Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Π.Ζ.: Αυτό που ωθεί ωθεί έναν κανονικό άνθρωπο να μεταλλαχτεί σε συγγραφέα. Η αρχέγονη ανάγκη του παραμυθά να ζωντανέψει εικόνες και συναισθήματα, μέσω του γραπτού λόγου. Τούτη η αρχέγονη ανάγκη, είναι και το μόνο κοινό σημείο μεταξύ των συγγραφέων. Αυτών δηλαδή, που υποκύπτοντας στον παραμυθά μέσα τους, εκθέτουν δημόσια ένα κομμάτι του εαυτού τους.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Π.Ζ.: Αν θα μου ζητούσαν με μια και μοναδική λέξη να δώσω την πλήρη έννοια του βιβλίου μου (Η φυλή των Μασάει η φυλή των Πεινάει & ο κακός δράκος,) η λέξη αυτή θα ήταν ο Αμοραλισμός. Παρότι η λέξη στερείται την εγχώρια καταγωγή, οι πρακτικές του «γκουβέρνου» και όχι μόνο, από την ανεξαρτησία της κοινωνίας των "Πεινάει", την έχουν εντάξει πλήρως στο κοινωνικό-πολιτικό τους γίγνεσθαι. Έτσι, η λέξη αυτή σε βάθος χρόνου, έχει αφομοιωθεί πλήρως και αντικατοπτρίζει την μακρά διαδρομή τόσο των κοινωνικών, όσο και των πολιτικών εξελίξεων στην κοινωνία των Πεινάει. Η λέξη έχει Γαλλική προέλευση, και οι ρίζες της βρίσκονται στο γαλλικό amoral που σημαίνει ο ξένος με την έννοια της ηθικής. Προσοχή όμως, ο αμοραλιστής διαφέρει από τον ανήθικο σε ένα πολύ βασικό σημείο. Ο ανήθικος, κρατά μια ξεκάθαρη θέση απέναντι στην έννοια της ηθικής, δεν την αποδέχεται και ενεργεί ενάντια της. Για τον αμοραλιστή το ηθικό και το ανήθικο δεν είναι παρά δυο εργαλεία που η επιλογή του ενός ή του άλλου γίνεται με βάση τη σκοπιμότητα της στιγμής και τις ανάγκες του. Αυτός, εκ πεποιθήσεως συγχέει την έννοια της ηθικής με το ανήθικο. Κατά την αέναη διαδικασία μια κοινωνίας, που προσπαθεί να βελτιώσει τους κανόνες που διέπουν την οργάνωση της, ο αμοραλισμός αποβαίνει χειρότερος από την ανηθικότητα. Τούτο συμβαίνει, διότι ο αμοραλισμός δεν απορρίπτει τους ηθικούς κανόνες, κάνει κάτι χειρότερο. Ανακατεύει το ηθικό με το ανήθικο, και με βάση το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», διαμορφώνει μια νέα κατάσταση όπου το αθέμιτο συγχέεται με το θεμιτό, και γίνονται κοινά αποδεκτά εργαλεία για την επίτευξη του στόχου.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Π.Ζ.: Δεν θεωρώ πως είμαι σε θέση να συμβουλεύσω κανέναν.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Π.Ζ.: Μα η ιστορία αυτού του βιβλίου είναι από μόνη της ένα ταξίδι. Μόνο που το ταξίδι αυτό δεν γίνεται στη διάσταση του χώρου, παρά σε αυτήν του χρόνου. Όσο για την διάρκεια του, ξεκινά από την μέρα που ο πρώτος άνθρωπος στάθηκε στα δυο του πόδια, συγκροτώντας την πρώτη αγέλη.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Π.Ζ.: «Άρχοντα μου, εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, μικρή σημασία έχει το αν υπάρχει ο δράκος ή όχι. Πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας πως μια κοινωνία προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεκτικότητα της, διαμορφώνει διαχρονικά τον δικό της συλλογικό τύπο κοινωνικού χαρακτήρα. Με λίγα λόγια, η κοινωνία επηρεάζει το άτομο, ώστε αυτό να σκέφτεται και να ενεργεί με τον τρόπο που αυτή ήθελε. Από την άλλη, το άτομο, τρέφεται με μύθους, των οποίων τον παραλογισμό δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να ελέγξει. Ο λόγος που ένα άτομο ενεργεί κατά αυτόν τον τρόπο είναι γιατί φοβάται να μην αποκοπεί από την κοινωνικό κορμό. Καλώς ή κακώς, αυτή είναι η σχέση του ατόμου με την κοινωνία. Μπορεί να φαντάζει πως αγγίζει τα όρια του παράλογου, εν τούτοις όμως αποτελεί τον κανόνα για να υπάρχει κοινωνική συνεκτικότητα.»
«Δάσκαλε, θέλεις να πεις πως προκειμένου να μην απομονωθεί κοινωνικά το άτομο, είναι αναγκασμένο να καταπνίγει ακόμα και αυτό το αίσθημα της ατομικής λογικής.»
«Άρχοντά μου, η συνεκτικότητα στην δομή της κοινωνίας, οφείλεται στο ότι το μεγαλύτερο μέρος των μελών της, αποτελείται από Φιλισταίους, έτοιμους να αποδεχθούν ακόμα και την παράλογη λατρεία ενός φετίχ. Τούτο μπορεί να είναι, ένας θεός, ένας πολεμιστής, ένας αρχηγός ή ένας δράκος, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Θα πρέπει δε να λάβεις σοβαρά υπόψη σου από εδώ και πέρα, πως όσο πιο παράλογος είναι ο μύθος, τόσο πλατύτερα διαδίδεται στα μέλη της κοινωνίας πράγμα που κάνει δύσκολη τη λογική αντιμετώπιση του ζητήματος. Για να κατακτήσουν λοιπόν οι Πεινάει πραγματικά την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους, θα πρέπει να σπάσουν πρώτα τις αλυσίδες της αυταπάτης τους σχετικά με τον δράκο.»
Περισσότερες μικρές συνεντεύξεις μεγάλων βιβλιοταξιδιών εδώ
Το βιβλίο του Πέτρου Ζήκου, Η φυλή των Μασάει-Πεινάει και ο δράκος, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Όστρια.
Στην περίληψη γράφει:
Οι «Πεινάει» με τα χρόνια καταντήσανε ένας μαραζιάρης λαός, και το χειρότερο, μάθανε να ζούνε με τον φόβο τους. Φοβισμένοι τραβούσαν πριν χαθεί το τελευταίο φως της μέρας να κλειστούνε στα σπίτια τους. Με την τρομάρα μέσα τους ξυπνούσαν αξημέρωτα και πέφτανε με τα μούτρα στην δουλειά. Από χαρά το χείλι τους δεν είχε σαλέψει για χαμόγελο. Αυλάκωναν οι ρυτίδες το μέτωπο και σούφρωσε η μύτη. Θα ‘λεγε κανείς πως αποζητούσαν την ασχήμια μαζί με την κακομοιριά. Πάσχιζαν να δείχνουν άσχημοι και ασήμαντοι, από φόβο να μην τους λιμπιστεί ο δράκος αν ποτέ τους αντάμωνε. Ποιος δράκος; Μα αυτός που είχαν στην φύλαξη τους οι «Μασάει», κατά πως έλεγαν δηλαδή στους Πεινάει. Το άλλο μεγάλο κακό που τους είχε βρει, ήταν το γεγονός πως σ’ ολόκληρη την φυλή των «Πεινάει», είχαν περάσει χρόνια πολλά δίχως να ακουστεί η λέξη Αύριο. Η λέξη αυτή με τον καιρό είχε ξεχαστεί μιας και τους ήταν άχρηστη.