Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Σ.Σ.: Το Μαύρο κουτί είναι ποιητική συλλογή, αποτελούμενη από 34 ποιήματα. Ώθηση για να γράψει κανείς ποίηση δίνει η ψυχή του. Περαιτέρω, στην έκδοση της συλλογής συνέβαλαν ως επί το πλείστον οι παραινέσεις των φίλων μου. Η ποίηση τελικά δεν πρέπει να μένει κλεισμένη σε συρτάρια, γιατί δεν είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Σ.Σ.: Μαύρο.
Έκανα την ίδια ερώτηση και σε όσους φίλους διάβασαν το βιβλίο μου και όλοι μου έδωσαν αυτή τη λέξη ως απάντηση. Θέλω όμως να πω δυο πράγματα γι΄ αυτό. Το μαύρο δεν είναι το χρώμα της θλίψης, όπως έχει επικρατήσει στην αντίληψη των περισσοτέρων ανθρώπων. Δεν είναι καν χρώμα, είναι έλλειψη χρώματος, ακριβώς επειδή αυτό που βλέπουμε εμείς μαύρο είναι ένα σώμα που απορροφά όλη την ακτινοβολία που πέφτει πάνω του, όλα τα μήκη κύματος του φωτός, αφήνοντας ελάχιστο φως να ανακλαστεί. Τι θέλω όμως να πω με αυτό. Το μαύρο έχει τον συμβολισμό του. Στην ποίησή μου το μαύρο κουτί είναι αφενός ένα σώμα τρόπον τινά που απορροφά ερεθίσματα, βιώματα, εικόνες, γεγονότα, σκέψεις, την εν γένει πραγματικότητα, όπως ένα πραγματικό μαύρο κουτί θα απορροφούσε όλα τα μήκη κύματος του φωτός, και ανακλά ποίηση, όπως το πραγματικό μαύρο κουτί θα ανακλούσε λίγο φως. Τόσο, όσο χρειάζεται, για να είναι ορατό. Αφετέρου, επέλεξα το μαύρο και για έναν ακόμη λόγο. Τα χρώματα είναι μια λειτουργία του ανθρώπινου μυαλού και όχι μια θεμελιώδης ιδιότητα των αντικειμένων, και άρα το μαύρο δεν είναι μαύρο, αλλά εμείς το βλέπουμε ως μαύρο. Αναλόγως και η πραγματικότητα, όπως τα μαύρα αντικείμενα, έχει μέσα της όλες τις αποχρώσεις. Στο χέρι μας λοιπόν είναι να αντιληφθούμε τι υπάρχει πίσω από ένα απλό μαύρο κουτί, ή πίσω από μια κατάσταση που την βλέπουμε μαύρη και φυσικά στην ποίηση τι κρύβεται για τον καθένα χωριστά πίσω από τις λέξεις.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Σ.Σ.: Νομίζω ότι οι αναγνώστες της λογοτεχνίας και της ποίησης δεν χρειάζονται συμβουλές και εγχειρίδια χρήσεως. Όπως μπορούν να επιλέγουν τι θα διαβάσουν, έτσι επιλέγουν και πως θα διαβάσουν. Από κει και πέρα μπορεί να ακολουθήσει μια γόνιμη συνομιλία μεταξύ δημιουργού κι αναγνώστη ή κριτικού.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Σ.Σ.: Επειδή δεν είμαι και τόσο φίλη των ταξιδιών και προτιμότερη έννοια για μένα είναι ο προορισμός, θα έλεγα ότι θα πηγαίναμε όπου ο καθείς νιώθει ότι ανήκει, στο μέρος εκείνο που είναι ο προορισμός του.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Σ.Σ.:
Πασχίζουν να μιλήσουν οι μικροί άνθρωποι
ανάμεσα στ΄αναφιλητά τους
να καταλάβεις τι λένε
είναι το ζητούμενο.
[...]
Αυτοί είναι οι πρώτοι στίχοι από το ποίημά μου «Ολοϋστερινός ολοφυρμός».
Πάσχουμε σήμερα, νομίζω, οι άνθρωποι τόσο στο να εκφραστούμε, όσο και στο να επικοινωνήσουμε ουσιαστικά μεταξύ μας.
Η ποιητική συλλογή της Σίσης Σιακαβάρα, Το μαύρο κουτί, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
Μόνοι
Ψυχές κατάμονες
αθλίως προϊστάμενες
μοναχικών Σαββατοκύριακων
κλαίουσες και ευαίσθητες
κλείνουν παραθυρόφυλλα
προς ασφάλεια
των μετρίου αναστήματος
εγωδικών τους πραγμάτων
των με κόπο συλλεχθέντων
και με ιδρώτα κεκτημένων.
Ψίχουλα και γράμματα
κλωστές, άχυρα και κονιορτός
και κατόπιν αέρας στεγνωμένος
μοριοδοτεί τις κλειδαριές τους
προς απομάκρυνση των
εκτός των τειχών κινδύνων
και πάντων των ανθρώπων
καθώς πίνουν τσάι
κρατώντας το λεπτό χεράκι
της αγνής πορσελάνης
με τα χονδρά τους δάκτυλα.
Η Σίση Σιακαβάρα ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Το Μαύρο κουτί» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή που εκδίδεται, ενώ ποιήματα της έχουν δημοσιευθεί στον ηλεκτρονικό τύπο. Διατηρεί το προσωπικό ιστολόγιο «Το κουτί» και ασχολείται επίσης με τη φωτογραφία και τα εικαστικά.