Το blues της ανεργίας δε χορεύεται, αλλά διαβάζεται και διαβάζεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πώς μπορεί να χαρακτηριστεί όμως αυτό το αρκετά μεγάλο σε όγκο βιβλίο; Είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα; Είναι ένα αυτοβιογραφικό ημερολόγιο; Μια ιστορική καταγραφή γεγονότων που στιγμάτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα; Ή μήπως μια πολιτική πράξη;
Τελειώνοντας το βιβλίο του Παναγιώτη Βλάχου έμεινα με την αίσθηση πως είναι όλα αυτά μαζί, αλλά με έναν τρόπο μοναδικό, σχεδόν απροσδιόριστο. Οι μεταβάσεις δεν είναι πάντα ευδιάκριτες και αυτό το θεωρώ προτέρημα: συναντάς τον έρωτα που παλεύει να ζήσει -σε ορισμένα σημεία με μια έντονη λυρικότητα- και στις επόμενες δυο γραμμές έχεις την ανάλυση ενός πολιτικού πιστεύω, αποδοσμένη με ένταση και μια επιχειρηματολογία που αγγίζει το όριο της δοκιμιακής γραφής.
Η αρχή του βιβλίου είναι πολύ δυνατή, όπως και το τέλος του που μου προξένησε συναισθήματα ναι μεν μελαγχολικά, αλλά δυνατά, με ουσιαστικό λόγο ύπαρξης. Ίσως είναι και τα κατ' εξοχήν σημεία όπου φαίνεται η λογοτεχνική δεινότητα του συγγραφέα, αφού το πολιτικό στοιχείο που είναι διάχυτο στις υπόλοιπες σελίδες δεν υπάρχει τρόπος να αποδοθεί λυρικά.
Οι ανθρώπινες σχέσεις αποδίδονται με ωμό ρεαλισμό, χωρίς περιστροφές, διαισθάνεσαι πως όσα βλέπεις γραμμένα είναι απόσταγμα ειλικρίνειας και σου είναι δύσκολο να πιστέψεις πως δε διαβάζεις στα κλεφτά το ημερολόγιο κάποιου υπαρκτού προσώπου. Οι βασικοί πρωταγωνιστές είναι δύο, ο Πέτρος και η Αλεξάνδρα, οι οποίοι πλαισιώνονται από τις οικογένειές τους και το φιλικό περιβάλλον τους την περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Είναι από τις λίγες φορές που συναντώ δευτεραγωνιστές που είναι όντως σε δεύτερο φόντο και απλώς φωτίζουν τις πτυχές των πρώτων. Η επιλογή των προσώπων λοιπόν είναι εύστοχη και συνεπής ως προς τη δομή του βιβλίου.
Εξαιρετικά τρυφερή βρήκα επίσης τη φιλοζωία του Βλάχου και πιστέψτε με πως μετά την ανάγνωσή του βιβλίου, τη λεπτομερή απόδοση της σχέσης των πρωταγωνιστών με τις γάτες τους, θέλεις να γίνεις κάτοχος ενός τέτοιου κατοικίδιου.
Ως συγγραφέας, οφείλω να προσθέσω πως το συγκεκριμένο βιβλίο είναι διδακτικό για όποιον γράφει, δίνοντας μια οπτική της λειτουργίας των εκδοτικών οίκων εκ των έσω και εστιάζοντας στους πραγματικούς λόγους που θα έπρεπε ο οποιοσδήποτε να ενασχολείται με τη συγγραφή. Πολύ έξυπνη, ως ένα καθαρά τεχνικό στοιχείο η παράθεση στο τέλος των τραγουδιών και των μουσικών «που ακούγονται στο βιβλίο».
«Το blues της ανεργίας» δεν είναι σίγουρα ένα εύπεπτο βιβλίο. Όσοι περιμένουν ένα αμιγώς λογοτεχνικό βιβλίο ή ενοχλούνται από τη κριτική πολιτικών στάσεων είναι πιθανό πως θα κουραστούν και ίσως το αδικήσουν. Όσοι πάλι ψάχνουν μια αφορμή για προσωπική ενδοσκόπηση, τότε θα έχουν στα χέρια τους το κατάλληλο εργαλείο. Και είμαι βέβαιος πως οι συγκεκριμένοι θα ανατρέξουν σε αυτό, παίρνοντας κάθε φορά κάτι διαφορετικό ως παρακαταθήκη.
Το μυθιστόρημα του Παναγιώτη Βλάχου, Το blues της ανεργίας, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος. Περισσότερα για το βιβλίο και το συγγραφέα θα βρείτε εδώ! Διαβάστε ένα απόσπασμα!
Στο οπισθόφυλλο λέει μεταξύ άλλων:
Από ένα παλιό διαμέρισμα στα Εξάρχεια ο Πέτρος και η Αλεξάνδρα αναμετρώνται με τους γεμάτους υγρασία τοίχους και τους άδειους τραπεζικούς λογαριασμούς. Με έναν κόσμο που φλέγεται σιωπηλά στα σπίτια και στα γραφεία ή, με αμείωτη ένταση, στους δρόμους.
Ρωγμές παντού. Στις φιλίες, στους έρωτες, στις βεβαιότητες.
Κοντά στο σημείο μηδέν, η μνήμη αντιστέκεται: το αλμυρό φως του Αρχιπελάγους, ο καυτός ήλιος, ο παχύς ίσκιος της κληματαριάς. Το φιλί στο στόμα από έναν παιχνιδιάρη γάτο. Μια παιδική φανέλα της Ίντερ. Μια φωτογραφία-ενθύμιο πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές της Αίγινας. Τα απρόβλεπτα ακόρντα ενός ερωτευμένου μια παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Ο χαμένος χρόνος ξαναδιεκδικείται. Όσο μικρές ή μεγάλες κι αν είναι οι απώλειες, η ζωή σε καλεί να επιστρέψεις. Χωρίς χρέη…
Δείτε κι αυτό:
Ο Παναγιώτης Βλάχος και Το blues της ανεργίας
Δείτε κι αυτό:
Ο Παναγιώτης Βλάχος και Το blues της ανεργίας