2 γυναίκες: Έμα και Τζέιν.
Δύο γυναίκες νέες, που κουβαλούν τις δικές τους τραυματικές εμπειρίες και προσπαθούν να ξεκινήσουν τη ζωή τους από την αρχή.
Προσπάθεια που θα επιχειρήσουν να πραγματοποιήσουν μέσω της διαδικασίας της μετακόμισης.
1 διαμέρισμα: αυτό του Αριθμού Ένα στην Οδό Φόλγκεϊτ.
Ένα ιδιαίτερα μοντέρνο και μινιμαλιστικό οίκημα, με εκπληκτικά έξυπνο σχεδιασμό.
Ένα διαμέρισμα εξοπλισμένο με μοναδικά τεχνολογικά μέσα, που όμως το «στοιχειώνει» το ίδιο του το παρελθόν.
Η μετακόμιση των δύο γυναικών σε αυτό, σε διαφορετικούς φυσικά χρόνους, θα σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας ζωής.
Ζωής εγκλωβισμένης σε αμέτρητους κανόνες.
Κανόνες που επιβάλει το συμβόλαιο και κατ’ επέκταση ο γοητευτικός κι αρκετά μυστήριος αρχιτέκτονας του διαμερίσματος, η γνωριμία με τον οποίο θα σημαδέψει τις ζωές τους.
Μη θέλοντας να αποκαλύψω περισσότερα στοιχεία σχετικά με την υπόθεση του μυθιστορήματος «Το προηγούμενο κορίτσι» μιας και ανήκει στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ και κάθε πληροφορία ίσως προδώσει σημεία-κλειδιά της πλοκής, θα προχωρήσω ευθύς αμέσως στη γεύση που μου άφησε το συγκεκριμένο πολυαναμενόμενο και πολυδιαφημιζόμενο απ’ τον εκδοτικό του λογοτεχνικό ανάγνωσμα.
Παίρνοντας αρχικά το βιβλίο αυτό στα χέρια μου, ξεφυλλίζοντας το, αλλά και φυσικά μυρίζοντας το φρέσκο άρωμα των πρόσφατα τυπωμένων σελίδων του, οι προσδοκίες μου ήταν αρκετά μεγάλες.
Κι αυτό γιατί στο οπισθόφυλλο του, αλλά και στο book trailer που κυκλοφόρησε αναφέρεται χαρακτηριστικά το «Στα χνάρια του παγκόσμιου μπεστ σέλερ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΤΡΕΝΟΥ...», φράση η οποία ασυνείδητα μου καλλιέργησε μεγάλες προσδοκίες κι ανέβασε τις απαιτήσεις μου ως αναγνώστη, μιας και το «Το κορίτσι του τρένου» ήταν ένα βιβλίο που με συνάρπασε.
Δυστυχώς, το ίδιο ΔΕ συνέβη και με «Το προηγούμενο κορίτσι» του συγγραφέα, με το ψευδώνυμο ΤΖ. Π. Ντιλέινι.
Η γεύση που μου άφησε γυρνώντας την τελευταία του σελίδα ήταν κάπως μέτρια, χλιαρή από εντάσεις και συναισθήματα, γεύση που λησμονήθηκε αμέσως.
Όσον αφορά την υπόθεση του βιβλίου ακολουθεί κάποια συνήθη συγγραφικά κλισέ του είδους για να αναπτυχθεί. Κλισέ τα οποία καλώς χρησιμοποιούνται, αλλά θα μπορούσαν να έχουν αποτυπωθεί με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο, ή να αποτελέσουν απλά το εφαλτήριο του συγγραφέα για να αναπτυχθεί μία ιστορία που κινείται σε νέους, λιγάκι πρωτότυπους ίσως, δρόμους. Το γεγονός αυτό λειτούργησε κατασταλτικά στη δημιουργία συναισθημάτων όπως η αγωνία, η προσμονή του άγνωστου, ο φόβος κι η έκπληξη του ξαφνικού παράγοντα.
Δεν με ικανοποίησε επίσης, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας οικοδόμησε τα ψυχολογικά προφίλ των δύο κεντρικών του ηρωίδων, οι πράξεις και οι σκέψεις των οποίων πολλές φορές δεν τεκμηριώνονται σωστά, μιας κι η παραπάνω διαδικασία έχει πραγματωθεί με τρόπο που αφήνει εμφανή κενά.
Είναι αστείο σαν γεγονός παραδείγματος χάρη, η αφελής συμπεριφορά των ηρωίδων, να αγνοούν επιδεκτικά δηλαδή, τα προειδοποιητικά σήματα που ηχούν, κραυγάζουν θα έλεγα καλύτερα, συνεχώς γύρω τους, την ίδια στιγμή που παρουσιάζονται σαν αρκετά οξυδερκείς προσωπικότητες, που γοητεύονται από πιο πνευματικά καλλιεργημένους ανθρώπους, αλλά είναι και σε θέση να ανιχνεύσουν κάποια στοιχεία γύρω τους, που οδηγούν σε παρελθοντικές αναφορές γεγονότων, τα οποία με την εμφάνιση τους τότε καθόρισαν την πορεία των μελλοντικών εξελίξεων.
Σημαντική (για έμενα τουλάχιστον) δυσκολία του συγγραφέα υπήρξε και στη δημιουργία βάθους στο κείμενο του. Αν και η γραφή είναι πρωτοπρόσωπη, άμεση και γεφυρώνει την απόσταση εκείνη που κάποιες φορές υπάρχει μεταξύ ηρώων και αναγνωστών, δεν καταφέρνει να αποκτήσει εσωτερικό όγκο, άσχετα που γίνονται κατά κόρων εκτενείς αναφορές στις σκέψεις και τους προβληματισμούς των δύο ηρωίδων.
Η προσέγγιση του ΤΖ. Π. ΝΤΙΛΕΪΝΙ φαντάζει κάπως επιφανειακή και επίπεδη…
Ακόμη, μεγάλο μείον στις σελίδες αυτού του βιβλίου αποτελεί η αδύναμη ατμόσφαιρα του.
Διαβάζοντας κανείς ένα ψυχολογικό θρίλερ ανυπομονεί να αισθανθεί μία ατμόσφαιρα μυστηριακή, σκοτεινή, ίσως και λιγάκι εφιαλτική. Μία ατμόσφαιρα αμφίσημη, ελλειπτική, όπου όλα είναι δυνατά, μα και όλα είναι αδύνατα να συμβούν. Στοιχεία, τα οποία με θλίψη διαπίστωσα πως δεν υπάρχουν μέσα στο κείμενο, τουλάχιστον σε βαθμό, που να δημιουργούν μία υποτυπώδη ατμόσφαιρα αγωνίας, χαρακτηριστική της συγκεκριμένης κατηγορίας βιβλίου.
Αντίθετα, σε πολλά σημεία αν αφαιρούσα τα στοιχεία της υπόθεσης που εντάσσονται στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ, το συγκεκριμένο ανάγνωσμα θύμιζε μία φλύαρη αισθηματική ιστορία, αφού μεγάλο μέρος των σελίδων του έχει αφιερωθεί στις σκέψεις και τις πράξεις των ηρωίδων σχετικά με την προσωπική τους ζωή.
Και για να μην φανώ τέλος, σαν ένας στριφνός και κακομούτσουνος γέροντας όπου μόνο αρνητικά παρατηρεί σε ένα βιβλίο θα μπορούσα να πω ότι βρήκα πολύ έξυπνη την ιδέα του συγγραφέα να ξετυλίξει παράλληλα και σιγά-σιγά τα νήματα της ιστορίας του, μπλέκοντας το παρόν με το παρελθόν συγχρονίζοντας και τα βήματα των ηρωίδων του. Είμαι σίγουρος, πως αυτή η τεχνική αν το κείμενο ήταν δυνατό ως προς τα συναισθήματα που καλλιεργεί στον αναγνώστη, θα συνάρπαζε, θα δημιουργούσε ένα γοργό αναγνωστικό τέμπο και θα προκαλούσε με βεβαιότητα τη δημιουργία συναισθημάτων αγωνίας, φόβου και προσμονής του αναπάντεχου.
Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, βάσει όλων των παραπάνω νομίζω πως είναι φανερό ότι το ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ήταν ένα ανάγνωσμα που δε με ικανοποίησε και γυρνώντας την τελευταία του σελίδα δεν κατάφερε να αποτυπωθεί στην αναγνωστική μου μνήμη.
Γεγονός, που με οδηγεί για ακόμη μία φορά στο συμπέρασμα, το οποίο έχει εκφραστεί μέσω του λαού με τη πολύ σοφή λαϊκή ρήση: «Όπου ακούς για πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι…».
Το μυθιστόρημα του Τζ. Π. Ντιλέινι, Το προηγούμενο κορίτσι, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.