Το έργο Chameleon βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στη Νέα Υόρκη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στη δεκαετία του 1980.
Δύο αστυνομικοί, ο Ντέξτερ και η Σάντρα συλλαμβάνουν επ᾽ αυτοφώρω μια γυναίκα να σκοτώνει έναν άντρα. Η γυναίκα ονομάζεται Μπέλα και είναι ιερόδουλη. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης η Μπέλα ισχυρίζεται ότι ο άντρας ήταν πελάτης της που την βίασε και κατόπιν προσπάθησε να την σκοτώσει, αλλά η ίδια κατάφερε να τον αφοπλίσει και αναγκάστηκε να τον σκοτώσει για να αμυνθεί. Οι δυο αστυνομικοί την πιστεύουν και την αφήνουν ελεύθερη, χωρίς περιοριστικούς όρους, προκειμένου να πάει στον ιατροδικαστή για να διαπιστωθεί επιστημονικά ο βιασμός της.
Λίγο αργότερα όμως πληροφορούνται ότι το όπλο με το οποίο έγινε ο φόνος δεν ανήκει στο θύμα -όπως είχε ισχυριστεί η Μπέλα- και ότι με το ίδιο περίστροφο έχουν δολοφονηθεί άλλοι τρεις άντρες. Κοινό στοιχείο σε όλες τις δολοφονίες είναι ότι όλα τα θύματα σκοτώθηκαν την ώρα της σεξουαλικής συνεύρεσης. Ο Ντέξτερ και η Σάντρα ανακαλύπτουν σαστισμένοι ότι η Μπέλα δεν είναι τόσο αθώα όσο πίστεψαν αρχικά, δεν σκότωσε τον πρώτο άντρα σε αυτοάμυνα. Προβληματισμένοι οι δύο αστυνομικοί αναζητούν τη βοήθεια ενός πράκτορα του FBI, του Άλεξ. Ο Άλεξ τους ενημερώνει ότι θα είναι μια δύσκολη υπόθεση, αφού δεν έχει ακόμα καθιερωθεί κάποιο συγκεκριμένο προφίλ για γυναίκα κατά συρροή δολοφόνο.
Οι αστυνομικοί καταφέρνουν να πιάσουν ξανά την Μπέλα και τότε αρχίζει ένας ψυχολογικός πόλεμος μεταξύ εξουσίας και δολοφόνου, μεταξύ Ντέξτερ και Σάντρας, μεταξύ αλήθειας και ψέματος. Η Σάντρα είναι σίγουρη για την ενοχή της Μπέλας, εν αντιθέσει ο Ντέξτερ φαίνεται να έχει γοητευτεί από την προσωπικότητά της, έχει αμφιβολίες και της δίνει ελαφρυντικά. Ο Άλεξ από την πλευρά του προσπαθεί να σχηματίσει το προφίλ της και να εξιχνιάσει τα γεγονότα. Η Μπέλα δεν παραδέχεται την ενοχή της, αποδεικνύεται μια έξυπνη γυναίκα που έχει μελετήσει ιδιαίτερα την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στην προσπάθεια της αστυνομίας να ψαρέψει μια ομολογία, θα ακουστούν πολλές αλήθειες: η Σάντρα στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι οι γυναίκες είναι ισάξιες των αντρών έχει χάσει τη θηλυκότητά της, ο Ντέξτερ έχει κρυφές φαντασιώσεις για την όμορφη πόρνη και ας είναι ο σοβαρός παντρεμένος άντρας, ο Άλεξ προσπαθεί να δείξει ένα σοβαρό, άτεγκτο προφίλ αλλά κρύβει και αυτός τις δικές του φοβίες.
Το έργο ξεκινάει ως ένα αστυνομικό θρίλερ αλλά καταλήγει σε ένα δύσκολο παιχνίδι ισορροπιών, σε ένα ψυχογράφημα χαρακτήρων. Ναι μεν οι αστυνομικοί είναι αυτοί που προσπαθούν να βρουν το προφίλ της γυναίκας κατά συρροή δολοφόνου, αλλά τελικά η Μπέλα είναι αυτή που θα τους υποχρεώσει να αντιμετωπίσουν κατάματα τους ίδιους τους εαυτούς τους.
Η παράσταση κρατάει περίπου 75 λεπτά, τα οποία περνούν χωρίς να το καταλάβεις, το έργο έχει γρήγορους ρυθμούς και αποτελείται από μικρά σκετσάκια: οι ηθοποιοί εμφανίζονται μέσα στο σκοτάδι, λένε τις ατάκες τους, τα φώτα σβήνουν και οι ηθοποιοί εμφανίζονται ξανά για να παίξουν την επόμενη σκηνή. Η σκηνοθεσία αυτή βοηθάει στο σκοτεινό κλίμα που χρειάζεται για να μπούμε πιο πολύ μέσα σε αυτό το ψυχολογικό, αστυνομικό θρίλερ.
Συχνό φαινόμενο πλέον η χρήση βίντεο στην πραγμάτωση μιας θεατρικής παράστασης. Δεν είμαι εναντίον αυτής της πρακτικής που βοηθάει κάποιες φορές στη λύση πρακτικών προβλημάτων (η σκηνή είναι μικρή εν συγκρίσει με μια κάμερα που πάει παντού). Τα βιντεάκια της συγκεκριμένης παράστασης είναι αρκετά υποβοηθητικά αλλά θα προτιμούσα μια καλύτερη ηχητική κάλυψη αφού κάποιες στιγμές δυσκολευόμουν να καταλάβω καλά τα λεγόμενα των ηθοποιών, με εξαίρεση την Μαρία Γιαννιώτη (Σάντρα).
Το κείμενο του έργου είναι των: Σπύρου-Ανδρέα Παπαδάτου και Κωστή Μπασογιάννη. Ο Κωστής Μπασογιάννης υπογράφει και την σκηνοθεσία του έργου, δημιουργώντας ένα σκοτεινό, κλειστοφοβικό, γρήγορο κλίμα που ταιριάζει πολύ στην υπόθεση. Το σκηνικό επιτηδευμένα λιτό θυμίζει -αυτό ακριβώς που είναι- ένα δωμάτιο ανακρίσεων.
Ο Σπύρος Ανδρέας Παπαδάτος πρωταγωνιστεί ως Ντέξτερ, καταφέρνει να δώσει μια ηθελημένη, υποβόσκουσα ηρεμία στις κινήσεις του. Η Μαρία Γιαννιώτη ως υπέρ του δέοντος φεμινίστρια αστυνομικίνα, δίνει έναν σκληρό χαρακτήρα, κρύβει όντως τη θηλυκότητά της προκειμένου να αναδείξει την ισότητα που επιθυμεί. Εν αντιθέσει, η Μαργαρίτα Καρακάση, μας χαρίζει μια πανέξυπνη αλλά ευαίσθητη γυναίκα, μας κάνει να αναρωτιόμαστε: τελικά ποιος είναι ο ψυχικά διαταραγμένος, αυτή ή οι "φυσιολογικοί" και έντιμοι αστυνομικοί. Τέλος, ο Γιάννης Κοκορέτσας ως Άλεξ, αντιπροσωπεύει τον μορφωμένο, ανώτερο ερευνητή του FBI, δίνει κατευθύνσεις στους απλούς αστυνομικούς που εργάζονται στους δρόμους. Ο Κοκορέτσας καταφέρνει να δώσει το ιδανικό πορτρέτο του μορφωμένου, εξειδικευμένου, ανώτερου δημόσιου υπαλλήλου.
Η Ομάδα THREE δημιουργήθηκε το 2015 ενώ το Chameleon αποτελεί την τρίτη κατά σειρά δουλειά της. Η πρώτη ήταν τα «Κομμάτια Σπασμένου Καθρέφτη» (2015-2016) και η δεύτερη «Με Μάτια Κλειστά σε Βλέπω» (2017). Επιθυμία και στόχος της Ομάδας είναι να παρουσιάσει στο κοινό έργα ιδιαίτερα και λίγο πειραματικά, ελληνικού και παγκοσμίου ρεπερτορίου, με μια φρέσκια, διαφορετική ματιά.
Συντελεστές:
Κείμενο: Σπύρος-Ανδρέας Παπαδάτος, Κωστής Μπασογιάννης
Σκηνοθεσία: Κωστής Μπασογιάννης
Διανομή: Μαρία Γιαννιώτη, Σπύρος-Ανδρέας Παπαδάτος, Μαργαρίτα Καρακάση, Γιάννης Κοκορέτσας
Διανομή: Μαρία Γιαννιώτη, Σπύρος-Ανδρέας Παπαδάτος, Μαργαρίτα Καρακάση, Γιάννης Κοκορέτσας
Σκηνογραφία: Στέλιος Κοτίδης
Video: Χρήστος Αποστολάκης
Φωτογραφία-αφίσα: Βαγγέλης Ρασσιάς
Υπόλοιπο υλικό: Μαξιμιλιανός Γκοντορόζα
Graphics: Guido Rafirantore
Προβολή-επικοινωνία: Νατάσα Παππά
Διάρκεια παράστασης: 75 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Στο Studio Μαυρομιχάλη, Μαυρομιχάλη 134, Αθήνα, 2106453330 κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15
Περισσότερες παραστάσεις στο Studio Μαυρομιχάλη
Περισσότερες παραστάσεις στο Studio Μαυρομιχάλη