Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Η υπόθεση του ταλαντούχου ηθοποιού [2]

Μια περιπέτεια του Αντώνη Γιοφύρη

Γράφει ο Γιώργος Ζώτος
ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΘΥΜΑΤΟΣ
15 Ιουλίου 09:07

Η αστυνομία είχε σφραγίσει την πόρτα. Πουθενά δεν φαίνονταν ίχνη παραβίασης στην κλειδαριά. Υπήρχαν δύο διαμερίσματα ακόμα στον 3ο όροφο, ένα δεξιά που στο κουδούνι έγραφε 

Πολυξένη Τσιλιβίδου

κι ένα αριστερά που στο κουδούνι ξεχώριζαν μερικά γράμματα: 

MOΗΑMED AMSΕLΑΝ AM

Χτύπησα τα κουδούνια και στα δύο, κάτι που δεν ήταν και το πιο έξυπνο πράγμα στον κόσμο, γιατί αν ανοίγανε και οι δύο ταυτόχρονα, δεν θα ήξερα τι να πω. Ευτυχώς έπειτα από αρκετή ώρα, μόνο στο δεξιό διαμέρισμα εμφανίστηκε δειλά μισανοίγοντας την πόρτα μια ευτραφής κυρία. Στο κεφάλι της φορούσε έναν εντυπωσιακό ροζ φιόγκο.

-Παρακαλώ;
-Καλημέρα σας! Αντώνης Γιοφύρης λέγομαι. Ήθελα να σας ρωτήσω για το χθεσινό συμβάν…

Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και τότε σκέφτηκα ότι το ευτραφής που την είχα χαρακτηρίσει από το κεφάλι που ξεπρόβαλε ήταν πολύ κολακευτικό. Φορούσε μια πολύχρωμη ρόμπα με τον Ντάμπο το ελεφαντάκι να κάνει σέρφινγκ σε διάφορες φιγούρες και μικροσκοπικά ροζ πασουμάκια. Ο τεράστιος ροζ φιόγκος που στόλιζε το κατάξανθο μαλλί της πήγαινε πέρα δώθε σε κάθε κίνηση του κεφαλιού της. Πριν καν προλάβω να πω κάτι άλλο, η κυρία Πολυξένη με περιέλαβε:

-Από την αστυνομία είσαστε; Πολυξένη Τσιλιβίδου. Περάστε, περάστε. Αν και τα είπα και στους συνάδελφους σας, αλλά τώρα θυμήθηκα και κάτι ακόμα, ελάτε, ελάτε.

Μπήκα μέσα με κάποια επιφύλαξη τρέμοντας για το τι μπορεί να συναντήσω στα ενδότερα και κάθισα δειλά και μαζεμένα στον καναπέ, όσο γίνεται πιο μακριά από την τεράστια λακκούβα σαν κρατήρα ηφαιστείου που έβλεπα στην άλλη άκρη του.

-Να φέρω ένα γλυκάκι; Ένα νεραντζάκι;
-Όχι ευχαριστώ, δεν τρώω γλυκά ξέρετε, παχαίνουν!

Το τελευταίο μετάνιωσα που το είπα αλλά ευτυχώς δεν φαίνεται να το πήρε ως υπονοούμενο.

-Μα γιατί καλέ; Είστε τόσο κομψός! Δεν πειράζει αν πάρετε και κανένα κιλάκι. Να δείτε που θα σας πηγαίνει κιόλας. Α, έχω λίγο ιμάμ πάρα πολύ ωραίο, από χτες το βράδυ. Το έχω στο ψυγείο σε πέντε λεπτά όμως θα το έχω ζεστάνει, τι λέτε;
-Ειλικρινά θα το ήθελα όμως με πειράζουν οι μελιτζάνες.
-Α πα πα είστε πολύ ακατάδεκτος. Είπε κουνώντας το πελώριο κεφάλι της δεξιά αριστερά και κάνοντας τον φιόγκο να τραμπαλίζεται πάνω κάτω.
-Κυρία Πολυξένη θα μπορ…
-Δεσποινίς! Με διέκοψε.
-Παρντόν;

Η Πολυξένη τρεμόπαιξε τις βλεφαρίδες της καταφέρνοντας να με κάνει να ανατριχιάσω και συνέχισε:

-Δεσποινίς Πολυξένη! Αν και τώρα που γνωριστήκαμε μπορείτε να με λέτε απλά Πόλυ.
-Λοιπόν Πόλυ, είπα πιάνοντας την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά, τι ξέρεις για τα χτεσινά γεγονότα;
-Θα σας πω, θα σας πω. Καλέ τι κρίμα, τέτοιο παλικάρι πάει άκλαυτο. Κοτζάμ άντρας μέχρις εκεί πάνω και κούκλος. ΚΟΥ-ΚΛΟΣ. Και τι ταλέντο. Ηθοποιάρα με το γιώτα κεφαλαίο. Αν συνέχιζε έτσι το ‘χε το Όσκαρ στο τσεπάκι του. Το φάγανε άδικα το παλικάρι. Κρίμας, χίλιες φορές κρίμας. Όσο το σκέφτομαι, δεν μπορώ να το πιστέψω. Σαν τα κρύα τα νερά. Τι λέγαμε; Αν φοβάστε τις μελιτζάνες μην ανησυχείτε, είναι από το χωριό μου αυτές, όχι απ’ τη λαϊκή. Δε βάζω ότι κι ότι στο ιμάμ εγώ. Σίγουρα να μην σας βάλω λίγο κύριε Αντώνη;
-Όχι, γενικά δεν τρώω μελιτζάνες, ακόμα και οι χωριάτικες με πειράζουν.
-Να το κοιτάξετε αυτό κύριε Αντώνη, δεν ξέρετε τι χάνετε. Είναι πεντανόστιμες, ειδικά ιμάμ ή παπουτσάκια. Να σας φτιάξω παπουτσάκια να ξετρελαθείτε.
-Πόλυ, στο θέμα μας…
-Τέλος πάντων, όπως σας έλεγα, θυμήθηκα κάτι ακόμα. Σας είπα ήδη, στους συνάδελφους σας είπα δηλαδή, ότι ξύπνησα από φωνές χτες το βράδυ κατά τη 1, ο κύριος Μάρκελλος τσακωνόταν με την Ηρώ αν και δεν μπορούσα να πιάσω κάποιες λέξεις, ήταν και στην κρεβατοκάμαρα κατά πάσα πιθανότητα που είναι στην άλλη άκρη από μένα, δυστυχώς, όσο κι αν προσπάθησα, δεν κατάφερα να ακούσω τίποτα καθαρά.
-Πόλυ, είσαι σίγουρη ότι ήταν η Ηρώ; ρώτησα.
-Αν είμαι σίγουρη; Ε, η Ηρώ πρέπει να ήταν. Καλέ, ποια άλλη θα ήταν στο διαμέρισμα του τέτοια ώρα, αρραβωνιασμένος άνθρωπος; Συχνά ακούω θορύβους από μέσα, ξέρετε, άλλου είδους, καταλαβαίνετε…
-Προσπαθώ…
-Αλλά πρώτη φορά τόση φασαρία, πα πα πα… Κάτι πρέπει να έσπασε κιόλας, βάζο, σταχτοδοχείο, δε παίρνω όρκο. Και τότε ήταν που άκουσα κι έναν υπόκωφο θόρυβο, ένα γκντουπ και βήχα, πολύ βήχα αυτό δεν είπα στην αστυνομία, λες και κάποιος ήταν φυματικός, πρέπει να ήταν γύρω στις 1 και 16 αν πάει καλά το ρολόι που έχω στην κρεβατοκάμαρα, που γιατί να μην πάει δηλαδή; Όλα αυτά, δηλαδή το κρατς, το γκντουπ και το γκουχου γκουχ έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα αν και το γκουχ… ο βήχας δηλαδή συνεχίστηκε αρκετά. Μετά από λίγο άκουσα την εξώπορτα να ανοίγει και να κλείνει, σαν κάποιος να έφυγε προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο. Μετά ησυχία. Απέραντη ησυχία. Το κακό είναι ότι δεν μπορούσα να δω από το ματάκι της πόρτας τι γίνεται στην πλαϊνή πόρτα και η αλήθεια είναι ότι φοβόμουν να ανοίξω, καλά δεν έκανα;

Στο μυαλό μου έφερα την Πόλυ να ανοίγει την πόρτα φορώντας τον τεράστιο φιόγκο, τα μικροσκοπικά πασουμάκια και κανένα κομπινεζόν με τη Μίνι Μάους. Το πιο πιθανόν ήταν να τρόμαζε ο δολοφόνος, όμως τελικά συγκατένευσα:

-Ασφαλώς, ασφαλώς, πολύ καλά κάνατε.
-Όσο το σκέφτομαι τι μπορούσα να πάθω αν είχα ανοίξει… Αργότερα μου φάνηκε πως άκουσα ψιθύρους, δε μπορούσα να καταλάβω αν ήταν αντρική ή γυναικεία φωνή, και κάποια στιγμή χτύπησε κι ένα κινητό, μετά δυστυχώς δεν μπόρεσα να κρατηθώ άλλο… με πήρε ο ύπνος. Στις 8 άκουσα τις κραυγές της Μαρίας όταν βρήκε το πτώμα. Βρε τι έπαθε το άμοιρο το κορίτσι στα καλά καθούμενα.
-Ξέρετε που μένει η Μαρία; Ρώτησα.
-Όχι λυπάμαι, αν και ξέρω ότι κάπου εδώ κοντά μένει σίγουρα. Με τα πόδια έρχεται και καθαρίζει. Καμιά φορά έρχεται κι από δω και μου κάνει παρέα, παραλίγο να βγούμε και συγγενείς, αυτή είναι από την Κάτω Ραχούλα απέναντι από το δικό μου χωριό, την Τραχανοπλαγιά.

Με κοίταξε με μισόκλειστα μάτια γεμάτα παιδικό φθόνο.

-Με τις ωραίες μελιτζάνες…

Τόνισε μία–μία τις λέξεις και άφησε ένα μεγάλο κενό να εμπεδώσω την πρόταση της πριν συνεχίσει:

-Νοικοκυρεμένο κορίτσι, αν και έχει πληγωθεί από κάποιον ξύπνιο απ' ότι έχω καταλάβει. Την βρήκε φαίνεται από χωριό απονήρευτη και την εκμεταλλεύτηκε. Κρίμα το κορίτσι, συνεχώς μελαγχολικό ήταν. Αχ άντρες, άντρες… Μα δε πήρατε τίποτα τόση ώρα, ούτε λίγο γλυκό κάστανο; Εγώ το 'φτιαξα με τα χεράκια μου. Α, γλυκά δεν τρώτε, ξέχασα. Μια πορτοκαλαδίτσα τουλάχιστον.
-Μια πορτοκαλαδίτσα θα την πιω, είπα βρίσκοντας τον πιο ανώδυνο τρόπο για να βάλω τέλος στην κουβέντα και τις προσφορές της.
-Θα θυμηθείτε να πείτε σ’ εκείνον τον γλυκούλη τον αστυνόμο, τον κύριο Μπάκα καλέ, για το γκούχ, τον βήχα δηλαδή που ξέχασα να του πω, έτσι;

Γλυκούλης; Ο Μπάκας; Ε ρε γλέντια!

-Δεν υπάρχει περίπτωση να το ξεχάσω Πόλυ μου!

Τελικά έφυγα από το διαμέρισμα με το κεφάλι καζάνι, αποκόμισα όμως και χρήσιμες πληροφορίες που μάλλον έπρεπε να τις βάλω σε μια τάξη.

Ξαναχτύπησα στο άλλο διαμέρισμα του ίδιου ορόφου χωρίς καμία απόκριση. Πήρα τις σκάλες για πάνω και ανακάλυψα την ταράτσα. Κατέβηκα στον 2ο. Το κουδούνι στο διαμέρισμα που ήταν ακριβώς από κάτω από αυτό του ηθοποιού έγραφε Νικητόπουλος Παύλος. Χτύπησα και περίμενα μάταια κι εδώ.

Έκανα την καρδιά μου πέτρα και ανέβηκα ξανά πάνω. Χτύπησα στην μπιγκ Πόλυ.

-Κύριε Αντώνη! Περάστε, ξεχάσατε κάτι; Πως μπορώ να βοηθ…
-Το ακριβώς από κάτω διαμέρισμα, της έκοψα τη φόρα, αυτό κάτω από τον ηθοποιό εννοώ, καθώς και το άλλο σ’ αυτόν τον όροφο κατοικούνται;

Η δεσποινίς Τσιλιβίδου, πήρε ένα συνωμοτικό ύφος, κοίταξε δεξιά κι αριστερά και μετά έκανε νόημα με το χέρι της να μπω μέσα ψιθυρίζοντας:

-Έλα!

Βλαστημώντας από μέσα μου την ώρα και τη στιγμή που ξαναχτύπησα την πόρτα μπήκα μέσα και με μεγάλη μου λύπη άκουσα την πόρτα του διαμερίσματος να κλείνει πίσω μου.

-Να σας φέρ… ξεκίνησε η Πόλυ.
-Ήπια πορτοκαλάδα, φτάνει, ευχαριστώ! Την έκοψα απότομα. Στο θέμα μας!
-Έχεις δίκιο, λοιπόν άκου κυρ Αντώνη, είπε ψιθυριστά. Στο διπλανό διαμέρισμα, αυτό που είναι στον ίδιο όροφο έμεναν δύο Νιγηριανοί. Δύο, ή και τρεις, δεν μπορούσα να τους ξεχωρίσω. Μη σου πω και τέσσερις. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι ήταν τρομοκράτες. Τους είχα δει πολλές φορές με κάτι βαλίτσες να, μετά συγχωρήσεως. Σίγουρα κουβαλούσαν όπλα! Από αυτά τα καζάλ…
-Καλάσνικοφ;
-Αυτά! Κι όλο μπαίνανε, βγαίνανε, μπαίνανε, βγαίνανε, σταματημό δεν είχαν. Ησυχία δεν μπορούσα να βρω μ’ αυτούς πια! Ώσπου κάποια στιγμή σταματήσανε!
-Δηλαδή; ρώτησα απορημένος.
-Δηλαδή μια μέρα πάνε δυο μήνες περίπου, τα μαζέψανε και φύγανε, έτσι απλά! Βέβαια ήρθε ο ιδιοκτήτης εδώ και μπήκαμε μέσα να δούμε πως το αφήσανε το σπίτι.
-Και; Βρήκατε κάτι;
-Τίποτα, είπε η Πόλυ παίρνοντας ένα λυπημένο ύφος. Μόνο κάτι CD, κάτι DVD και κάτι περιοδικά βρήκαμε. Τα καζάλνικοφ τα είχαν μαζέψει. Τέλος πάντων αφού φύγανε πάλι καλά.
-Και ο κάτω; Ο Νικητόπουλος; ρώτησα.
-Ο κύριος Παύλος είναι ο ιδιοκτήτης που σας έλεγα, που νοίκιαζε στους μαύρους το διαμέρισμα αυτό εδώ. Θα δουλεύει τέτοια ώρα, αν και το πρωί πριν φύγει είπε στην αστυνομία ότι δεν άκουσε τίποτα.

Πήρε πάλι το συνωμοτικό ύφος της και πλησίασε το αυτί μου:

-Εδώ που τα λέμε είναι και λίγο κουφός, για να μην πω ότι κοιμάται και πολύ βαριά. Δεν θα βοήθαγε ντιπ, σίγουρα!
-Μαντάμ, εσείς όμως ήσασταν πραγματικά πολύ μεγάλη βοήθεια, είπα.

Η Πόλυ κοκκίνισε και χαμήλωσε το κεφάλι συνεσταλμένα. Ο ροζ φιόγκος παραλίγο να μου βγάλει το μάτι καθώς κινήθηκα γρήγορα προς την πόρτα.

-Ω, ευχαριστώ, μα μην ξεχνάτε, μαντμουαζέλ παρακαλώ!

Αν και δεν έμαθα πολλά, καλό θα μου έκανε μια βόλτα από το αστυνομικό τμήμα. Να δω και τον παλιόφιλο τον Μπάκα, τον γλυκούλη, και τα άλλα παιδιά.


Η υπόθεση ξεκινά εδώ!

Copyright © Γιώργος Ζώτος All rights reserved

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα