Η Καμίλ Κλωντέλ, πρώτη γυναίκα γλύπτρια (1864-1943), και η Κονστάνς Πασκάλ (1877-1937), πρώτη γυναίκα ψυχίατρος, συναντιούνται σ’ έναν φανταστικό διάλογο που επινόησε ο Γιάννης Λασπιάς, μέσα από τον οποίο ξεπηδάει η λαχτάρα της γυναίκας να σπάσει τα αντρικά στερεότυπα, να δημιουργήσει, να αγαπήσει και να ζήσει ενάντια στη γενική τάση της εποχής που ήθελε τις γυναίκες νοικοκυρές και χωρίς ιδιαίτερη προσωπικότητα. Δύο σημαντικές ηθοποιοί, η Μάνια Παπαδημητρίου και η Αγγελική Καρυστινού, ζωντανεύουν ρεαλιστικά και με ποικίλους εκφραστικούς και συναισθηματικούς τρόπους δυο γυναίκες δυναμικές, πρωτοπόρες, με τσαγανό, πείσμα και θέληση, σε μια παράσταση που με κέρδισε αργά και σταθερά και με άφησε γεμάτο συναισθήματα, εικόνες και διάθεση για περαιτέρω συζήτηση πάνω στο έργο.
Το κείμενο είναι καλοδουλεμένο και καταφέρνει να ενώσει με πρωτότυπο τρόπο την Κλωντέλ και την Πασκάλ που στην πραγματικότητα δε συναντήθηκαν ποτέ. Η Καμίλ Κλωντέλ κλείνεται σε άσυλο λόγω ψυχωσικού επεισοδίου, που αποτελεί την κορύφωση στη διαρκή κόντρα της με τον Ροντέν, και η Κονστάνς Πασκάλ ξεκινάει να εργάζεται στο ίδιο άσυλο, προσπαθώντας να εφαρμόσει τις δικές της πρακτικές στη θεραπεία των ασθενών. Από την αρχή ο Γιάννης Λασπιάς έχει δείξει πόσο καλά ξέρει τις ζωές τους, μιας και οι απελπισμένες προσπάθειες της γιατρού να της ανοιχτεί η ασθενής πέφτουν στο κενό. Το μόνο που δημιουργεί ένα ρήγμα στον τοίχο της Κλωντέλ είναι ένα κομμάτι πηλός! Δεν είναι λοιπόν τυχαίος ο υπότιτλος της παράστασης, που παίζει με τις λέξεις madness (=τρέλα) και mud (=λάσπη)! Γιατί να έρθουν σε επαφή αυτές οι δύο γυναίκες; Η απάντηση υπάρχει σε δύο προτάσεις του κειμένου: «Μονό εσύ μπορείς να βοηθήσεις τον εαυτό σου, Κλωντέλ, εγώ απλά μπορώ να σε πείσω». Και στη συνέχεια: «Ο γιατρός παλεύει με το σύμπτωμα. Ο καλλιτέχνης μετουσιώνει το σύμπτωμα σε κάτι άλλο». Έτσι η Καμίλ που αρχίζει να πλάθει τον πηλό ξεκινά να μιλά στην ψυχίατρο για τη ζωή της.
Η Μάνια Παπαδημητρίου από σκηνή σε σκηνή μετατρέπεται από μαζεμένη, απομονωμένη γυναίκα σε πρόθυμη και υπάκουη ασθενή κι από κει σε δυναμική, στα όρια της τρέλας, ερωτευμένη γυναίκα! Η ερωτική σχέση με τον Ροντέν είναι το σημαντικότερο γεγονός της ζωής της, μιας και μετά τον θυελλώδη έρωτά τους η Καμίλ αρχίζει να παρουσιάζει ψυχολογικά προβλήματα, φτάνοντας στο σημείο να τον κατηγορήσει για κλοπή δικών της ιδεών πάνω σε έργα! Αυτή η ταραγμένη και πολυκύμαντη ζωή αναπλάθεται και παρουσιάζεται από μια σημαντική ηθοποιό που δε διστάζει να τσαλακωθεί μπροστά στο κοινό και να παίξει με όλα τα μέρη του σώματός της. Βλέμμα ψυχρό και γυάλινο που γίνεται ζεστό και φιλικό και ξανά ταραγμένο, σώμα που πισωπατάει αλλά και τρέχει, κινήσεις νευρώδεις και ταυτόχρονα ρυθμικές είναι κομμάτια ενός συνόλου που με έπεισε απόλυτα για το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε η Κλωντέλ. «Μόνη εγώ απέναντι στον κόσμο των αντρών», φωνάζει με οργή και πάθος. Μια γυναίκα που «βουτά στα βάθη της ψυχής με την καρδιά και όχι με το μυαλό», έτσι συστήνεται στο κοινό.
Από την άλλη, η Αγγελική Καρυστινού υποδύεται τη στιβαρή και αυστηρή επαγγελματία, σταδιακά όμως αρχίζει κι αυτή με τη σειρά της να αποδομεί τον χαρακτήρα που ενσαρκώνει στο σανίδι. Η Κονστάνς Πασκάλ κάνει σχεδόν αντρικές κινήσεις, κάθεται με ελάχιστη θηλυκότητα, καπνίζει πίπα, όλα όσα κάνει αποπνέουν ποια είναι, τι κέρδισε ως τώρα στον ανδροκρατούμενο κόσμο, τι σκέφτεται και τι νιώθει. Ο ρόλος αφορά μια πειθήνια κόρη που μόνο μετά τον θάνατο του πατέρα της κατάφερε να αναπνεύσει ελεύθερα, μιας και μεγάλωσε σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον, γεμάτο από εντολές και επιθυμίες κυρίως του πατέρα, που είχε άλλα σχέδια για τη θυγατέρα του. Όπως η Μάνια Παπαδημητρίου, έτσι και η Αγγελική Καρυστινού έχει μια εύσχημη πλαστικότητα και μεταμορφώνεται κι εκείνη σε μια γυναίκα εύθραυστη, επιφανειακά σκληρή, που δε διστάζει να ουρλιάξει και να χαλάσει την εμφάνισή της προκειμένου να βγουν από τα σωθικά της οι κραυγές από τα απωθημένα που συγκεντρώνει τόσα χρόνια! Ποιο είναι το έναυσμα όμως για αυτήν την έκρηξη οργής και καταπίεσης; Τα έργα της Κλωντέλ, που προσιδιάζουν με οικεία χαρακτηριστικά από τη δική της ζωή.
Ο συγγραφέας του έργου, εκτός από τον αγώνα της γυναίκας κατά της ανδροκρατίας, θέλησε να δείξει και το πόσο έντονα επηρεάζουν και τελικά πνίγουν τα παιδιά οι επιθυμίες, τα όνειρα και οι σκέψεις των γονέων. Είναι ένα δριμύ κατηγορώ για τους γονείς που μεγαλώνουν παιδιά χωρίς να εισακούνε τις δικές τους επιθυμίες, φιλοδοξίες και όνειρα. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευχή και κατάρα από την οικογένεια», καταλήγει η Κονστάνς. Η ψυχίατρος αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στο Παρίσι για να ξεφύγει από τον κλοιό της οικογένειάς της ενώ η Καμίλ κλείστηκε στο ψυχιατρείο μετά τον θάνατο του πατέρα της κατ’ εντολήν του αδελφού και της μητέρας της! Δυο γυναίκες λοιπόν, θύματα και θύτες της κοινωνίας, που ενσαρκώνονται από δυο αξιόλογες ερμηνεύτριες.
Στο συγκλονιστικό, δυνατό φινάλε του έργου, οι ηρωίδες έχουν κουραστεί να πολεμάνε για να αποδείξουν την αξία τους σε αυτήν την κοινωνία κι αρχίζουν να καταστρέφουν τα πάντα γύρω τους και μέσα τους. Ποιος άραγε θα νικήσει σε αυτήν τη σκληρή μάχη; Ο ρεαλισμός ή η φαντασία; Η καρδιά ή το μυαλό; Επίσης, τι πραγματικά συνέβη την ημέρα που συνέλαβαν την Καμίλ στο ατελιέ; Είναι τα πράγματα όπως τα περιέγραψε η γλύπτρια ή συνέβη κάτι άλλο;
Τo «Camille Claudel Mudness» είναι μια δυνατή, έντονη συναισθηματικά, ρεαλιστική παράσταση, με έξυπνες εναλλαγές σκηνών, σωστή σκηνοθεσία, γρήγορο ρυθμό, αφαιρετικά και ταυτόχρονα λειτουργικά σκηνικά και ζωντανή μουσική που συγχρονίζεται με τις αυξομειώσεις των συναισθημάτων και ακολουθεί την ένταση του έργου (προσεκτική και βιρτουόζα η Μαρίνα Χρονοπούλου στο δύσκολο αυτό έργο, προσέξτε τη σιωπηλή ερμηνεία της όταν ετοιμάζει τη σκηνή για να παιχτεί το έργο).
Με έβαλε σε σκέψεις, με κλόνισε, με συγκίνησε και μου δημιούργησε έντονα συναισθήματα. Ευχαριστώ από καρδιάς όλους τους συντελεστές γι’ αυτό!
Τo «Camille Claudel Mudness» είναι μια δυνατή, έντονη συναισθηματικά, ρεαλιστική παράσταση, με έξυπνες εναλλαγές σκηνών, σωστή σκηνοθεσία, γρήγορο ρυθμό, αφαιρετικά και ταυτόχρονα λειτουργικά σκηνικά και ζωντανή μουσική που συγχρονίζεται με τις αυξομειώσεις των συναισθημάτων και ακολουθεί την ένταση του έργου (προσεκτική και βιρτουόζα η Μαρίνα Χρονοπούλου στο δύσκολο αυτό έργο, προσέξτε τη σιωπηλή ερμηνεία της όταν ετοιμάζει τη σκηνή για να παιχτεί το έργο).
Με έβαλε σε σκέψεις, με κλόνισε, με συγκίνησε και μου δημιούργησε έντονα συναισθήματα. Ευχαριστώ από καρδιάς όλους τους συντελεστές γι’ αυτό!
Συντελεστές:
Κείμενο: Γιάννης Λασπιάς
Σκηνοθεσία: Πάνος Κούγιας
Σκηνικά-κοστούμια: Τζίνα Ηλιοπούλου, Λίνα Σταυροπούλου
Μουσική: Μαρίνα Χρονοπούλου
Video: Βάσω Μιχαλοπούλου
Φωτογραφίες: Βασίλης Μακρής
Επικοινωνία: Le Canard qui Parle
Παίζουν:
Μάνια Παπαδημητρίου (Camille Claudel),
Αγγελική Καρυστινού (Constance Pascal),
Μαρίνα Χρονοπούλου (πιανίστρια)
Κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00 στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ, Κεφαλληνίας 17 & Κυκλάδων, Κυψέλη, 2108656004, 2108679535
Περισσότερες παραστάσεις στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ