Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Α.Σ.: Η παρουσία μου στην Ειδομένη, ως εθελόντρια γιατρός ήταν η αφορμή, όχι η αιτία.
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Α.Σ.: Συντροφικότητα.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Α.Σ.: Να το διαβάσει πρώτα με τα μάτια. Και μετά να το ξαναδιαβάσει με την καρδιά.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Α.Σ.: Σε όλο τον κόσμο. Θα κρατούσε μια ζωή.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Α.Σ.: Μόνο οι ανόητοι μαλώνουν για κάτι που δεν θα μπορέσουν ποτέ να το πάρουν μαζί τους.
Περισσότερες μικρές συνεντεύξεις μεγάλων βιβλιοταξιδιών εδώ
Το βιβλίο της Άννας Σελίδου, Πώς τον λένε τον Θεό σας;, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή.
Η Άννα Σελίδου καταφέρνει να τραβήξει ευαίσθητες χορδές προς όφελος της ανθρωπότητας, προτείνοντας έναν κόσμο όπου θα θριαμβεύει η γλώσσα των παιδιών, ο μοναδικός τρόπος να επικοινωνήσουν όλοι οι άνθρωποι της γης ο οποίος περνά από την καρδιά πρωτίστως και μετά βγαίνει στα χείλη -ή στα μάτια, ή στα χέρια, ή όπου αλλού. Είναι η γλώσσα της αγάπης, της συμπόνοιας και της αθωότητας, κι εκεί πρέπει να ποντάρει ο άνθρωπος αν θέλει να επενδύσει στην ειρήνη (του) και την αλήθεια (του).
Πρόκειται για μικρό σε όγκο βιβλίο που θα διαβάσεις όσο διαρκεί ένας καφές -αν όχι λιγότερο- όμως βαρύ και πλούσιο σε μηνύματα, αισθήματα και αξίες. Ανήκει στο είδος της εφηβικής λογοτεχνίας όμως θα διαβαστεί από κάθε αναγνώστη το ίδιο όμορφα ενώ, σίγουρα, θα θελήσεις να το κρατήσεις στη βιβλιοθήκη σου. Η ανάλαφρη γραφή του, που περιγράφει τις πιο σκληρές εικόνες με τις λιγότερο αιχμηρές λέξεις, το κάνει να μοιάζει με παραμύθι, όμως το "παραμύθι" αυτό έχει μόνο αληθινό πόνο, από αυτόν που βίωσαν και βιώνουν πολλοί πολλοί άνθρωποι, και περισσότερο παιδιά, σαν τους τρεις του ήρωες.
Γίνεται και θεατρικό με ελάχιστες ή και καθόλου προσαρμογές ενώ το σχόλιο της Άννας Σελίδου για τις θρησκείες και τους Θεούς των λαών είναι διαπεραστικό. Όχι μόνο επειδή όλοι οι Θεοί προκύπτουν σκανδαλωδώς ίδιοι αλλά γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι.
Η εικονογράφηση από την Άρτεμις Ψαλτόγλου προσθέτει στο σύνολο.
Από το οπισθόφυλλο:Από μακριά φάνηκαν τα φώτα του νησιού. Οι ταξιδιώτες αναθάρρησαν.
– Να, φτάνουμε σε λίγο, υπομονή. Αλλαχού Ακμπάρ!
Ένα μεγάλο κύμα ήρθε καταπάνω τους. Οι γυναίκες τσίριξαν. Ο Αχμέτ χάθηκε από την αγκαλιά της μάνας του. Αγκάλιασε το κύμα και αυτό τον κατάπιε. Η μάνα ούρλιαξε και όρμησε στο κατόπι του.
– Μάμα, πού πήγε ο φίλος μου, ο Αχμέτ;
– Στη θάλασσα, να γίνει καπετάνιος, όπως ονειρευότανε.
– Πότε θα ξαναβγεί στη βάρκα;
– Ποτέ. Τώρα θα συναντήσει τη γοργόνα και τα μεγάλα ψάρια. Κι όταν θα βρει το θαλασσινό τζίνι, τότε θα γίνει καπετάνιος. Και θα ζει εκεί στο βυθό σα βασιλιάς, παρέα με ό,τι πεθυμούσε.
– Και η μάμα του θα είναι παντα δίπλα του Μάλικα, βασίλισσα;
– Μάμα, φτάσαμε;
– Ναι.
– Πού;
– Εκεί που θέλει ο Αλλάχ.
– Και ο Αχμέτ;
– Εκεί που θέλησαν οι άνθρωποι.