Πρόσφατα είδαμε την παράσταση «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» του Γ. Βιζυηνού, σε σκηνοθεσία, διδασκαλία, σκηνική όψη και φωτισμούς του κ. Δ. Αβδελιώδη, με την κ. Ι. Παππά, στον μοναδικό ρόλο της παράστασης.
Πρόκειται για πεζό κείμενο του Γ. Βιζυηνού (το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Μιχαήλ Σύρμας ή Μιχαηλίδης και η καταγωγή του ήταν από την Βιζύη, αρχαία ελληνική πόλη της ανατολικής Θράκης, που σήμερα ανήκει στην Τουρκία) το οποίο δημοσιεύθηκε, ενώ ήταν ακόμα εν ζωή ο συγγραφέας, στην Εστία (τ. 442-444). Ο ίδιος είχε παραμείνει στην Κωνσταντινούπολη από την ηλικία των 10 έως 18 ετών και τα πρώτα έξι, περίπου, χρόνια της ζωής του εκεί τα πέρασε ως μαθητευόμενος ράφτης, κοντά σε κάποιον τυραννικό συγγενή του. Αυτή την εμπειρία του μεταφέρει και στο διήγημα… και όχι μόνο.
Αφηγητής του έργου είναι ο εγγονός Γιώργης, μαθητευόμενος ράφτης στην πόλη, με όνειρα για την ζωή ως ράφτης, έτσι όπως του τα διηγήθηκε ο παππούς του, ότι θα τον ερωτευόταν η βασιλοπούλα κ.τ.λ. Η πραγματικότητα όμως διαφέρει. Κι έτσι περνά η ζωή του ως ραφτόπουλο. Ώσπου καταφθάνει στην Πόλη ο Θύμιος, υπηρέτης του παππού, και ζητά να τον πάρει πίσω γιατί ο παππούς του πεθαίνει. Πράγματι, οδηγεί τον μικρό στον παππού, όπου αντιλαμβάνεται πως ο παππούς δεν πεθαίνει και βρίσκει ευκαιρία να τον ρωτήσει για όλα εκείνα που του έχει περιγράψει καθώς και για τα άλλα ταξίδια που πίστευε πως έχει κάνει ο παππούς που γνώριζε τόσα πράγματα. Στις περιγραφές που του κάνει ο παππούς, της πραγματικής ζωής του αυτή την φορά, από την παιδική του ηλικία μέχρι αυτή την στιγμή αντιλαμβάνεται πως δεν έχει κάνει κανένα ταξίδι στην ζωή του κι όλα όσα του έλεγε ήταν πετυχημένες ονειροφαντασίες. Πλην, όμως, την επομένη ο παππούς πράγματι πεθαίνει κι αυτό αποτελεί το «μόνον της ζωής του ταξείδιον».
Το κείμενο πραγματεύεται διάφορα. Την έννοια του φύλου και της ταυτότητας αλλά και τα παρεπόμενα αυτών, αφού ο παππούς μεγάλωσε ως κορίτσι, από τον φόβο των γενιτσάρων και παντρεύτηκε αμέσως με την αποκάλυψη της πραγματικής του ταυτότητας, εκείνη με την οποία έπαιζε με τις κούκλες μέχρι την προηγούμενη. Την ονειροφαντασία ως διέξοδο αλλά και το πως και πόσο μπορεί αυτή να επηρεάσει τις ζωές των ανθρώπων. Την απραγματοποίητη επιθυμία, όπως του παππού να κάνει επιτέλους ένα ταξίδι. Άρα, όσον αφορά τον ήρωα μιλάμε για παιδικά τραύματα, απραγματοποίητες ονειροφαντασίες, ανεκπλήρωτους έρωτες και ταξιδιωτικές διαψεύσεις.
Το φορτίο όλων αυτών και πολλών άλλων αναλαμβάνει ο κ. Δήμος Αβδελιώδης να φέρει σε πέρας σε αυτή την παράσταση, με την μορφή της κ. Ιωάννας Παππά. Και, ως φάνηκε, τα χειρίστηκαν, και αυτός και εκείνη, πολύ έξυπνα.
Κατ’ αρχάς, αποφάσισε και διατήρησε την γλώσσα του κειμένου, δίχως να παραλείψει τελεία. Γεγονός που προσθέτει μια επιπλέον δυσκολία στην ηθοποιό που αναλαμβάνει να το φέρει εις πέρας γιατί πρέπει να κάνει μια αφήγηση σε μια γλώσσα δυσνόητη για το σήμερα. Κι ενώ στην αρχή η πρωταγωνίστρια φάνηκε να χάνει αυτό το στοίχημα, με την εξέλιξη της παράστασης βρήκε τον ρυθμό που επιβάλει αυτή η γλώσσα και κατέληξε περίφημα. Στην αρχή μας ξένισε αρκετά το κάπως αργό και μακρόσυρτο των φωνηέντων της κ. Παππά, μα στην συνέχεια κι όσο αυτό μειωνόταν, τόσο μας άρεσε η εκφορά του λόγου της.
Θα πρέπει να σημειώσουμε τα αρκετά χιουμοριστικά στοιχεία που ενέχει το κείμενο και που έγιναν αρκούντως αντιληπτά από το κοινό. Σε αυτό συνέβαλε είτε η κίνηση της κ. Παππά είτε η διδασκαλία από μεριάς του κ. Αβδελιώδη, είτε και τα δύο, γεγονός που αποδεικνύει το καλοδουλεμένο της παράστασης. Εκπληκτική η σκηνή του φωτισμού και η στάση της ηθοποιού, κατά την αφήγηση της σκηνής της πάλης του παππού με τον άγγελο, που υποτίθεται πως πέθαινε.
Φυσικό επόμενο το λοιπόν να πρόκειται για μια καλοδουλεμένη στις πρόβες παράσταση και μια καθαρή ματιά, όσον αφορά το κείμενο και το τελικό του νόημα…
Στο τέλος όμως, και παρότι βγήκαμε όλοι σχεδόν απόλυτα ικανοποιημένοι από τον συμπαθητικό χώρο του θεάτρου, αίφνης άρχισε να δημιουργείται μια περίεργη απορία. Όλα καλά και σωστά καμωμένα, μα μήπως κάτι έλειπε; Και αν ναι, τι ήταν αυτό; Και μετά από σκέψη καταλήξαμε. Ο χρόνος.
Πρόκειται για μια παράσταση διάρκειας 70΄-80΄ λεπτών. Όταν διαβάζεις το κείμενο, που δεν πρόκειται και μυθιστόρημα αλλά εξαιτίας της γλώσσας του, θες πάνω-κάτω δυόμιση ώρες να το ολοκληρώσεις. Κι αν θεωρήσουμε πως δεν έχει κόψει κάτι από το κείμενο ο σκηνοθέτης, μάλλον τελειώνει πολύ γρήγορα. Κι αν είχαμε να κάνουμε με σύγχρονη γλώσσα, ίσως και να ήταν ικανός ο χρόνος των 80΄ λεπτών. Όμως για μία γλώσσα καθαρεύουσα ως επί το πλείστον, μάλλον χρειάζεται περισσότερος χρόνος για την αφήγηση, προκειμένου να δοθεί ο χρόνος στον θεατή να καταλάβει καλύτερα τα λεγόμενα. Κατ’ επέκταση θεωρούμε πως θα συνέβαλε προς επίρρωσιν αυτού, εκείνο το κάτι επιπλέον σε επίπεδο κίνησης, από πλευράς ηθοποιού. Όπως και θα επιτυγχανόταν η ανάδειξη όλων εκείνων των ζητημάτων που θίγει το κείμενο, γνωστά και πεπερασμένα σε μας σήμερα, πλην όμως στάσιμα στην παράσταση, εκτός του ανεκπλήρωτου ταξιδιού.
Δεν κάνουμε λόγο για μια διαλεκτική αυτών των ζητημάτων, που καταφέρνει κάπως να αναπτύξει ο κ. Παπαστάθης στην ομώνυμη ταινία, αλλά απλώς να τονιστούν λίγο παραπάνω, έτσι ώστε να μπούμε ως θεατές στα ζητήματα ουσίας που απασχόλησαν τον Βιζυηνό σ’ αυτό το κείμενο.
Τελειώνοντας, θα πρέπει να παραδεχθούμε πως η κ. Παππά είναι πάρα πολύ καλή σε αυτό που κάνει πάνω στην σκηνή. Δίδεται ψυχή τε και σώματι στον ρόλο της. Κλαίει, πέφτει κάτω, σέρνεται, αποδίδει μια ένταση συγκινησιακή που αγγίζει τον θεατή. Μα θα μπορούσε, με την κατάλληλη προσοχή, να φτάσει την παράσταση σε δυσθεώρητα ύψη. Άκρως ταιριαστή και η μουσική υπόκρουση του κ. Β. Παπαδάκη, με την παρουσία του κ. Αλέξανδρου Αβδελιώδη στο πιάνο, καθ’ όλη την διάρκεια της παράστασης.
Η παράσταση θα συνεχίσει να παίζεται κατά την περίοδο του καλοκαιριού σε διάφορα φεστιβάλ. Και μάλλον δεν πρέπει να την χάσετε.
Άθ.Λι-ος
Ταυτότητα παράστασης:
Ερμηνεία: Ιωάννα Παππά
Διδασκαλία, σκηνική όψη, φώτα, σκηνοθεσία: Δήμος Αβδελιώδης
Κοστούμια: Αριστείδης Πατσόγλου
Μουσική: Βαγγέλης Γιαννάκης
Πιάνο: Αλέξανδρος Αβδελιώδης
Ερμηνεία: Ιωάννα Παππά
Διδασκαλία, σκηνική όψη, φώτα, σκηνοθεσία: Δήμος Αβδελιώδης
Κοστούμια: Αριστείδης Πατσόγλου
Μουσική: Βαγγέλης Γιαννάκης
Πιάνο: Αλέξανδρος Αβδελιώδης