Στο θέατρο Αργώ -ιδιαίτερα αγαπημένο θέατρο για μένα, αφού εκεί στεγάζεται τα τελευταία χρόνια η ερασιτεχνική θεατρική ομάδα «Τα παιδία παίζει», που τα μέλη της είναι φίλοι μου καλοί- θα δείτε την παράσταση «Η αγάπη άργησε μια μέρα», βασισμένη στο μυθιστόρημα της μεγάλης Λιλής Ζωγράφου. Η Λιλή Ζωγράφου υπήρξε αντισυμβατική, φεμινίστρια, φιλελεύθερη, δημοκρατική, εξαιρετικά μορφωμένη η ίδια. Φυλακίστηκε στη διάρκεια της κατοχής για την αντιστασιακή της δράση και μέσα στη φυλακή γέννησε την κόρη της. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και συγγραφέας, έγραψε μυθιστορήματα, δοκίμια, διηγήματα. Στην εφηβική μου ηλικία είχα διαβάσει το βιβλίο της «Η γυναίκα σου, η αλήτισσα» και θυμάμαι έως τώρα την εντύπωση που μου είχε κάνει, είχα συγκαταλέξει τότε την συγγραφέα ως μια από τις αγαπημένες μου Ελληνίδες συγγραφείς. Ίσως γιατί εξέφραζε την επαναστατικότητά μου.
Στο «Η αγάπη άργησε μια μέρα» βλέπουμε μια οικογένεια σε ένα χωριό της Κρήτης. Ο πατέρας -ένας υποδηματοποιός- πεθαίνει, αφήνοντας πίσω του την χήρα του, τρεις γιους και πέντε κόρες. Τα αγόρια φεύγουν γρήγορα από την πατρική εστία, ψάχνοντας το μέλλον τους. Ο μεγάλος γιος μεταναστεύει στο Παρίσι, όπου καταφέρνει να γίνει πλούσιος και πετυχημένος. Οι άλλοι δυο γιοι γίνονται δημόσιοι υπάλληλοι, σε στρατιωτικές υπηρεσίες, λύνοντας το πρόβλημα επιβίωσής τους. Στο σπίτι μένει η μάνα με τις πέντε κόρες. Η μία κόρη είναι αυτιστική και προσπαθούν να την κρύψουν από τα μάτια της κοινωνίας για να μην… στιγματιστεί η οικογένεια και μείνουν ανύπαντρες οι υπόλοιπες!! Η πρωτότοκη κόρη είναι μια ανέραστη, αυταρχική και δεσποτική γυναίκα, που περιμένει να γνωρίσει τον σπουδαίο γαμπρό. Η νεότερη κόρη είναι πανέμορφη και γεμάτη ζωή. Στην διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, ένας Ιταλός φαντάρος κρύβεται στο υπόγειο του σπιτιού τους και η νεότερη κόρη, η Ερατώ, τον ερωτεύεται και συνάπτει σχέσεις μαζί του. Μένει έγκυος μαζί του, η μάνα το καταλαβαίνει και για να μην στιγματιστεί η τιμή τους, παρουσιάζει το μωρό ως δικό της στερνοπαίδι. Η πρωτότοκη αδελφή, η Ασπασία, επεμβαίνει και επιβάλει τον δικό της νόμο στο σπίτι τους: η Ερατώ απαγορεύεται από εδώ και πέρα να μεγαλώνει το ίδιο της το παιδί, θα το μεγαλώσει η ίδια ηθικά αφού η μικρότερη αδελφή της είναι πόρνη. Η Ασπασία ζηλεύει την Ερατώ επειδή ερωτεύτηκε, επειδή είναι ομορφότερη και πιο ελεύθερη, επειδή κατάφερε να ζήσει, όσα η ίδια δεν θα μπορέσει ποτέ να ζήσει.
Τα χρόνια φεύγουν, το παιδί, η Αμαλία, μεγαλώνει ως παιδί της γιαγιάς του. Η μιζέρια και η απομόνωση κυριαρχεί στο σπίτι με τις επτά γυναίκες. Μια από τις μεσαίες αδελφές καταφέρνει να ξεφύγει από το πατρικό, είναι δασκάλα και υπηρετεί στο διπλανό χωριό, παντρεύεται έναν συνάδελφό της στα κρυφά και φεύγει. Η Ασπασία την αποκληρώνει, ως μεγαλύτερη από όλες, διεκδικεί τα πρωτοτόκια στον γάμο και την ευτυχία και ζηλεύει αφόρητα την ευτυχία των άλλων αδελφών. Η μάνα πεθαίνει. Η κόρη της Ερατώς μεγαλώνει σύμφωνα με τα πρότυπα της Ασπασίας, που την παντρεύει με έναν ηλικιωμένο, σεξουαλικά ανίκανο επιθεωρητή σχολείων. Η Αμαλία δέχεται τα πάντα, φτάνει να απομακρυνθεί από την δεσποτική Ασπασία. Προσπαθεί να ευτυχίσει σε έναν λευκό γάμο, αναγκάζεται να αποκτήσει εραστές και να κάνει μαζί τους παιδιά, προσπαθεί να ολοκληρωθεί ως γυναίκα. Στο μεταξύ η Ερατώ κάνει έναν αποτυχημένο γάμο με έναν δικηγόρο και χωρίζει. Η Ασπασία θα πεθάνει από καρκίνο, έρημη και μόνη, την ίδια ημέρα που η Ερατώ θα αποφασίσει να αυτοκτονήσει.
Επειδή τα καλά μυθιστορήματα τελειώνουν ως ελληνικές τραγωδίες, ο Ιταλός εραστής και μεγάλος έρωτας της Ερατώς, που συμπτωματικά είναι φίλος με τον αδελφό της που ζει στο Παρίσι, θα την αναζητήσει μία μέρα μετά την αυτοκτονία της. Ο Ιταλός φαντάρος είχε μείνει ανύπαντρος σε όλη του τη ζωή περιμένοντας αυτήν. Η ιστορία ακούγεται λίγο παλιομοδίτικη στις μέρες μας λόγω των ξεπερασμένων ηθών· στις δεκαετίες όμως του 1940, του 1950 και του 1960 όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι συνηθισμένες καταστάσεις. Σύμφωνα με τα έθιμα όλης της Ελλάδας σχεδόν, έπρεπε πρώτα να παντρευτεί η μεγάλη αδελφή και μετά οι μικρότερες. Έπρεπε να δοθεί προίκα, να εγκριθεί το συνοικέσιο από τις δύο οικογένειες, δεν μιλάμε καν για έρωτα στις επαρχίες. Ο πατέρας αφέντης θα αποφάσιζε για την τύχη των θηλυκών, ακόμα και των αρσενικών. Η μάνα στην εν λόγω ιστορία είναι μια δυστυχισμένη γυναίκα, που της πάντρεψαν χωρίς την συγκατάθεσή της στα δεκαέξι της χρόνια. Σχεδόν χαίρεται με τον θάνατο του ανδρός της. Δεν έχει καμία εξουσία ούτε καν στα παιδιά της. Με τον θάνατο του πατέρα, αναλαμβάνει τα ηνία η πρωτότοκη Ασπασία, που λόγω ιδιοσυγκρασίας είναι δεσποτική και ζηλόφθων.
Τα χρόνια φεύγουν, το παιδί, η Αμαλία, μεγαλώνει ως παιδί της γιαγιάς του. Η μιζέρια και η απομόνωση κυριαρχεί στο σπίτι με τις επτά γυναίκες. Μια από τις μεσαίες αδελφές καταφέρνει να ξεφύγει από το πατρικό, είναι δασκάλα και υπηρετεί στο διπλανό χωριό, παντρεύεται έναν συνάδελφό της στα κρυφά και φεύγει. Η Ασπασία την αποκληρώνει, ως μεγαλύτερη από όλες, διεκδικεί τα πρωτοτόκια στον γάμο και την ευτυχία και ζηλεύει αφόρητα την ευτυχία των άλλων αδελφών. Η μάνα πεθαίνει. Η κόρη της Ερατώς μεγαλώνει σύμφωνα με τα πρότυπα της Ασπασίας, που την παντρεύει με έναν ηλικιωμένο, σεξουαλικά ανίκανο επιθεωρητή σχολείων. Η Αμαλία δέχεται τα πάντα, φτάνει να απομακρυνθεί από την δεσποτική Ασπασία. Προσπαθεί να ευτυχίσει σε έναν λευκό γάμο, αναγκάζεται να αποκτήσει εραστές και να κάνει μαζί τους παιδιά, προσπαθεί να ολοκληρωθεί ως γυναίκα. Στο μεταξύ η Ερατώ κάνει έναν αποτυχημένο γάμο με έναν δικηγόρο και χωρίζει. Η Ασπασία θα πεθάνει από καρκίνο, έρημη και μόνη, την ίδια ημέρα που η Ερατώ θα αποφασίσει να αυτοκτονήσει.
Επειδή τα καλά μυθιστορήματα τελειώνουν ως ελληνικές τραγωδίες, ο Ιταλός εραστής και μεγάλος έρωτας της Ερατώς, που συμπτωματικά είναι φίλος με τον αδελφό της που ζει στο Παρίσι, θα την αναζητήσει μία μέρα μετά την αυτοκτονία της. Ο Ιταλός φαντάρος είχε μείνει ανύπαντρος σε όλη του τη ζωή περιμένοντας αυτήν. Η ιστορία ακούγεται λίγο παλιομοδίτικη στις μέρες μας λόγω των ξεπερασμένων ηθών· στις δεκαετίες όμως του 1940, του 1950 και του 1960 όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι συνηθισμένες καταστάσεις. Σύμφωνα με τα έθιμα όλης της Ελλάδας σχεδόν, έπρεπε πρώτα να παντρευτεί η μεγάλη αδελφή και μετά οι μικρότερες. Έπρεπε να δοθεί προίκα, να εγκριθεί το συνοικέσιο από τις δύο οικογένειες, δεν μιλάμε καν για έρωτα στις επαρχίες. Ο πατέρας αφέντης θα αποφάσιζε για την τύχη των θηλυκών, ακόμα και των αρσενικών. Η μάνα στην εν λόγω ιστορία είναι μια δυστυχισμένη γυναίκα, που της πάντρεψαν χωρίς την συγκατάθεσή της στα δεκαέξι της χρόνια. Σχεδόν χαίρεται με τον θάνατο του ανδρός της. Δεν έχει καμία εξουσία ούτε καν στα παιδιά της. Με τον θάνατο του πατέρα, αναλαμβάνει τα ηνία η πρωτότοκη Ασπασία, που λόγω ιδιοσυγκρασίας είναι δεσποτική και ζηλόφθων.
Ο σκηνοθέτης Ένκε Φεζολλάρι καταφεύγει στην λύση της διήγησης. Όταν έχεις να σκηνοθετήσεις στη σκηνή ενός θεάτρου ένα μυθιστόρημα τόσων σελίδων αναγκαστικά καταφεύγεις σε αυτήν τη λύση. Οι επτά πρωταγωνίστριες μοιράζονται όλους τους ρόλους του έργου, ακόμα και τους ανδρικούς. Διηγούνται σε εμάς αυτά που δεν μπορούν να αποδοθούν αλλιώς θεατρικά. Αυτό το είδος σκηνοθεσίας το είδα φέτος και στην τριλογία των έργων του Τσίρκα «Ακυβέρνητες πολιτείες».
Τα σκηνικά του Γιώργου Λυντζέρη είναι φτιαγμένα σίγουρα σε κοινή απόφαση με τον σκηνοθέτη: ένα σκευοφυλάκιο οστών με καντηλάκια, που θέλει να δώσει την βαριά ατμόσφαιρα του πατρικού σπιτιού. Όλες οι πρωταγωνίστριες είναι ντυμένες στα μαύρα: χρώμα πένθους για τον χαμό του πατέρα αλλά και των προσδοκιών τους. Ο φωτισμός είναι υπέροχος και τον υπογράφει η Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου: σκιές παντού, κεριά και φωτισμοί έντονοι στις εξομολογήσεις.
Στον ρόλο της μάνας θα δείτε την Αιμιλία Υψηλάντη, σε μια ταπεινή και κουτοπόνηρη προσέγγιση του ρόλου, απόλυτα ταιριαστή με την ηρωίδα της. Ως πρωτότοκη, ανέραστη κόρη η Αθηνά Τσιλύρα, καταφέρνει να δώσει στους θεατές την σκληρότητα και την μιζέρια σε βαθμό γελοίου. Τραγική φιγούρα η Κατερίνα Μισοχρόνη ως Ερατώ, ως το alter ego της συγγραφέως, ως της νέας γυναίκας που ξεφεύγει από τις παλιές αξίες και ζει τη ζωή της, έστω και για λίγες ημέρες! Επίσης τραγική φιγούρα η Μαρία Αποστολακέα ως αυτιστική κόρη, καλοκάγαθη και καταδικασμένη από τη φύση και την κοινωνία. Τραγική η Μυρτώ Γκόνη στον ρόλο της Αμαλίας, της νέας κοπέλας που προσπαθεί να βρει νόημα και ευτυχία στη ζωή της. Η Βασιλική Διαλυνά και η Μαρία Καρακίτσου έχουν τους ρόλους των δύο μεσαίων αδελφών, η μία από αυτές (Μαρία Καρακίτσου) παντρεύεται τον συνάδελφο και ευτυχεί με την έννοια ότι φτιάχνει τη δική της οικογένεια και ξεφεύγει.
Συντελεστές:
Συγγραφέας: Λιλή Ζωγράφου
Διασκευή: Ένκε Φεζολλάρι
Σκηνοθέτης: Ένκε Φεζολλάρι
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Πρωτότυπη Μουσική: Γιώτα Κοτσέτα
Δραματουργική επεξεργασία: Ναταλί Μηνιώτη
Βοηθός σκηνοθέτη: Δάφνη Λιανάκη
Φωτογραφίες: Πάνος Μαζαράκης
Ερμηνεύουν: Αιμιλία Υψηλάντη, Αθηνά Τσιλύρα, Κατερίνα Μισιχρόνη, Μυρτώ Γκόνη, Μαρία Καρακίτσου, Βασιλική Διαλυνά, Μαρία Αποστολακέα
Στο Θέατρο Αργώ, Ελευσινίων 15, Αθήνα, 2105201684