«Αντίο δεν είπα, ακόμη ζω» τιτλοφορείται το νέο σας βιβλίο και πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων. Μας έχετε συνηθίσει σε λογοτεχνικά ταξίδια που κρύβουν εκπλήξεις, ανατροπές, εξομολογήσεις, ερωτισμό και ρεαλισμό. Τι να περιμένουμε σε αυτό το βιβλίο;
Γ.Τ.: Να περιμένετε έντεκα ιστορίες καθημερινών ηρώων, γραμμένες από κάποιον που απλώς γράφει ιστορίες· αν σας αρέσουν οι γρίφοι, τότε στα σύμβολα μιας ιστορίας θα βρείτε κρυμμένη ακόμα μία. Εγώ από την άλλη, περιμένω να περάσετε καλά διαβάζοντάς το, αυτό θα μου αρκεί.
Ο τίτλος του αποτελεί κάτι παραπάνω από έναν τίτλο βιβλίου;
Γ.Τ.: Το βιβλίο αυτό έχει κυκλοφορήσει άλλες δυο φορές με άλλους τίτλους και ήταν εξαντλημένο χρόνια. Στη σημερινή του μορφή και με αυτό τον τίτλο, πρόκειται για κάτι το προσωπικό που θέλω να κοινωνήσω με τον κόσμο, κυρίως επειδή τους ανθρώπους που με διαβάζουν δεν τους βλέπω ως αναγνώστες αλλά ως φίλους μου.
Ταυτίζεστε περισσότερο με εκείνες τις ιστορίες που ολοκληρώνονται σε μια σελίδα ή αυτές που επεκτείνονται σε τόμο;
Γ.Τ.: Εκ πρώτης με εκείνες που περνάω καλά γράφοντάς τες και με όσες λένε την αλήθεια. Αγαπώ την αλήθεια, την ευθύτητα και την ειλικρίνεια (αλλά μάλλον ζω στο συννεφάκι μου κι εγώ!). Έγραφα πάντοτε σύντομες ιστορίες, διηγήματα και νουβέλες, και αυτό που έμαθα μέσα από τη διαδικασία είναι ότι τα διηγήματα δεν συγχωρούν λάθη που μπορείς εύκολα να κρύψεις μέσα σε ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα.
Στο οπισθόφυλλο γράφετε ότι οι ιστορίες του βιβλίου εμπνεύστηκαν από δύσκολες, σκοτεινές και μοναχικές μέρες και νύχτες. Μήπως, εντέχνως θέλουμε να κρατάμε τις δημιουργικές στιγμές που πηγάζουν από τα ζόρια μας;
Γ.Τ.: Εντέχνως ή μη, το γεγονός είναι πως για όλους μας έρχονται κάποτε τέτοιες μέρες και νύχτες. Η σκέψη ενός ανθρώπου λειτουργεί ανάλογα με τις εμπειρίες και τα βιώματά του (ενίοτε και με τη νοημοσύνη του!). Ετούτες οι ιστορίες έρχονται από πολύ παλιά (κάποιες μετρούν και είκοσι χρόνια πίσω), εποχές που η σκέψη μου λειτουργούσε διαφορετικά για πολλούς λόγους. Σήμερα, εφόσον η σκέψη μου άλλαξε, άλλαξαν και οι ιστορίες, γράφτηκαν από την αρχή με κάμποσες αλλαγές, διορθώσεις και διαγραφές.
Περιλαμβάνονται και αυτοβιογραφικές ιστορίες στο βιβλίο;
Γ.Τ.: Είναι όλες τους αυτοβιογραφικές, ακόμη κι εκείνες που μιλούν μεταφορικά για ένα τραγικό ή ένα όμορφο γεγονός. Υπάρχει μια εισαγωγή στην αρχή του βιβλίου που εξηγεί μερικά πράγματα που αφορούν σε εμένα και τη συγγραφή, και μερικές σελίδες στο τέλος που μιλούν για το πώς, το πού, και το πότε έγραψα την κάθε ιστορία. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος ύπαρξης ολόκληρης ετούτης της έκδοσης...
Είναι το τρίτο βιβλίο σας από τις εκδόσεις Ωκεανίδα που στο εξώφυλλό του βλέπουμε ένα χέρι. Τι σημαίνει για εσάς μια τέτοια επιλογή;
Γ.Τ.: Τα χέρια (μαζί με τον εγκέφαλο) είναι τα χρησιμότερα αλλά και τα επικινδυνότερα μέλη του ανθρωπίνου σώματος. Άλλοτε δημιουργούν και άλλοτε καταστρέφουν. Κάποια στηρίζουν, ενίοτε σπρώχνουν, μερικά σκοτώνουν κιόλας. Μερικά σου δίνουν ένα ποτήρι νερό, άλλα σου κλέβουν τη χαρά. Στην περίπτωση του εξωφύλλου, αφήνω την εξήγηση ανοιχτή προς κρίση του καθενός... άλλωστε ο αναγνώστης ξέρει πάντοτε καλύτερα.
Ξαναδιαβάζοντας τη συνέντευξη, παρατήρησα πως αλλάξατε τις ερωτήσεις που σας έκανα, οριοθετώντας μόνο μία ερώτηση τη φορά. Ο λόγος ύπαρξης των ειδικά επτά ερωτήσεων πού αποσκοπεί;
Γ.Τ.: Δε σας κρύβω πως φλέρταρα πολύ με το αν θέλω ή όχι να δώσω συνεντεύξεις ξανά. Δε νομίζετε κι εσείς πως στο παρελθόν μιλούσα πάρα πολύ; Εγώ αυτό νομίζω! Τελευταία είμαι οπαδός των λίγων λέξεων (ας ελπίσουμε να διατηρηθεί και στο μέλλον αυτό!). Το επτά μου αρέσει ως αριθμός. Εκτός αυτού, είναι συνδεδεμένο αδιάρρηκτα πλέον τόσο με τη ζωή μου όσο και με αυτό το βιβλίο... όμως αυτό, είναι κάτι που θα το ανακαλύψει όποιος το διαβάσει.
Η συλλογή διηγημάτων του Γεώργιου Τζιτζικάκη, «Αντίο δεν είπα, ακόμη ζω», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανίδα.
Στο οπισθόφυλλο γράφει:
Έντεκα ιστορίες, εμπνευσμένες όλες από ημέρες και νύχτες δύσκολες, σκοτεινές και μοναχικές. Ιστορίες για τον έρωτα και την αγάπη, τη νοσταλγία και την απώλεια, για τους θανάτους που βιώνεις στη ζωή και για τις φορές που βρέθηκες ένα βήμα πιο κοντά στην τρέλα.
Κάποιες πηγάζουν από γνωριμίες με αλλόκοτους ανθρώπους, άλλες είναι βαθιά εξομολογητικές και μερικές υπαγορευμένες εξ ολοκλήρου από τη φωνή που μιλάει μέσα στο κεφάλι κάθε ανθρώπου. Όπως και να έχει, σας κοιτάζουν κατάματα δίχως να επιχειρούν να σας αποδείξουν κάτι· θέλουν μονάχα να σας διηγηθούν μια ιστορία, ψιθυρίζοντάς σας πως υπάρχει και αυτή η εκδοχή της.
Υπάρχουν ιστορίες που προορίζονται να ολοκληρωθούν σε μονάχα μια σελίδα, άλλες που γίνονται ολόκληρο βιβλίο, και ορισμένες που δε συμβιβάζονται ποτέ με το αποτέλεσμά τους, λες και σκοπό τους έχουν κάθε φορά που τις διαβάζεις να σου φωνάξουν: «Θα μπορούσες να με έχεις γράψει και καλύτερα!»
Περισσότερα: