Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Α.Α.: Κατ’ αρχήν η ανάγκη να συνεχίσω να γράφω ιστορίες, γιατί χρησιμοποιώ το χιούμορ, τη σάτιρα και τον σαρκασμό θεραπευτικά. Αλλιώς, θα έπρεπε να χαπακώνομαι καθημερινά για να γλιτώσω από το εγκεφαλικό. Κατόπιν, σημαντικό ρόλο παίζει ο ήρωας του βιβλίου, στην προκειμένη περίπτωση, ο Τζακ Ντέιντζερ. Πάντα ξεκινάω περιγράφοντας τον ήρωα και το περιβάλλον στο οποίο τον φαντάζομαι, κι αν μ’ αρέσει αρχίζω να εξελίσσω την ιστορία. Με τον Τζακ γοητεύτηκα τόσο πολύ, που τώρα γράφω την επόμενη περιπέτειά του.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Α.Α.: Να βγει μια νύχτα ασέληνη σε ένα πάρκο και να ανοίξει στην τύχη μια σελίδα του βιβλίου. Εκεί θα βρει τη λύση σε όλα τα προβλήματά του. Αλλιώς, να βρει μια δουλειά με περισσότερα λεφτά και να απομακρύνει όσους του σπάνε τα ούμπαλα.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Α.Α.: Θα πηγαίναμε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης για τρεις ιουλιάτικες μέρες. Ο Τζακ απεχθάνεται τις μεγάλες μετακινήσεις. Αν εκεί που πρέπει να πάει είναι μακρύτερα από εφτά στάσεις του αστικού λεωφορείου, παίρνει μαζί του το διαβατήριο.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
(...)
Ο τύπος με τα μυωπικά γυαλιά που περίμενε με ολοφάνερη ανυπομονησία στην πόρτα του γραφείου μου συνοδευόταν από έναν τροφαντούλη με κοιλίτσα, που κρατούσε σφιχτά στο στήθος του μια βαλιτσούλα εγγράφων -έναν χαρτοφύλακα Tumi Tegra, γκρι με δύο σκούρες φουξ λωρίδες κοντά στις άκρες, που πρέπει να κόστιζε όσο και το ενοίκιο του γραφείου μου για τρία χρόνια. Δερμάτινη επένδυση εσωτερικά, κρυφός πάτος, σύστημα χειροπέδας, αλεξίσφαιρος, εξαιρετικά περιορισμένη παραγωγή. Σφίχτηκα. Τίποτα δε φωνάζει πιο δυνατά «έχω κάτι πολύτιμο να κρύψω» από έναν χαρτοφύλακα Tumi Tegra.
Πήγα στην κουπαστή της σκάλας και αφουγκράστηκα για κάποια κίνηση. Τίποτα. Απόλυτη ησυχία.
«Ο κύριος Ντέιντζερ;» ρωτάει ο ανυπόμονος. Μπήκα στον πειρασμό να του πω ότι όχι, ήμουν ένας κοινός μπουκαδόρος κι αυτοί μου χάλαγαν τα σχέδια. Συγκρατήθηκα κι αντί γι’ απάντηση έβγαλα τα κλειδιά και ξεκλείδωσα την πόρτα. Η πελατεία ακολούθησε.
Ξανακλείδωσα. Θυμήθηκα ότι το δικό μου γραφείο έμοιαζε βομβαρδισμένο μετά τη θεαματική κατάρρευση της καρέκλας μου, έτσι προχώρησα στο γραφείο της Τζέλας και έκανα νόημα στους επισκέπτες να κάτσουν στις καρέκλες που έσυρα απ’ το προχόλ και οι οποίες απείχαν πολύ από το να τις λες αναπαυτικές. Έριξα το τέιζερ στο συρτάρι.
(...)
Το μυθιστόρημα του Άμοιρου Ακροβατίδη, Που-Σου-Κού στη Σαλονίκη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
Στο οπισθόφυλλο:
Ο Τζακ Ντέιντζερ, ντετέκτιβ της Θεσσαλονίκης με ειδικότητα στις χαμένες γάτες και τους απατημένους συζύγους, αναλαμβάνει μια υπόθεση εξαφάνισης που αποδεικνύεται πιο περίπλοκη απ’ όσο περίμενε…
Όμως ο Τζακ, ως γνήσιος θεσσαλονικιός από τη Σύρο, έχει εμπιστοσύνη στους φίλους και τους συνεργάτες του, αλλά κυρίως στην ίδια πόλη, όπου όλα όσα συμβαίνουν καταγράφονται στη μνήμη της και περιμένουν να αποκαλυφθούν σ’ αυτόν που ξέρει να ψάχνει.
Ο Άμοιρος Ακροβατίδης ζει στη Θεσσαλονίκη και το απολαμβάνει! Ανακάλυψε την κωμωδία το 2014 και από τότε δε σταμάτησε να γελάει, αναγνωρίζοντας την κωμική ουσία μέσα στο μηχανιστικό και άσκοπο της ύπαρξης. Παρ’ όλ’ αυτά, γράφει καθημερινά σαν να πρόκειται να πληρωθεί κάποτε γι’ αυτό. Το ΠΟΥ-ΣΟΥ-ΚΟΥ ΣΤΗ ΣΑΛΟΝΙΚΗ είναι το δεύτερο βιβλίο του!