Φίλες και φίλοι,
Το αφιέρωμα στον Μονέ τελειώνει με τα πασίγνωστα νούφαρα. Ο συγκεκριμένος πίνακας είναι γνωστός και ως Λευκά νούφαρα, ενώ ο ζωγράφος τον έχει εντυπώσει και σε ροζ και (αρμονία σε ρόζ) και σε πράσινες (αρμονία σε πράσινο) αποχρώσεις.
Τα Λευκά νούφαρα είναι μία από τις πρώτες τοπιογραφίες της σειράς με τα νούφαρα, φιλοτεχνήθηκε το 1899 και θα τον δείτε στους χώρους του Μουσείου Πούσκιν στη Μόσχα.
Οι πρώτοι πίνακες με τα νούφαρα βασίζονται στον συνδυασμό διαφορετικών αποχρώσεων, ενώ σ’ εκείνους της ύστερης περιόδου χρησιμοποιούνται παραλλαγές του ίδιου χρώματος, παράγοντας ένα μονοχρωματικό αποτέλεσμα. Αυτή η τόσο διευρυμένη απόδοση του θέματος κάνει το αποτέλεσμα να πλησιάζει στην αφαίρεση.
Ολόκληρη η περίοδος που ο Μονέ ζωγράφιζε νούφαρα υπήρξε καθοριστική για την αναγνώριση της καλλιτεχνικής του αξίας (ήταν πλέον ηλικιωμένος).
Η οργιώδης βλάστηση καλύπτει εδώ ολόκληρη την ζωγραφική επιφάνεια, με αποτέλεσμα να απουσιάζουν εντελώς ο ουρανός και η γραμμή του ορίζοντα. Δεν είναι μια συνηθισμένη τοπιογραφία, αλλά μια σύνθεση όπου κυριαρχούν οι σχεδιαστικές αξίες και τα άπειρα σημεία που μπλέκονται μεταξύ τους.
Ο πίνακας απεικονίζει μια γωνιά του κήπου του καλλιτέχνη στο Ζιβερνύ, ενώ το γιαπωνέζικο γεφυράκι μας φανερώνει ότι ο Μονέ αντλεί έμπνευση για άλλη μια φορά από τις γιαπωνέζικες στάμπες που συνέλεγε.
«Σ’ αυτή τη σειρά (με τα νούφαρα)», μας λέει ο Λιονέλλο Βεντούρι, «ο Μονέ αναζητά εξαιρετικά μοτίβα, διακηρύσσει την απαρέσκειά του για κάθε τι που επιτυγχάνεται με ευκολία, κάνει θαύματα με τις τεχνικές του ικανότητες. Το σφουμάτο του είναι πάντα ομοιογενές, αυστηρά συγκεντρωμένο. Ωστόσο, όσο πιο λεπτή γίνεται η χρήση του, τόσο λιγότερο διατηρεί τη ζωντάνια του. Είναι αλήθεια ότι η μελέτη του φωτός έχει το χαρακτήρα ενός επιστημονικού προγράμματος, ωστόσο, η ζωγραφική εκτέλεση φανερώνει συναισθηματικές τάσεις».