1998, που έκανα απόπειρα να επανεκδώσω την «Μάσκα». Βλέποντας ότι είχε παραγίνει το κακό κι επειδή ορισμένοι «κύκλοι» που μου πήγαιναν κόντρα δεν είχαν καταφέρει να με σβήσουν από τον χάρτη, πήρα την απόφαση να αρχίσω να συγκεντρώνω στοιχεία για το εν λόγω πόνημα, γνωρίζοντας ότι ίσως να μην ενδιαφερόταν ποτέ κανένας εκδότης να το εκδώσει. Και φτάσαμε στο 2017 για να βρεθεί στον δρόμο μου ένας φανατικός φίλος του είδους, Διευθυντής Μάρκετινγκ του Ομίλου Public, που άκουσε την ιδέα, διάβασε το χειροποίητο βιβλίο που είχα σκαρώσει και, χωρίς δεύτερη κουβέντα, ανέλαβε να κάνει αυτό το «όνειρο» πραγματικότητα, παρά το γεγονός ότι το Public δεν ήταν εκδοτικός οίκος!
Ποιοι αναγνώστες πρέπει να ασχοληθούν ενδελεχώς με το θέμα και να ενημερωθούν για όλες αυτές τις κατηγορίες και είδη των μυθογραφιών;
Τ.Κ.: Μα… όσοι αγαπούν πραγματικά το είδος και θέλουν να μάθουν τι ακριβώς είναι εκείνο που διαβάζουν, πότε δημιουργήθηκε και από ποιόν. Να μάθουν λόγου χάρη, ότι η περιβόητη Άγκαθα Κρίστι δεν έγραψε ποτέ (κυριολεκτικά) «αστυνομικό» μυθιστόρημα, αλλά ότι έγραφε «ιστορίες μυστηρίου» ή detective stories, δεδομένου ότι ο επίσης περιβόητος ήρωάς της, ο Ηρακλής Πουαρό, ήταν ιδιωτικός ντετέκτιβ, που αναλάμβανε υποθέσεις επί πληρωμή, όπως ήταν, σε παλιότερη έκδοση, και ο περιβόητος Σέρλοκ Χολμς, που αναλάμβανε υποθέσεις επί πληρωμή και διεξήγαγε έρευνες ανεξάρτητα από την αστυνομία.
Πόσο σημαντικό είναι να αναγνωρίζει κανείς αυτές τις κατηγορίες;
Τ.Κ.: Ε, δεν είναι ωραίο να ξέρεις πως ονομάζεται το είδος που σου αρέσει ιδιαίτερα και να μπορείς να το περιγράψεις, αν ερωτηθείς, αλλά είναι ωραίο να λες, έτσι αόριστα, «διάβασα ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, που μου άρεσε πολύ» ενώ στην πραγματικότητα είχες διαβάσει ένα thriller ή ένα crime story που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από το police procedural, δηλαδή το καθαρόαιμο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Ποια η γνώμη σας για τους βιβλιοκριτικούς στην Ελλάδα, δεδομένου ότι σε πλήθος περιπτώσεων το πως θα χαρακτηριστεί ένα βιβλίο οφείλεται και σε αυτούς;
Τ.Κ.: Δεν είχα την τιμή ή την δυστυχία να ασχοληθεί έστω και ΕΝΑΣ ή ΜΙΑ από τους εν λόγω κυρίους ή κυρίες με τα βιβλία μου πάνω στο συγκεκριμένο είδος ώστε να διαβάσω ΚΑΠΟΙΑ κριτική και να μάθω τι γνώμη είχαν για μένα -ίσως επειδή θεώρησαν και θεωρούν ότι τα βιβλία μου δεν ανταποκρίνονται στο υψηλό IQ τους, οπότε το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορώ να καταλήξω είναι πως πρόκειται για άτομα μεροληπτικά και, όπως όλοι οι κριτικοί του κόσμου, ελαφρώς κομπλεξικοί επειδή δεν πέτυχαν ως συγγραφείς, σεναριογράφοι κ.λ.π. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για ένα συγκεκριμένο κριτικό, που απέτυχε να γίνει «συγγραφεύς αστυνομικής λογοτεχνίας», κάποιον που τον έχω στηλιτεύσει πολλές φορές δημόσια, για την επιμονή του (διάβαζε φθόνο) να μην αναφέρεται στα άρθρα του στα βιβλία μου, ακόμα και στην πολύχρονη θητεία μου στα περιοδικά «Μυστήριο» και «Μάσκα», που εισήγαγαν την θεωρούμενη σήμερα ως «αστυνομική λογοτεχνία» στον χώρο της Ελλάδος, αλλά να έχει κάνει θεό του έναν άλλον συνάδελφο που, εγώ προσωπικά, τον αντιμετωπίζω ενθυμούμενος και αναφέροντας πάντοτε ένα τραγούδι του αείμνηστου Αττίκ που λέει: «Έχετε δίκιο, ας αλλάξουμε ομιλία, κι ας πούμε κάτι σχετικό με τον καιρό…», γιατί αν παραμείνω στο θέμα θα πρέπει να ειπωθούν πολλά δυσάρεστα και δεν είναι σωστό επειδή ο εν λόγω συνάδελφος δεν βρίσκεται στη ζωή πια.
Το Pulp Fiction είναι εντέλει ένα βιβλίο που διευρύνει ορίζοντες και οδηγεί τους αναγνώστες του σε νέες αναζητήσεις βιβλίων;
Τ.Κ.: Σίγουρα, ναι, αν και, για μερικούς, θα είναι πολύ δύσκολο να αποτοξινωθούν από τον εθισμό τους σε αυτό που ανόητα κατά τη γνώμη μου βαφτίστηκε «Σκανδιναβική Σχολή» ή «Μεσογειακή Σχολή» και άλλα τέτοια παραμύθια. Η σχολή είναι μία και είναι αμερικάνικη, είτε το θέλουμε είτε όχι, και το είδος είναι ένα και μοναδικό, κι ας βρεθεί κάποιος να μου πει, με λίγα λόγια, τι το καινούργιο έφεραν στην μυθοπλασία του εγκλήματος (crime fiction) οι δύο αυτές κατά φαντασίαν σχολές.
Τι προτείνετε στους νέους συγγραφείς και τι στους φιλαναγνώστες;
Τ.Κ.: Στους νέους συγγραφείς θα αναφέρω μια σοφή ρήση κάποιου παλιού συγγραφέα: «Ο συγγραφέας είναι σαν τον Θεό, απανταχού παρών, αλλά ποτέ ορατός». Οτιδήποτε αφορά την ιστορία που αφηγούνται προκύπτει από τις πράξεις και τους διαλόγους των πρωταγωνιστών και είναι συνέπεια αυτών κι όχι από το έτσι το θέλει ο συγγραφέας. Θα προσθέσω και την δική μου προσωπική διαπίστωση ότι το μυθιστόρημα ή το διήγημα δεν γράφεται όταν γράφεται αλλά όταν διορθώνεται και όχι μία, αλλά πολλές φορές, μέχρις ότου διαπιστωθεί ότι όλα είναι στη θέση τους, τονίζοντας ότι το δεύτερο είναι δυσκολότερο από το πρώτο, επειδή απαιτεί αμερόληπτη θεώρηση του γραπτού, χωρίς την παρέμβαση του «εγώ» και του θαυμασμού του δημιουργού για το έργο του. Όσο για τους φιλαναγνώστες, αφού το βιβλίο θα τους μάθει τι είναι τι, θα μπορούν να διαλέγουν πιο άνετα το είδος που τους αρέσει και να μη πέφτουν στην παγίδα κάποιου ονόματος ή κάποιας παραπλανητικής διαφημίσεως.
Το βιβλίο του Τζίμμυ Κορίνη, Pulp fiction, κυκλοφορεί στα Public. Θα το βρείτε εδώ.
Περισσότερα από/για τον Τζίμμυ Κορίνη:
Ο Τζίμμυ Κορίνης και η Θύελλα στη Μακεδονία