Ο Ντοστογιέφσκι επηρεάστηκε από αληθινά γεγονότα της εποχής του και έγραψε το μυθιστόρημα αυτό: το 1869 ένας φοιτητής της Γεωπονικής Σχολής της Μόσχας, ο Ιβάνοφ ξυλοκοπήθηκε άγρια, στραγγαλίστηκε και πυροβολήθηκε. Μετά από όλα αυτά ρίχτηκε μέσα στα παγωμένα νερά μιας λίμνης. Το πτώμα του ανασύρθηκε μετά από λίγο διάστημα και ανακαλύφτηκε ότι τον δολοφόνησαν οι ίδιοι του οι φίλοι και σύντροφοι. Όλοι αυτοί οι συμφοιτητές του και δολοφόνοι του ανήκαν σε μια ριζοσπαστική ομάδα που ονομαζόταν «Λαϊκή Εκδίκηση» και είχε ιδρυθεί από τον Σεργκέι Νετσάγεφ, περίφημο μηδενιστή κι επαναστάτη. Η ομάδα αυτή πρέσβευε την κατάργηση της εξουσίας από τους Τσάρους, την αθεΐα, τον μηδενισμό της κάθε μορφής εξουσίας είτε αυτή ήταν κυβερνητική είτε θρησκευτική. Σύμφωνα με τον Νετσάγεφ, όλα τα μέσα κατά του δεσποτισμού του τσαρικού καθεστώτος και της εκμετάλλευσης του λαού, είναι αρεστά και θεμιτά (αυτοθυσία, φόνος, καταναγκασμός). Ο Νετσάγεφ γνωρίστηκε με τον Ρώσο θεωρητικό αναρχικό Μπακούνιν, ο οποίος όμως όταν είδε τις μεθόδους του Νετσάγεφ και τον ασυνείδητο τρόπο με τον οποίον κυνηγούσε τη μεγάλη ιδέα, τον αποκήρυξε. Οι συμφοιτητές του άτυχου Ιβάνοφ τον είχαν σκοτώσει τόσο άγρια επειδή είχαν την υποψία ότι θα τους κατέδιδε στις αρχές. Δεν είχαν συγκεκριμένα στοιχεία, υποψίες μόνο είχαν.
Από αυτό το γεγονός εμπνεύστηκε ο Ντοστογιέφσκι τους Δαίμονές του (θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιώ τον πρωτότυπο τίτλο του έργου του). Ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι στα νιάτα του υπήρξε μέλος μια ριζοσπαστικής ομάδας φοιτητών, μιας ομάδας που ήθελε να ανατρέψει το καθεστώς των Τσάρων. Ο ίδιος ο συγγραφέας φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο, τελευταία στιγμή και μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα πήρε χάρη.
Οι Δαίμονες λοιπόν είναι έργο που ο συγγραφέας έγραψε σε ώριμη ηλικία και με πλήρη συνείδηση των λεγόμενών του, αφού και ο ίδιος υπήρξε επαναστάτης, και ο ίδιος κόντεψε να πεθάνει για την ιδέα του φιλελευθερισμού. Έρχεται τώρα σε πιο ώριμη ηλικία και μας δίνει ένα έργο που καυτηριάζει τον φιλελευθερισμό, που καυτηριάζει την επανάσταση με την έννοια της ασυδοσίας, με την έννοια της δολοφονίας. Τελικά δεν αγιάζονται όλα τα μέσα για να πετύχεις έναν σκοπό. Γιατί ακόμα και αν τον πετύχεις, αυτός ο σκοπός θα είναι ανίκανος να σε σώσει. Αυτό μας λέει ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας με το έργο του.
Βρισκόμαστε σε μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας του 19ου αιώνα. Είμαστε γύρω στα 1860. Πρωταγωνιστής του έργου είναι ο Νικολάι Σταυρόγκιν, ένας πλούσιος αριστοκράτης που είναι ικανός για το μεγαλύτερο ανδραγάθημα και την μεγαλύτερη ατιμία, ένας αμφιλεγόμενος χαρακτήρας εστέτ. Δεύτερος πρωταγωνιστής είναι ο Πιοτρ Βιερχοβένσκι, ο συγγραφέας στηρίχτηκε πάνω στην αληθινή περσόνα του Νετσάγεφ για αυτόν τον ήρωά του. Οι δύο νέοι αναστατώνουν την επαρχιακή πόλη της Ρωσίας με τα καμώματά τους. Στην αρχή αυτά τα καμώματα μοιάζουν με παιχνίδια αλλά όσο προχωράει ο καιρός και όσο τα θύματα των παιχνιδιών πληθαίνουν, καταλαβαίνουμε ότι αυτού του είδους τα παιχνίδια είναι πολύ επικίνδυνα και ανώφελα για μια κοινωνία. Οι Δαίμονες είναι το πιο πολιτικοποιημένο και το πιο προφητικό έργο του Ρώσου συγγραφέα. Ναι, θα γίνει επανάσταση κατά του τσαρικού καθεστώτος, ναι, θα πετύχει, ναι, θα πνιγούν πολλοί άνθρωποι στο αίμα τους. Και ναι, δεν θα καταφέρουν τελικά τίποτα. Εγώ θα χαρακτήριζα τους Δαίμονες το πιο αληθινό κείμενό του.
Ας πάμε τώρα στην παράσταση που είδαμε στο Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στην Αθήνα. Το μυθιστόρημα και η μικρή περίληψη και το ιστορικό που έκανα φτάνει εκατοντάδες σελίδες. Ο Ρώσος σκηνοθέτης Κονσταντίν Μπογκομόλοφ περιορίζει το έργο σε λιγότερο από δύο ώρες.
Ας πάμε τώρα στην παράσταση που είδαμε στο Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στην Αθήνα. Το μυθιστόρημα και η μικρή περίληψη και το ιστορικό που έκανα φτάνει εκατοντάδες σελίδες. Ο Ρώσος σκηνοθέτης Κονσταντίν Μπογκομόλοφ περιορίζει το έργο σε λιγότερο από δύο ώρες.
Ένας θεατής που δεν έχει διαβάσει το βιβλίο δυσκολεύεται να παρακολουθήσει την παράσταση. Ένας θεατής που δεν γνωρίζει τα γεγονότα δεν καταλαβαίνει τίποτα. Και μη μου πείτε ότι όλοι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι υποχρεωμένοι να ξέρουν απέξω το έργο του Ντοστογιέφσκι (που στο κάτω κάτω δεν ήταν θεατρικός συγγραφέας αλλά μυθιστοριογράφος).
Ο Μπογκομόλοφ έρχεται στην Αθήνα με μεγάλες περγαμηνές και μας παρουσιάζει όλη αυτήν την ιστορία. Ο βασικός του ήρωας, ο Σταυρόγκιν είναι μια μπαλαρίνα, ένα άφυλο πλάσμα. Ίσως η ιδέα του Μπογκομόλοφ να ήταν ότι μέσα στην ομορφιά του και στην σαγήνη που εξέπεμπε στους γύρω του , ο Σταυρόγκιν έγινε άφυλος.
Πολλοί χαρακτήρες χάνονται τελείως και δεν παρουσιάζονται στο έργο, περσόνες που βοηθούνε στην δραματουργία. Ο φυλακισμένος από τη Σιβηρία εμφανίζεται ως τρανσεξουαλική περσόνα, χωρίς ειλικρινά να καταλαβαίνω τον λόγο. Το μόνο που καταφέρνει εδώ ο Μπογκομόλοφ είναι τον γέλωτα του κοινού. Δεν είμαι υπέρ αυτού του παιχνιδιού της αλλαγής των φύλων των ηρώων, από τη στιγμή που δεν προσφέρει τίποτα απολύτως στην παράσταση ούτε συνάδει με τα γεγονότα.
Δεν έχω πρόβλημα με τον μοντερνισμό των κλασικών έργων, κάποιες φορές ίσως να είναι και αναγκαίος για να συμβαδίσουν με την σημερινή πραγματικότητα. Είμαι όμως εντελώς αντίθετη στον μοντερνισμό που δεν συμβολίζει κάτι. Και όταν ο συμβολισμός γίνεται τόσο δύσκολος για να τον καταλάβει ο μέσος θεατής, είναι αποτυχημένος.
Επίσης δεν κατανοώ την σκηνοθετική εντολή που παρακολουθούμε σε πολλές πλέον παραστάσεις, να πέφτουν οι ηθοποιοί κάτω και να σκουπίζουν το πάτωμα με τα ρούχα τους, χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Οι ηθοποιοί στη σκηνή υπάρχουν χωρίς κανένα σκηνικό, χωρίς κανένα ένδυμα, χωρίς ρόλο, χωρίς ουσία. Απλά υπάρχουν, ίσως κάποιοι από αυτούς να το γράψουν στο βιογραφικό τους και να περηφανεύονται αργότερα ότι τους σκηνοθέτησε ο μεγάλος Ρώσος σκηνοθέτης. Εγώ θα συμβούλευα και τον ίδιο τον Μπογκομόλοφ αλλά και τους ηθοποιούς να παρακολουθήσουν σκηνοθετικές δουλειές του Βλαντιμίρ Πανκόφ, για να διδαχτούν πώς σκηνοθετούνται τα κλασικά έργα στις μέρες μας, με μοντερνισμούς που έχουν νόημα και που σέβονται το αρχικό κείμενο.
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία & Διασκευή: Konstantin Bogomolov
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Ιωαννίδου
Σκηνικά & Κοστούμια: Larisa Lomakina
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιάννης Δρακουλαράκος
Δραματουργική επεξεργασία μετάφρασης: Έρι Κύργια
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Δήμητρα Μητροπούλου, Χρύσα Κουγιουμτζή
Βοηθός Σκηνογράφου: Μυρτώ Λάμπρου
Βοηθός Ενδυματολόγου: Δάφνη Ηλιοπούλου
Διερμηνέας προβών: Ιρίνα Σμυσλιάεβα- Σταθοπούλου
Διεύθυνση Παραγωγής: Ρένα Ανδρεαδάκη, Μαρία Δούρου
Μετάφραση υπερτίτλων: Μέμη Κατσώνη
Μετάφραση υπερτίτλων: Μέμη Κατσώνη
Ερμηνεύουν: Χρύσα Κουγιουμτζή, Έλενα Μεγγρέλη, Άρης Μπαλής, Αντώνης Μυριαγκός, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Μαρία Πανουργιά, Γιάννης Παπαδόπουλος, Έλενα Τοπαλίδου, Αινείας Τσαμάτης, Μιλτιάδης Φιορέντζης
Παραγωγή: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση