Έτσι λοιπόν, και ο Χαράλαμπος (Μπάμπης) Άννινος μάς προσφέρει μια απολαυστική νουβέλα για τις γάτες. Ο Μπάμπης Άννινος, γνωστός Κεφαλλονίτης συγγραφέας, δημοσιογράφος και ποιητής, ιδιαίτερα δημοφιλής στην εποχή του για το καυστικό του χιούμορ αλλά και για τις παροιμιώδεις φράσεις του (τρέχα γύρευε και Νικολό καρτέρει), ασχολείται και με τις γάτες! Γράφει λοιπόν την νουβέλα «Ο γάτος της γειτόνισσας», που κυκλοφορεί σήμερα από τις εκδόσεις Πατάκη.
Ένας γάτος -αγνώστου πατρός- γεννιέται σε μια πόλη· όλοι οι κάτοικοι χαίρονται και γιορτάζουν τη γέννησή του. Τον ονομάζουν Μούρτζουφλο, καθόλου τυχαίο το όνομά του αφού παραπέμπει στον Βυζαντινό αυτοκράτορα, Αλέξιο Ε' Μούρτζουφλο, τραγικό πρόσωπο στην περίοδο της Α Άλωσης της Κωνσταντινούπολης και της Λατινοκρατίας. Έτσι λοιπόν και ο ήρωάς μας, ο Μούρτζουφλος, θα έχει μια τραγική ιστορία. Παρά τις ενθουσιώδεις ιαχές για τη γέννησή του, η κλειστή κοινωνία γύρω του, θα δυσανασχετήσει με τα καμώματά του και με τις πολλές αταξίες του. Και δεν θα αργήσει η στιγμή που θα φορτώσουν πάνω του όλα τα στραβά κι ανάποδα που συμβαίνουν. Ο γάτος με το τραγικό όνομα θα κατηγορηθεί για απίθανα πράγματα: βομβιστικές ενέργειες, ανατροπές πολιτευμάτων, πείνα, δυστυχία και πολέμους. Για όλα θα φταίει ο άτακτος γάτος. Οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να επιρρίψουν ευθύνες κάπου, να δικαιολογήσουν τα ανεξήγητα, να μην κατηγορηθούν οι ίδιοι για τα τεκταινόμενα, ψάχνουν και βρίσκουν τον λεγόμενο «αποδιοπομπαίο τράγο» και στην περίπτωσή μας, είναι εντελώς αδύνατο να έχει διαπράξει όλα αυτά τα εγκλήματα ο καημένος ο Μούρτζουφλος. Παρόλα αυτά κατηγορείται ομόφωνα. Ίσως γιατί στις δύσκολες στιγμές ζητάμε εναγωνίως ένα εξιλαστήριο θύμα. Το θύμα είναι ο πιο αδύναμος, αυτός που είναι πιο εύκολο να κατηγορηθεί, αυτός που δεν μπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό του. Τελικά, μας είναι αδιάφορη η ταυτότητα του θύματος, αυτό που μας βολεύει είναι εμείς να μην επηρεαστούμε.
Το έργο έχει γραφτεί στην καθαρεύουσα και στην παράσταση ακολουθείται όσο γίνεται πιο πιστά η αρχική γλώσσα του κειμένου, με κάποιες προσμίξεις δημοτικής, που προήλθαν από τους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών κατά την διάρκεια των προβών. Εμένα προσωπικά δεν με ενόχλησε η σύμπραξη των δυο διαφορετικών τρόπων αφήγησης. Κυριαρχεί πάντως η καθαρεύουσα.
Την σκηνοθεσία υπογράφει η Σωτηρία Κολόζου, η οποία και πρωταγωνιστεί στην παράσταση. Η προσπάθεια που γίνεται είναι αξιέπαινη και εκ μέρους της σκηνοθέτιδος και εκ μέρους των άλλων τριών νέων ηθοποιών, παρόλα αυτά το τελικό αποτέλεσμα, απογοητεύει. Επί πέντε λεπτά βλέπουμε τους ηθοποιούς να βάφουν το πρόσωπό τους, για τουλάχιστον άλλα δύο λεπτά φοράνε τα ρούχα τους (κάποιες προβιές που υποτίθεται ότι τους προσδίδουν την γατίσια ιδιότητά τους), οι διάλογοι δεν έχουν συνοχή μεταξύ τους αλλά είναι σκόρπιες φράσεις... Πιο πολύ μοιάζει με μια μοντέρνα performance παρά με ένα έργο που έχει συνοχή: αρχή, μέση και τέλος. Ο συμβολισμός του έργου είναι επιτυχημένος και έξυπνος αλλά το τελικό αποτέλεσμα αφήνει τον θεατή ανικανοποίητο. Ακόμα και η τελική σκηνή της κορύφωσης, στην οποία η κοινωνία καίει και θυσιάζει το θύμα της, τον αποδιοπομπαίο τράγο, ως κοινωνό-θεατή με άφησε αδιάφορη: η λύση του να κάψουν ένα λούτρινο πράγμα, που δεν έμοιαζε καν με ζώο, σε μια χύτρα, δεν μου έφερε την αναμενόμενη συγκίνηση. Φυσικά όλοι οι ηθοποιοί, νέοι καλλιτέχνες που προσπαθούν για το καλύτερο, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, και για αυτό θα ήθελα να αναφέρω τα ονόματά τους: Βασίλης Ιερωνυμάκης, Κωνσταντίνα Μακρή, Ανδριάνα Αργυροκαστρίτη. Όλοι αυτοί δεν έχουν κάποιον συγκεκριμένο ρόλο, είναι τα μέλη μιας κοινωνίας που σχολιάζει τα τεκταινόμενα, είναι η κοινωνία που καταδικάζει τον γάτο Μούρτζουφλο.
Τα σκηνικά του Σπύρου Σεφεριάν, είναι σχεδόν ανύπαρκτα: κουτάκια πάνω στη σκηνή που οι ηθοποιοί χρησιμοποιούν ως αποθηκευτικούς χώρους για να αλλάξουν ρούχα και διαθέσεις. Πίσω από το σανίδι υπάρχει το γνωστό πλέον σε όλους μας βίντεο με σκηνές από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στιγμιότυπα από πολεμικά επίκαιρα παλαιότερων καιρών. Ο υποβλητικός φωτισμός είναι του Λάμπρου Παπούλια και συμβάλλει στην κάπως μυστικιστική ατμόσφαιρα του έργου.
Ταυτότητα:
Σκηνοθεσία: Σωτηρία Κολόζου
Σκηνικά: Σπύρος Σεφεριάν
Video: Νίκος Γιαννίκας
Φωτισμοί: Λάμπρος Παπούλιας
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ανδριάνα Αργυροκαστρίτη, Βασίλης Ιερωνυμάκης, Σωτηρία Κολόζου, Κωνσταντίνα Μακρή
Κάθε Πέμπτη στις 21:15 στον τεχνοχώρο CARTEL, αίθουσα Μηνάς Χατζησάββας, 6939898258