Παρακολουθείς ένα έργο που διαρκεί σχεδόν τρεις ώρες και αυτό που αληθινά μένει στο μυαλό σου είναι αυτό το δύσκολο και σχεδόν αναπάντητο ερώτημα: τελικά τι είναι καλύτερο; Μια ζωή με πικρές αλήθειες που σε σκοτώνουν ή μικρά ή και πιο ουσιώδη ψέμματα που σου χαρίζουν έστω και προσωρινά στιγμές ευτυχίας; Είναι σωστό να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, ακόμα και αν το κάνουμε και συνειδητά; Κάνουμε κακό σε κάποιον άλλον αν του ομορφαίνουμε την πραγματικότητά του με λίγη φαντασία; Και τελικά ποιο είναι το ψέμα και ποια η αλήθεια;
Φυσικά όπως ίσως καταλάβατε, μιλάμε για το πιο γνωστό έργο του Ισπανού συγγραφέα Αλεχάντρο Κασόνα. Ο Κασόνα γεννήθηκε στα Αστούριας το 1903, υπήρξε φίλος και συνάδελφος του Λόρκα, αυτοεξορίστηκε στην Αργεντινή όταν ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος της Ισπανίας, και εκεί έγραψε τα περισσότερα θεατρικά του έργα· ανάμεσά τους είναι: Η κυρά της αυγής, Απαγορεύεται να αυτοκτονείτε την άνοιξη, Βάρκα χωρίς ψαρά, Ο Σάντσο Πάντσα στο νησί κ.ά. Επέστρεψε στη Μαδρίτη το 1962, όπου και πέθανε τρία χρόνια αργότερα.
Το «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια» είναι το πιο γνωστό του έργο -τουλάχιστον για εμάς τους Έλληνες. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δωδώνη και η μετάφραση είναι της Ιουλίας Ιατρίδη. Η πρώτη του θεατρική μεταφορά είναι αυτή του Νέου Θεάτρου ή αλλιώς θέατρο Αλάμπρα των Διαμαντόπουλου-Αλκαίου το 1961 σε σκηνοθεσία του Βασίλη Διαμαντόπουλου με τον ίδιο στο ρόλο του Μαυρίκιου, την Ξένια Καλογεροπούλου ως Ισαβέλλα, τον Πέτρο Φυσσούν ως τον Άλλο, τον Γιάννη Μιχαλόπουλου ως Μπαλμπόα και την Μαρία Αλκαίου ως γιαγιά. Το έργο δικαίως, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και έκτοτε έχει παρουσιαστεί αρκετές φορές στις ελληνικές σκηνές.
Κάπου σε ένα αδιευκρίνιστο μέρος σε μια Λεωφόρο Ονείρων, υπάρχει ένα γραφείο κατασκευής παραμυθιών. Σε αυτό το γραφείο υπάρχει μια γραμματέας και η βοηθός της και ένας έξυπνος διευθυντής που κινεί τα νήματα των υποθέσεων που αναλαμβάνουν. Επίσης εργάζονται πολλοί άλλοι ενθουσιώδεις ή λιγότερο ενθουσιώδεις υπάλληλοι που μοναδικός τους στόχος είναι να μεταμφιέζονται σε κάποιους άλλους και να δίνουν τη χαρά σε συνανθρώπους τους. Πολύ απλά όλοι αυτοί που εργάζονται στην Λεωφόρο Ονείρων παράγουν ένα αλτρουιστικό έργο: παίζουν ρόλους, μεταμορφώνονται σε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι, με σκοπό να δώσουν λίγες στιγμές ευτυχίας, δικαίωσης και ομορφιάς στους συμπολίτες τους, που το έχουν ανάγκη. Ίσως γιατί η αληθινή ζωή είναι μικρή, άσχημη και άδικη, ίσως επειδή τελικά η πραγματικότητα δεν μπορεί να μας δώσει αυτά που αναζητούμε.
Σε αυτό το γραφείο καταφτάνει ο ηλικιωμένος Μπαλμπόα και διηγείται την ιστορία του: αυτός και η σύζυγός του είχαν έναν εγγονό, τον Μαυρίκιο, τον οποίον είχαν παραχαϊδέψει και κακομάθει. Ο νεαρός Μαυρίκιος όσο μεγάλωνε και εκμεταλλευόμενος την αγάπη των παππούδων του, γινόταν ασύδοτος και εγωιστής. Στη διάρκεια ενός καυγά, ο παππούς Μπαλμπόα αναγκάστηκε να τον διώξει από το σπίτι, ο νεαρός μετανάστευσε στον Καναδά και εξελίχτηκε σε έναν πρώτης τάξεως κακοποιό. Το ζευγάρι έχει να δει τον εγγονό του για πάνω από είκοσι χρόνια. Ο παππούς για να δώσει λίγη ελπίδα και χαρά στην άρρωστη και υπερήλικη γυναίκα του, καταφεύγει στο ψέμα: στέλνει μόνος του γράμματα στην γυναίκα του και τα υπογράφει ως Μαυρίκιος. Η γριούλα άμα ανακαλύψει την αλήθεια θα πεθάνει από τη στενοχώρια της, αφού η υγεία της είναι σε κρίσιμη κατάσταση και ο εγγονός της είναι η μοναδική της χαρά.
Συμπτωματικά σε αυτό το γραφείο δημιουργίας παραμυθιών, καταφτάνει και η νεαρή Μάρθα, μια έρημη γυναίκα που δεν έχει στον κόσμο συγγενείς και φίλους και που έχει μείνει άνεργη και αντιμετωπίζει οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα λόγω της δυσμενούς κατάστασής της.
Και τότε ο έξυπνος διευθυντής έχει μια ιδέα: πώς μπορεί να δώσει λύση σε αυτά τα προβλήματα και ταυτόχρονα να συνεχίσει την ψευδαίσθηση της γιαγιάς και να δώσει εργασία και σκοπό στη ζωή της νεαρής Μάρθας.
Όλα αυτά γίνονται στην πρώτη σκηνή που είναι και ένας μεγάλος πρόλογος για την συνέχεια της υπόθεσης. Δεν θα σας αποκαλύψω την δεύτερη σκηνή, θέλω να αφήσω εσάς τους ίδιους να ανακαλύψετε την μαγεία αυτού του έργου. Αυτού του έργου που μας καλεί να σκεφτούμε: μήπως οι ίδιοι ασυνείδητα ή ίσως και ηθελημένα φτιάχνουμε τη δική μας πραγματικότητα για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την καθημερινότητά μας; Για να μπορέσουμε και εμείς τελικά να πεθάνουμε όρθιοι, όπως η αγριαχλαδιά στον κήπο του Μπαλμπόα και όπως η γιαγιά του έργου; Και τελικά τι είναι η αλήθεια; Και γιατί ο καθένας μας να μην έχει την δική του αλήθεια, αυτή που τον βοηθά να είναι αυτός που είναι; (φυσικά με τον όρο ότι δεν κάνει κακό σε κανέναν!) Είναι καλό και αλτρουιστικό να λέμε ψεύδη σε κάποιον ή απογοητεύεται χειρότερα όταν ανακαλύπτει την πραγματικότητα;
Η σκηνοθεσία του Κώστα Δελακούρα είναι λιτή και μεστή, χωρίς τυμπανοκρουσίες, δίνει με ωραίο τρόπο τον σουρεαλισμό της πρώτης σκηνής και με πιο κλασική ματιά την δεύτερη σκηνή στο σπίτι του Μπαλμπόα. Τα σκηνικά και τα κουστούμια ευρηματικά, απλά, ντύνουν την παράσταση όμορφα χωρίς ιδιαιτερότητες, αφήνοντας αβίαστα το όμορφο κείμενο να κυριαρχήσει. Η ομάδα Θυγατέρες που ερμηνεύουν όλους τους ρόλους (γυναικείους και αντρικούς) είναι μια ομάδα έξι νέων γυναικών, απόφοιτων της θεατρικής σχολής Περιπλάνηση που καταφέρνουν να φέρουν επάξια το δύσκολο έργο τους.
Συγκινήθηκα ιδιαίτερα από την Ιουλία Σταμούλη στον διπλό ρόλο της γιαγιάς και της βοηθού γραμματέως. Η Χριστίνα Γκρέκα στο ρόλο του Μπαλμπόα ήταν εξαιρετική καταφέρνοντας να εξισορροπήσει γέλιο και δράμα σε ίσες ποσότητες. Ξεχώρισα επίσης την Γιώτα Καραβίτη στο διπλό ρόλο του Πάστορα και της Φιλίτσας.
Στο τέλος του έργου το κοινό χειροκρότησε με θέρμη, γιατί το καλό τελικά πάντα ξεχωρίζει.
Συγκινήθηκα ιδιαίτερα από την Ιουλία Σταμούλη στον διπλό ρόλο της γιαγιάς και της βοηθού γραμματέως. Η Χριστίνα Γκρέκα στο ρόλο του Μπαλμπόα ήταν εξαιρετική καταφέρνοντας να εξισορροπήσει γέλιο και δράμα σε ίσες ποσότητες. Ξεχώρισα επίσης την Γιώτα Καραβίτη στο διπλό ρόλο του Πάστορα και της Φιλίτσας.
Στο τέλος του έργου το κοινό χειροκρότησε με θέρμη, γιατί το καλό τελικά πάντα ξεχωρίζει.
Ο Αλεχάντρο Κασόνα μέσα από ένα παιχνίδι ανάμεσα στο σουρεαλισμό και την τρυφερότητα προσεγγίζει το «ζωτικό ψεύδος» ως φάρμακο και παρηγοριά για την απογοήτευση και το σκληρό πρόσωπο της ζωής.
Ο Αλεχάντρο Κασόνα γεννήθηκε το 1903 σ’ ένα χωριό των Αστουριών. Το 1936 στο σπίτι της μεγάλης πρωταγωνίστριας Μαργαρίτας Ξίργκου, ο Κασόνα, ο Λόρκα και κάμποσοι συγγραφείς, ηθοποιοί, καλλιτέχνες, όταν πλέον συνειδητοποίησαν ότι ο πόλεμος δε θα αφήσει τόπο για το θέατρο, αποφάσισαν τη μετάβασή τους στη Νότιο Αμερική. Ο Λόρκα, ωστόσο, έμεινε στην Ισπανία όπου έμελλε και να πεθάνει. Ο Κασόνα έφυγε για το Μπουένος Άιρες, όπου και έγραψε τα περισσότερα από τα έργα του, τα οποία σκηνοθέτησε τις περισσότερες φορές ο ίδιος. Εκεί γνώρισε μεγάλη επιτυχία και έγινε γνωστός σε Αμερική και Ευρώπη, λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, διακρίσεις όπως το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας και το Βραβείο Θεάτρου Lope de Vega της Ισπανίας. Πέθανε το 1965 στη Μαδρίτη, όπου είχε επιστρέψει ύστερα από 26 χρόνια αυτοεξορίας.
Η ομάδα Θυγατέρες δραστηριοποιείται στον χώρο του θεάτρου από το 2007. Δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του θεατρικού εργαστηρίου «Περιπλάνηση», στο Παγκράτι, υπό τη διδασκαλία και τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Κώστα Δελακούρα. Το ρεπερτόριό της περιλαμβάνει σύγχρονα και κλασικά έργα. Την τελευταία δεκαετία η δράση της περιλαμβάνει συμμετοχές στο θεατρικό φεστιβάλ του εργαστηρίου «Περιπλάνηση» στο θέατρο Βαφείο με τις παρακάτω παραστάσεις:
2007-2009: μεμονωμένες σκηνές διαφόρων έργων του παγκόσμιου ρεπερτορίου
2010: «Η αυλαία μιας πατρίδας», της Timberlake Wertenbaker, βασισμένο στη νουβέλα του Thomas Keneally, The Playmaker.
2011: «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του William Shakespeare
2012: «Η Χάρη» του Ignacio de Moral
2013: «Ο Δράκος» του Ε. Scwartz
2014: «Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του F. G. Lorca
2015: «Ατρείδες»: Σύνθεση έργων της αρχαίας δραματουργίας με άξονα τον μύθο της οικογένειας των Ατρειδών.
2016: «Το Ημερολόγιο ενός Απατεώνα» του Alexander Ostrovsky
2017: «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια» του Alejandro Casona
Ταυτότητα παράστασης:
Σκηνοθεσία: Κώστα Δελακούρας
Ερμηνεύουν (με σειρά εμφάνισης): Ιουλία Σταμούλη, Ειρήνη-Βάλια Λαγκουράνη, Γιώτα Καραβίτη, Κώστας Δελακούρας, Ηλέκτρα Χαλκιαδάκη, Χριστίνα Γκρέκα, Θέτις Μητκίδου.
Μακιγιάζ: Μαρία Παπαδοπούλου
Φωτισμοί-Ηχοληψία: Σάββας Σουρμελίδης
Φωτογραφίες: Μαίρη Νικολάου
Επικοινωνία: Στέλλα Πεκιαρίδη