Στην υπόθεση, στη σύγχρονη Αθήνα, ο αστυνόμος Σεβαστιανός αναζητεί το δράστη μιας περίεργης δολοφονίας συναντώντας παλιούς γνώριμους ενώ μια σειρά από δολοφονίες περιπλέκουν το σκηνικό. Ένα τυχαίο περιστατικό όμως θα προσφέρει τη λύση.
Ο συγγραφέας γράφει εκτονώνοντας τη δημιουργικότητά του επειδή αυτό γεμίζει την ψυχή του και όχι για να βγαίνει φωτογραφίες με θαυμαστές και ακόλουθους ή να κάνει περιοδείες παρουσιάσεων και δημόσιες σχέσεις. Ο Τειρεσίας Λυγερός ασχολείται μόνο με ό,τι τον αφορά και τον γεμίζει· δε θα τον δεις να ποστάρει στα κοινωνικά δίκτυα πώς πήγε η μέρα του/φιλοσοφήσεις, δε θα τον συναντήσεις στο κέντρο -δε ξέρω αν κατεβαίνει ποτέ στο κέντρο, αλλά κι άμα κατέβαινε δε θα τον συναντούσες καθώς δε θα έκανε τσεκ ιν ή/και δε θα τον αναγνώριζες. Είναι η προσωποποίηση του αντικοινωνικού με την έννοια που έδωσε η ηλεκτρονική εποχή στον όρο.
Καλά κάνει. Αφήνει το έργο του να μιλήσει για εκείνον, που είναι και το ζητούμενο, παρά οι έξυπνες ατάκες του στο τουίτερ.
Στο αστυνομικό πεζογράφημά του βάζει νεύρο και ωθεί τον αναγνώστη άμεσα στη δράση. Παραμένει φειδωλός στις μεγάλες περιγραφές και αφηγήσεις, συνοπτικός, ξεκάθαρα ουσιαστικός και στοχευμένος στην ιστορία και τους ήρωές του. Σε ελάχιστες σελίδες (δυο τρεις αρκούν) έχει σκιαγραφήσει τον αστυνόμο του που, ιδού μια «πρωτοτυπία» –έτσι για την αλλαγή–, δεν παρουσιάζεται ως άλλος Πουαρό ή Χολμς αλλά προσιτός, γήινος, με ηθική (απαραίτητη), με αυτοκριτική, με λάθη. Το βασικό του προσόν δεν είναι μια ιδιαίτερη ευφυΐα ή χάρισμα άνω του μέσου όρου που το διαθέτουν οι ελαχιστότατοι τού πλανήτη αλλά η όρεξη για δουλειά την οποία θέλει να κάνει όσο καλύτερα μπορεί. Τόσο μου αρέσει το προφίλ που εύχομαι να τον μιμηθούν όλοι οι αστυνόμοι της χώρας ή να ταυτιστούν. Ε, είναι και όσο μπρουτάλ απαιτεί η εργασία του, απότομος κι άγαρμπος αλλά με καλό χιούμορ το οποίο ο συγγραφέας τοποθετεί σοφά στην αφήγηση. Και πάντα μια δόση όμορφου χιούμορ αναδεικνύει μια αστυνομική ιστορία, ακόμα και την πιο νουάρ. Η μαύρη κάντιλακ ακουμπά σε νουάρ στοιχεία χωρίς να είναι ακριβώς αυτό –μια αίσθηση όμως τη βγάζει, ίσως λόγω των παραβατικών χαρακτήρων και του μη νόμιμου νυχτόβιου σκοτεινού κόσμου.
Το ότι ο Σεβαστιανός θα λύσει την υπόθεση και θα βρει τον δράστη το ξέρετε ήδη. Όλοι οι αναγνώστες αστυνομικών ιστοριών το γνωρίζουν ως αξίωμα· κάτι σαν κανόνα τέλος πάντων. Εκείνο που θα κάνει τη διαφορά σε αυτό το μυθιστόρημα είναι το υπέροχο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο τού Λυγερού: σύστημα, σαθρό σύστημα, ρουσφετοκρατία, αναξιοκρατία, κομματοκρατία, διαφθορά, πελατειακές σχέσεις, ρατσισμός, κ.ά. ζητήματα τίθενται και σχολιάζονται αξιοπρεπώς.
Υπάρχει παράνομο ανθρώπινο είδος;
Ανήθικη είναι η μετανεωτερική εποχή των διαττόντων και ιλουστρασιόν αστέρων που αποξενώνουν το λαό από την πολιτική του ικανότητα να αντιλαμβάνεται τους ιστορικούς κινδύνους.
Ο συγγραφέας, δράττοντας της ευκαιρίας(;), «χαλαλίζει» τη μελάνη του μιλώντας ανοιχτά για όλα αυτά τα καυτά κοινωνικά θέματα και καθόλου επιφανειακά. «Βλέπει» και τις δύο πλευρές του νομίσματος, εξετάζει με ορθή λογική όλες τις όψεις και εξάγει απόψεις άψογα τεκμηριωμένες ώστε να μην αφήνει περιθώρια διαφωνίας ενώ το βιβλίο, άνετα, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ύμνος στη φιλία καθώς, πέρα όλων των άλλων, μια υπέροχη φιλιά ανάμεσα σε δύο ανθρώπους είναι πιο ισχυρή των όποιων διαφορών τους (κάποιοι θα τις έλεγαν θεμελιώδεις διαφορές ή αγεφύρωτες –πόσο μου αρέσουν αυτές οι πομπώδεις λέξεις που όμορφα ανατρέπονται από τους όμορφους ανθρώπους!). Μια φιλία που βασίζεται στην αλήθεια, την κατανόηση και το διάλογο γιατί, τελικά, αρκούν ελάχιστα πράγματα για να κατακτήσεις μια καλή φιλία αρκεί να είναι αμφίδρομα.
ΥΓ.: Ο όρος φυλλαδιογράφοι καταγράφεται. Υπέροχος.
Το μυθιστόρημα του Τειρεσία Λυγερού, Η μαύρη κάντιλακ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ηριδανός.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα του μυθιστορήματος.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Βακχικόν για την αποστολή του βιβλίου.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα του μυθιστορήματος.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Βακχικόν για την αποστολή του βιβλίου.